Είμαι. Είμαι ο κάθε Γάλλος που
απόψε σκοτώθηκε ενώ έτρωγε σε ένα εστιατόριο, ενώ έπινε καφέ, ενώ άκουγε
μια μπάντα σε μια συναυλία, ενώ πήγαινε να δει ποδόσφαιρο. Είμαι ο
καθένας στη χώρα, που κλείστηκε σπίτι του, που τρόμαξε, που κλείδωσε τις
πόρτες, που πήγε διστακτικά να κοιτάξει έξω απ’ το παράθυρό του. Είμαι η
ανησυχία τους και τα εκατομμύρια τηλέφωνα σε δικούς αν είναι καλά, αν
ήταν μακριά απ’ το μακελειό. Είμαι τα δάκρυά τους για όσους έφυγαν, για
το άδικο, για το άλογο, για το βίαιο. Είμαι η οργή τους για τους
τρομοκράτες, για τους φανατικούς, για τους δολοφόνους που ξεκλήρισαν εκατόν πενήντα ανθρώπους, ίσως πολλούς παραπάνω.
Είμαι. Είμαι ο κάθε πρόσφυγας που
απόψε είναι στη Γαλλία, είναι στην Ουγγαρία, είναι στη Γερμανία, είναι
στην Ελλάδα, είναι οπουδήποτε στην Ευρώπη. Είμαι ο τρόμος τους για μια
εκδίκηση που ίσως έρθει άδικα πάνω τους. Είμαι οι ψιθυριστές κουβέντες
τους και οι προτροπές του ενός στον άλλο να μείνουν μέσα όπου μπορούν,
να κρυφτούν όσο γίνεται. Είμαι τα κλάματά τους για τον εφιάλτη που
παρότι ταξίδεψαν χιλιάδες χιλιόμετρα να του ξεφύγουν, τους ακολουθάει
κατά πόδας κι εδώ. Είμαι το τρέμουλό τους για το αβέβαιο ξημέρωμα και το
σκούρο σύννεφο για ένα μέλλον με κίτρινα αστέρια στο πέτο που ίσως
ξανάρχεται.