http://tometopo.gr
Fιnancial Times, 19/06/2013
Δεν αποκαταστάθηκε η αξιοπιστία έναντι των αγορών. Το τραπεζικό σύστημα έχασε το 30% των καταθέσεών του. Η οικονομία βυθίστηκε σε πολύ βαθύτερη ύφεση από ότι αναμενόταν με εξαιρετικά υψηλή ανεργία.
«Η ελληνική κρίση όμως, δυστυχώς, έχει και δύο παγκόσμια αποτελέσματα:
Με λίγα λόγια, η ελληνική κρίση αποδείχθηκε τριπλή καταστροφή. Καταστροφή για τους ίδιους τους Έλληνες, καταστροφή για την κοινή άποψη που επικράτησε ως προς την κρίση εντός της ευρωζώνης και καταστροφή από τη δημοσιονομική πολιτική παντού. Το αποτέλεσμα ήταν η στασιμότητα, αν όχι χειρότερα, ειδικότερα στην Ευρώπη.
Σήμερα,
πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι οι τεράστιες μειώσεις της παραγωγής
συγκριτικά με την τάση προ κρίσης, μπορεί να μην ανακτηθούν ποτέ. Κι
όμως, η αντίδραση των αξιωματούχων δεν ήταν να αναγνωρίσουν τα λάθη
τους, αλλά να επαναπροσδιορίσουν την αποδεκτή απόδοση σε νέα, χαμηλότερα
επίπεδα.
Είναι μία θλιβερή ιστορία...».
Fιnancial Times, 19/06/2013
του Martin Wolf ,«Η τοξική κληρονομία της ελληνικής κρίσης»
«Πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια η Ελλάδα διαμόρφωσε τη δυτική σκέψη. Πιο πρόφατα διαμόρφωσε την απάντηση στην οικονομική κρίση. Η Ελλάδα έχει υποστεί μία συμφορά και ο φόβος των άλλων μήπως την ακολουθήσουν, δικαιολόγησε την στροφή στη λιτότητα. Το αποτέλεσμα ήταν μία ασθενής ανάκαμψη από την ύφεση προ κρίσης, ιδίως στην Ευρωζώνη και την Βρετανία.
«Πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια η Ελλάδα διαμόρφωσε τη δυτική σκέψη. Πιο πρόφατα διαμόρφωσε την απάντηση στην οικονομική κρίση. Η Ελλάδα έχει υποστεί μία συμφορά και ο φόβος των άλλων μήπως την ακολουθήσουν, δικαιολόγησε την στροφή στη λιτότητα. Το αποτέλεσμα ήταν μία ασθενής ανάκαμψη από την ύφεση προ κρίσης, ιδίως στην Ευρωζώνη και την Βρετανία.
Όμως η Ελλάδα είχε τη λάθος κρίσης, στη λάθος στιγμή» γράφει ο
αρθρογράφος των Financial Times Martin Wolf σε κείμενό του υπό τον τίτλο
«Η τοξική κληρονομία της ελληνικής κρίσης». «Ο Σάιμον Ρεν-Λιούις του
πανεπιστημίου της Οξφόρδης, αφηγείται την ιστορία σε μία εξαιρετική
ανάρτησή του σε blog» συνεχίζει ο αρθρογράφος. «Στηρίζεται σε μία
κρίσιμη αξιολόγηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για το πρόγραμμα
της Ελλάδας που συμφωνήθηκε το Μάιο του 2010. Ιδού η περίληψη της
αναφοράς για τις αποτυχίες που καταγράφηκαν:
Δεν αποκαταστάθηκε η αξιοπιστία έναντι των αγορών. Το τραπεζικό σύστημα έχασε το 30% των καταθέσεών του. Η οικονομία βυθίστηκε σε πολύ βαθύτερη ύφεση από ότι αναμενόταν με εξαιρετικά υψηλή ανεργία.
Το
δημόσιο χρέος παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα και τελικά έπρεπε να
αναδιαρθρωθεί, με παράπλευρες απώλειες για τους ισολογισμούς των
τραπεζών που αποδυναμώθηκαν και από την ύφεση. Η ανταγωνιστικότητα
βελτιώθηκε κάπως λόγω της μείωσης των μισθών, αλλά οι διαρθρωτικές
μεταρρυθμίσεις αναβλήθηκαν και τα κέρδη σε επίπεδο παραγωγικότητας
αποδείχθηκαν απατηλά». Και προσθέτει:
«Η ελληνική κρίση όμως, δυστυχώς, έχει και δύο παγκόσμια αποτελέσματα:
Πρώτον,
εντός ευρωζώνης, το γεγονός ότι η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που
αντιμετώπισε προβλήματα έδωσε βαρύτητα στην άποψη των βορειοευρωπαίων
ότι η κρίση ήταν δημοσιονομική. Η Ελλάδα, πράγματι, ήταν περίπτωση
αξιοσημείωτης δημοσιονομικής σπατάλης, με καθαρό δημόσιο χρέος που
ξεπερνούσε το 100% του ΑΕΠ ακόμη και προ κρίσης.
Σε
άλλα μέρη όμως, η κατάσταση ήταν πολύ διαφορετική: ο ιδιωτικός
δανεισμός ήταν η ρίζα της κρίσης στην Ιρλανδία και την Ισπανία και – σε
μικρότερο βαθμό – την Πορτογαλία. Το δημόσιο χρέος της Ιταλίας ήταν
υψηλό, αλλά όχι λόγω πρόσφατης σπατάλης. Αποφασίζοντας ότι η κρίση ήταν
κατά κύριο λόγο δημοσιονομική, οι αξιωματούχοι αγνόησαν την αλήθεια, ότι
η βασική αιτία της αποδιοργάνωσης ήταν ο ανεύθυνος διακρατικός
δανεισμός, για τον οποίο οι χορηγοί της πίστωσης είναι αδιαμφισβήτητα
εξίσου υπεύθυνοι με εκείνους που έπαιρναν τα δάνεια. Εάν είχε γίνει
κατανοητή η ευθύνη και των δύο πλευρών – δανειστών και οφειλετών – τότε
τα ηθικά επιχειρήματα για τη διαγραφή χρεών θα ήταν πιο σαφή.
Δεύτερον,
η ελληνική κρίση φόβισε τους αξιωματούχους παντού. Αντί να
επικεντρώσουν τις προσπάθειές στην αντιμετώπιση της κατάρρευσης του
χρηματοοικονομικού κλάδου και στη μείωση του υπερβολικού ιδιωτικού
χρέους, που ήταν οι βασικές αιτίες της κρίσης, επικεντρώθηκαν στα
δημοσιονομικά ελλείμματα. Αυτά όμως, ήταν κυρίως σύμπτωμα της κρίσης, αν
και -εν μέρει- επίσης θα μπορούσαν επίσης να είναι η κατάλληλη πολιτική
απάντηση σε αυτή».Ο Μάρτιν Γουλφ καταλήγει στο δημοσίευμά του:
«Η
ιστορία γίνεται ακόμη πιο θλιβερή εάν αναλογιστεί κανείς ότι δεν ήταν
αναγκαίο να εξελιχθούν τα πράγματα έτσι. Αρχικά μπορεί να έμοιαζε λογικό
να φοβάται κανείς ότι η ελληνική κρίση ήταν το πρώτο ξέσπασμα μίας
δημοσιονομικής κρίσης με μορφή πανδημίας. Σύντομα όμως, έγινε σαφές ότι
οι χώρες με τα δικά τους ελεύθερα συναλλασσόμενα νομίσματα μπορούσαν
ακόμη να πουλήσουν δημόσιο χρέος με εξαιρετικά χαμηλό κόστος. Αυτό έγινε
εν μέρει λόγο της «ποσοτικής χαλάρωσης» των κεντρικών τραπεζών. Οι
κυβερνήσεις που είχαν δικές τους κεντρικές τράπεζες είχαν ένα βαθμό
ελευθερίας στη διαχείριση της αντίδρασης σε μία χρηματοοικονομική κρίση.
Για αυτές τις χώρες, η ώρα για ταχεία διαρθρωτική δημοσιονομική σύσφιξη
έρχεται μόνο αφού αρχίσει ο ιδιωτικός κλάδος να εξαλείφει τα δικά του
δομικά χρηματοοικονομικά πλεονάσματα. Κι αυτό δεν θα ήταν τόσο σύντομα
μετά την κρίση. Θα απαιτούσε επίσης αναδιάρθρωση του χρηματοοικονομικού
κλάδου και διαγραφές του υπερβολικού ιδιωτικού χρέους.
Με λίγα λόγια, η ελληνική κρίση αποδείχθηκε τριπλή καταστροφή. Καταστροφή για τους ίδιους τους Έλληνες, καταστροφή για την κοινή άποψη που επικράτησε ως προς την κρίση εντός της ευρωζώνης και καταστροφή από τη δημοσιονομική πολιτική παντού. Το αποτέλεσμα ήταν η στασιμότητα, αν όχι χειρότερα, ειδικότερα στην Ευρώπη.
Είναι μία θλιβερή ιστορία...».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου