Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μια
παγκόσμια συναίνεση, που εκφράστηκε και στη Διακήρυξη των
Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καταδίκασε τα βασανιστήρια. Οι
φιλελεύθερες δημοκρατίες δήλωσαν κατηγορηματικά ότι δεν
ανέχονται και δεν διαπράττουν βασανιστήρια. Έτσι, έγιναν
κομμάτι ενός βάρβαρου παρελθόντος, που είχε παρέλθει προ
πολλού. Βασανιστήρια, μας έλεγαν, συμβαίνουν τώρα μόνο
«αλλού», σε μέρη εξωτικά και διεφθαρμένα, σε δικτατορίες και
ολοκληρωτικά καθεστώτα. Έγιναν, λοιπόν, το μεγάλο ταμπού
των κοινωνιών μας, το ύψιστο ηθικό κριτήριο κυβερνήσεων και
πολιτικών. Όπως όλα τα ταμπού, τα βασανιστήρια δημιουργούν
ένα «ιερό δέος», μια απόλυτη απαγόρευση που υψώνει ένα
απόλυτο διαχωριστικό τοίχος μεταξύ του δυτικού
πολιτισμένου κόσμου και των «απολίτιστων» άλλων.Η συναίνεση αυτή δεν υπάρχει πια,
όπως δείχνει η έντονη διαμάχη για το φιλμ Zero Dark Thirty. Τα
βασανιστήρια επέστρεψαν στο δημόσιο διάλογο,
διαχωρίζοντας τους φιλελεύθερους σε ιδεαλιστές και
ρεαλιστές. Συνέδρια ηθικής φιλοσοφίας αφιερώνονται στα
βασανιστήρια - «σε ποιες συνθήκες επιτρέπεται η χρήση
βασανιστηρίων, εάν ξέρουμε ότι μια «ωρολογιακή βόμβα» θα
σκοτώσει 50, 100 ή 1000 άτομα;» είναι ένα προσφιλές θέμα
συζήτησης και συνοδεύεται με ανάλογα υποθετικά σενάρια
που νομιμοποιούν τα βασανιστήρια.