Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

Για την αναγκαιότητα μετωπικής συγκρότησης του αγώνα.

Περιοδικό Αριστερή Συσπείρωση

Απόσπασμα:
….

Κόμμα ή μέτωπο; 
Δεν μπορεί σήμερα να προτάσσεται εσπευσμένα η (ανα-)συγκρότηση είτε η (επαν-) ίδρυση ενός κομμουνιστικού κόμματος (πόλου) ως προαπαιτούμενο της συγκρότησης του μετώπου είτε ως “η μόνη συνεπής επαναστατική γραμμή” έναντι του μετώπου…


Η συγκρότηση ενός κομμουνιστικού κόμματος -όχι κακέκτυπου αυτών της Γ’ Διεθνούς, αλλά της νέας εποχής- δεν είναι θέμα γούστου ή πολιτικής βούλησης κάποιων. Είναι μια περίπλοκη νομοτελής ιστορική διαδικασία που απαιτεί άλλου, ανώτερου επιπέδου όρους από αυτούς του μετώπου. Απαιτεί

1. την ωρίμανση των νέων στρατιών της εργατικής τάξης, τη μετάβασή τους από τη θέση της τάξης “εν εαυτή” στην τάξη “δι’ εαυτήν”. Απαιτεί δηλ. την οργάνωσή της κατ’ αρχήν σε συνδικαλιστικό και στη συνέχεια σε πολιτικό επίπεδο, όταν πλέον θα είναι σε θέση να επιτελεί καθοδηγητικό ρόλο στο σύνολο της μισθωτής εργασίας σε διεθνή κλίμακα (ποια είναι σήμερα η κατάσταση με τους ανέργους να είναι περισσότεροι από τους εργαζόμενους, με την επισφάλεια της απασχόλησης, την αδήλωτη εργασία και την χαμηλή συνδικαλιστική πυκνότητα κ.ο.κ.;).

2. Απαιτεί ουσιώδη ανάπτυξη της επαναστατικής θεωρίας, έτσι που μέσω της επιτέλεσης και των τριών θεμελιωδών λειτουργιών της (περιγραφής, εξήγησης και πρόβλεψης) να μπορεί να οδηγεί σε διακρίβωση σκοπών με τη μορφή του συγκεκριμένου θετικού (όχι αφηρημένου, “αντικαπιταλιστικού” κ.ο.κ.) κομμουνιστικού πολιτικού προγράμματος της εποχής (όχι μηρυκασμού εκδοχών του 19ου & 20ου αι., είτε ετεροπροσδιορισμών αυτών). Αλήθεια, ποια είναι σήμερα η κατάσταση της θεωρίας (ιδιαίτερα του θεωρητικού κεκτημένου εκείνων που προτάσσουν εδώ και τώρα τη συγκρότηση του κομμουνιστικού φορέα); Έχει διερευνηθεί διεξοδικά το σύγχρονο στάδιο της κεφαλαιοκρατίας, η θέση και ο ρόλος χωρών σαν την Ελλάδα σε αυτό; Έχει διερευνηθεί επιστημονικά (όχι θεολογικά ή αφοριστικά) η θέση και ο ρόλος των πρώιμων επαναστάσεων του 20ου αι., οι νομοτέλειες, οι αντιφάσεις τους και τα κατ’ εξοχήν αντικειμενικά (όχι υποκειμενικά-ιδεολογικά-αφοριστικά, τύπου “τότε πήραν λάθος γραμμή” ή/και βαφτίσια τύπου: “ανέκδοτα εκμεταλλευτικά καθεστώτα”, “κεϋνσιανά καθεστώτα”, “κρατικός καπιταλισμός” κ.ο.κ.) αίτια της αδυναμίας επίλυσης-προώθησης της βασικής και των παράγωγων αντιφάσεών τους, που οδήγησαν στην αντεπανάσταση και στην κεφαλαιοκρατική παλινόρθωση; Έχει προσδιοριστεί θετικά το τι ακριβώς πρεσβεύει η κομμουνιστική ενοποίηση της ανθρωπότητας, όχι ως αφηρημένο “όραμα”-ουτοπικό σχεδίασμα, αλλά ως νομοτελής πορεία, ως προοπτική ικανή να έλκει και να συστρατεύει ως η μόνη ζωτική προοπτική το κίνημα;

3. Απαιτεί μετάβαση από τη διάδοση αυτής της θεωρίας σε ομίλους της επαναστατικής νεολαίας σε συγκροτημένη πολιτική οργάνωση μάχης.

4. Στην εποχή της επιβολής διακρατικομονοπωλιακών ρυθμίσεων με αξιώσεις “Παγκόσμιας Διακυβέρνησης”, απαιτεί υπέρτερη αυτής του κεφαλαίου διεθνή οργάνωση και συντονισμό δράσης, κ.ο.κ.
Στο βαθμό που δεν πληρούνται αυτοί οι όροι, είτε συνειδητοποιείται αυτό είτε όχι (και καλά θα κάνει να συνειδητοποιηθεί) τα όποια εγχειρήματα βεβιασμένης επίσπευσης της συγκρότησης του νέου κομμουνιστικού φορέα της εποχής, είναι καταδικασμένα να αναπαράγουν γελοιογραφικά κακέκτυπα παρωχημένων μορφών, εκφυλίζοντας την ίδια την προοπτική της ωρίμανσης του επαναστατικού κομμουνιστικού φορέα της εποχής. 
Η κλιμάκωση του μετωπικού αγώνα, θα συμβάλλει οργανικά στην ωρίμανση των όρων για τον κομμουνιστικό φορέα της εποχής. Κάθε πρωθύστερο σχήμα μπορεί να φέρει πίσω την νομοτελή πορεία προς αυτό το φορέα.

Αριστερό μέτωπο, μέτωπο της αριστεράς; Για τις αρχές δραστηριοποίησης των κομμουνιστών στο μέτωπο.

Ωστόσο, Είναι σαφές ότι μέτωπο δεν χτίζεται χωρίς την αριστερά, είτε ακόμα και εναντίον της αριστεράς (το αντίθετο ανοίγει δρόμο μονοσήμαντα στο φασισμό). Επιπλέον, η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι εκ των πραγμάτων, ο βασικός πόλος έλξης, ο νους και η ραχοκοκκαλιά του μετώπου είναι οι πιο συνεπείς κομμουνιστικής αναφοράς και κομμουνιστικές δυνάμεις. Είναι και οφείλουν να είναι. Δεν φωνασκούν αυτάρεσκα για αυτό, αλλά το κάνουν όπως αρμόζει στους πραγματικούς επαναστάτες: με σεμνότητα, αφοσίωση, συνέπεια, ανιδιοτέλεια και αυτοθυσία. Δεν επιβάλλουν εκ των προτέρων την πρωτοκαθεδρία τους, επιδιώκοντας να σύρουν “αφ’ υψηλού” το λαό στα προαπαιτούμενά τους, αλλά κατακτούν με τη δράση και το παράδειγμά τους καθοδηγητικό ρόλο, πείθοντας και έλκοντας στην προοπτική που πρεσβεύουν (αρκεί να την έχουν και να παλεύουν γι’ αυτήν, συνδέοντάς την οργανικά με τα άμεσα ζωτικά προτάγματα της εποχής-συγκυρίας). Άρα, μέτωπο δεν σημαίνει “εκπτώσεις” σε αρχές. Τουναντίον. Όσο θα οξύνεται η πάλη, οι συγκροτημένοι θεωρητικά και ως συλλογικότητα κομμουνιστές θα συνδέουν με συνέπεια και συνέχεια κάθε βήμα με την ανάγκη κλιμάκωσης του αγώνα, με την προοπτική. Θα διαπαιδαγωγούν και θα διαπαιδαγωγούνται σ’ αυτή την προοπτική. Θα είναι οι πιο συνεπής δύναμη, ακριβώς λόγω της στρατηγικής που οφείλουν να πρεσβεύουν.

Επιχειρείται τελευταία από κάποιους που αντιτίθενται στη μετωπική συμπόρευση δυνάμεων και αγωνιστών μια ολισθηρή και μάλλον επικίνδυνη ταχυδακτυλουργία: επιχειρείται να ταυτιστεί κάθε εγχείρημα-πρόταγμα άμεσης παρέμβασης στις δραματικές αντιφάσεις της συγκυρίας με τη χυδαία συστημική κυβερνητική πρεμούρα της εκφυλισμένης-πουλημένης αριστεράς. Επιχειρείται να παρουσιαστεί κάθε τέτοιο εγχείρημα ως δήθεν οπορτουνισμός-καιροσκοπισμός, που επιδιώκει δήθεν εμπλοκή στο “εδώ και τώρα” χωρίς αρχές, όρους και όρια, αποκόπτοντας τη συγκυρία από τα βαθύτερα καθήκοντα της εποχής και την προοπτική της επαναστατικής στρατηγικής. Αν ίσχυε αυτό το τρικ, τότε οι πιο “συστημικοί” θα ήταν όλοι οι επαναστάτες που άφησαν παρακαταθήκες στο επαναστατικό κίνημα μέσα ακριβώς από (νικηφόρες και ηττημένες) παρεμβάσεις σε ανεπίλυτες αντιφάσεις του συστήματος, σε κρισιακές, επαναστατικές κ.ο.κ. συγκυρίες. Από πότε και βάσει ποιας επαναστατικής θεωρίας αναγορεύεται η παραίτηση-αποστασιοποίηση από την εμπλοκή στην κρισιακή συγκυρία ως κριτήριο επαναστατικής συνέπειας; Ακριβώς αυτή την παραίτηση όριζαν τόσο ο Μαρξ όσο και ο Λένιν βασικό σύμπτωμα ηθικοπολιτικής αυτοκτονίας και αποστασίας των επαναστατών, όχι σε αποσπασματικά χωρία, αλλά σε όλο το θεωρητικό και πρακτικό τους έργο. Έτσι αντιμετώπισαν οι Μαρξ και Ένγκελς τους ηγέτες των “υπεραριστερών” σεχταριστών της “Ένωσης κομμουνιστών” Βίλλιχ και Σάππερ και τα φραστικά “παιχνίδια” με την επανάσταση: “Ενώ εμείς λέμε στους εργάτες:  έχετε να περάσετε από 15, 20, 50  χρόνια εμφύλιου πόλεμου,  ώστε να αλλάξετε την κατάσταση και να διαπαιδαγωγηθείτε για την άσκηση της εξουσίας, [εκείνοι]  τους λένε:  πρέπει να πάρουμε την εξουσία αμέσως,  αλλιώς μπορούμε κάλλιστα να πάμε στο κρεβάτι μας”  (Από τα Πρακτικά της συνάντησης για την κεντρική διεύθυνση [της Κομμουνιστικής Λίγκας]  στις 15  Σεπτεμβρίου 1850, στο Marx-Engels, Collected Works, vol.10, pp.626).

Όλη η διάλυση της Β’ Διεθνούς, η αποστασία των Κάουτσκι, Πλεχάνοφ, μενσεβίκων κ.ο.κ.,  δεν είχε να κάνει με έλλειμμα αφηγήσεων, οραματικού λόγου και υποσχέσεων στην ανθρωπότητα στις παραμονές της μεγάλης παγκόσμιας κρίσης και του παγκοσμίου πολέμου, αλλά με το τι έκαναν όλοι αυτοί στην πρακτική της ταξικής πάλης στην κρίσιμη συγκυρία. Το κεφαλαιώδες λοιπόν, δεν είναι μια αφηρημένη διακήρυξη του συνθήματος του μέλλοντος, αλλά ο συγκεκριμένος αγώνας για την κατάκτηση-δημιουργία των θεωρητικών, πρακτικών, οργανωτικών μέσων και τρόπων επίτευξης του στρατηγικού σκοπού, ιδιαίτερα όταν οι «ρωγμές» της γενικευμένης κρίσης του συστήματος μπορούν να γίνουν πύλες για την επαναστατική ανατροπή των συσχετισμών δυνάμεων και του ρου της ιστορίας.

Μια αναγκαία διευκρίνιση: καιροσκοπισμός-οππορτουνισμός δεν είναι η όποια εμπλοκή-παρέμβαση στη συγκυρία, αλλά εκείνος ο τύπος παρέμβασης που γίνεται χωρίς αρχές, χωρίς διάγνωση των αντικειμενικών και υποκειμενικών όρων, συσχετισμών και διακυβευμάτων της εποχής-συγκυρίας, χωρίς τη βέλτιστη συνειδητή υπαγωγή αυτής της εμπλοκής στο στρατηγικό σκοπό της κομμουνιστικής ενοποίησης της ανθρωπότητας. Είναι ο τακτικισμός, η σπουδή για διαχειριστική εμπλοκή-προσαρμογή στο αστικό σύστημα, με τους όρους του τελευταίου, είναι η άμβλυνση του ταξικού αγώνα αντί για την συνειδητή και οργανωτική αναβάθμισή του, είναι ο κατακερματισμός και η απουσία οργάνωσης-συντονισμού του κινήματος στην κρίσιμη φάση του αγώνα, είναι απουσία επαναστατικής θεωρίας και αντίστοιχης συνειδητής στάσης, που καταλήγει σε συνδιαλλαγή, σε πρόθυμη υποταγή των συμφερόντων της μισθωτής εργασίας σε αυτά των αστών, των εθνικών και υπερεθνικών τους οργάνων, με αντίστοιχη μετάθεση του αγώνα για ριζικό επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας, για το σοσιαλισμό-κομμουνισμό στο απροσδιόριστο μέλλον. Οφείλουμε λοιπόν να διαχωρίζουμε την προσαρμοστική προθυμία για συμβιβασμούς χωρίς αρχές και στρατηγική των οππορτουνιστών από τις συμφωνίες και τους τακτικούς συμβιβασμούς βάσει αρχών. Χωρίς τα τελευταία είναι ανέφικτη η διεξαγωγή πραγματικής (όχι φανταστικά “καθαρής”) ταξικής πάλης.

Τυπική περίπτωση καιροσκοπισμού-αποστασίας, είναι και η μη εμπλοκή στη μοναδική κρισιακή συγκυρία (με το προκάλυμμα εκδοχών “ορθοδοξίας” και “επαναστατικής καθαρότητας” κ.ο.κ.), που επιτρέπει στην καθεστωτική αντίδραση να αλωνίζει…

Για τους πραγματικούς επαναστάτες, το πρόβλημα δεν είναι λοιπόν η απριόρι παραίτηση-αποστασιοποίηση από κάθε παρέμβαση στη συγκυρία, αλλά η επιλογή των εκάστοτε βέλτιστων για τις προοπτικές της επανάστασης και του κομμουνισμού όρων εμπλοκής του επαναστατικού κινήματος και ιδιαίτερα της όποιας πρωτοπορίας του (εντός ή εκτός εισαγωγικών).

Δεν υπάρχει πιο βλακώδης και καταστροφική για το κίνημα αντιδιαλεκτική προκατάληψη, από αυτή που συνδέει τη μετωπική πολιτική με παραίτηση και αποστασία από την επαναστατική θεωρία και στρατηγική. Η προκατάληψη αυτή εκδηλώνεται τραγελαφικά, με μιαν εμμονή κάποιων στη στρατηγική “ορθοδοξία” ως προαπαιτούμενο για την παραμικρή επιμέρους τακτική κίνηση, σε βαθμό αντιστρόφως ανάλογο της πραγματικής θεμελίωσης και του συγκεκριμένου ιστορικού χαρακτήρα αυτής της “στρατηγικής”. Δυστυχώς, πολύ συχνά, αν όχι κατά κανόνα, θέτουν φραγμό σε κάθε μετωπική πρωτοβουλία και αγώνα άνθρωποι και συλλογικότητες, η θεωρητική συγκρότηση και η σαφήνεια των στρατηγικών προταγμάτων των οποίων είναι επιεικώς φαιδρά. Αυτή η θεωρητική ανεπάρκεια είναι οργανικά συνδεδεμένη με την αδυναμία διαλεκτικής και ιστορικά συγκεκριμένης αντίληψης της σχέσης μεταξύ στρατηγικής και τακτικής, που έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη σύγχυση και παράλυση-παραίτηση: κάθε επιμέρους τακτικό βήμα εκλαμβάνεται ως ατόφια στρατηγικό και αντιστρόφως, η στρατηγική εκλαμβάνεται αδιαμεσολάβητα ως τακτική.

Όταν οι επαναστάτες, οι κομμουνιστές καλούν σε μέτωπο, δεν αποποιούνται την κομμουνιστική θεωρία και προοπτική. Μέτωπο με κρυψίνοιες, κρυφές ατζέντες και καπελώματα, δεν γίνεται. Δεν τίθεται ως προαπαιτούμενο για τη “μαζικότητα” του μετώπου η άρνηση είτε η συγκάλυψη της κομμουνιστικής προοπτικής από τους κομμουνιστές που συστρατεύονται και πρωτοστατούν σε αυτό. Απλώς αυτή η προοπτική (όπως την εννοεί ο καθ’ εις) δεν μπορεί να τίθεται ως προαπαιτούμενο για τη σύμπηξη του Μετώπου και την προώθηση των διεκδικήσεών του, δεν μπορεί να τίθεται ως κραυγαλέα προμετωπίδα αριστερής, αντικαπιταλιστικής, σοσιαλιστικής, κομμουνιστικής κ.ο.κ. “καθαρότητας”. Μιας “καθαρότητας”, που θα δρα αποτρεπτικά για τη συστράτευση ανθρώπων, οι οποίοι προσφάτως κάνουν τα πρώτα βήματα της ριζοσπαστικοποίησής τους και είναι άκρως επιφυλακτικοί σε κάθε ακατάληπτη διακήρυξη.

Δεν μας χρειάζεται λοιπόν ούτε “αριστερό” μέτωπο, ούτε μέτωπο “της αριστεράς”, της “παναριστεράς” κ.ο.κ. Το πρόσημο και η κοινωνική σημασία του μετώπου θα τίθενται από τα προτάγματα, από την πρακτική του στην κοινωνία, από το περιεχόμενο και τις μορφές του αγώνα, ενός αγώνα που δεν θα αναπαράγει αγκυλώσεις και προκαταλήψεις, αλλά θα ενοποιεί χειραφετικά το συλλογικό του υποκείμενο. Εάν π.χ. κάποιος άνθρωπος στη φάση της ριζοσπαστικοποίησής του συστρατεύεται με το πρόταγμα της εθνικοποίησης των τραπεζών και κομβικών κλάδων υποδομών με εργατικό έλεγχο, αλλά δεν αυτοπροσδιορίζεται σήμερα ως αριστερός, κομμουνιστής κ.ο.κ., θα πρέπει να τίθεται εκτός Μετώπου; Το ίδιο το περιεχόμενο παρόμοιων αιτημάτων τι είναι άραγε, δεξιό; Για ποιο λόγο λοιπόν σε αυτή τη συγκυρία να κραυγάζει το Μέτωπο περί της αριστεροσύνης ή περί του ανικαπιταλισμού του;

Επομένως, το μέτωπο έχει νόημα, εάν και μόνον εάν, απεμπλακεί από την εσωστρέφεια των ενδοαριστερών οριοθετήσεων-αναδιατάξεων του παρελθόντος και στραφεί ρωμαλέα στις λαϊκές μάζες, δίνοντάς τους πραγματική προοπτική ζωής και αγώνα.

Ο Λένιν στηλίτευσε αμείλικτα τις «φαιδρές σχολαστικές» σχηματοποιήσεις κάποιων που φαντασιώνονται το κίνημα και την επαναστατική διαδικασία κατά τον εξής τρόπο: « … θα παραταχθεί σε ένα μέρος ένα στράτευμα και θα πει: “εμείς είμαστε υπέρ του σοσιαλισμού”, ενώ σε ένα άλλο μέρος [θα παραταχθεί] ένα άλλο, και θα πει: “εμείς είμαστε υπέρ του ιμπεριαλισμού” και αυτή θα είναι η κοινωνική επανάσταση!… Όποιος αναμένει την “καθαρή” κοινωνική επανάσταση, ποτέ δεν θα ζήσει να τη δει. Αυτός είναι ένας επαναστάτης στα λόγια, που δεν κατανοεί την πραγματική επανάσταση». Και διευκρίνιζε: «Η σοσιαλιστική επανάσταση στην Ευρώπη δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο, εκτός από έκρηξη της μαζικής πάλης όλων και όλων των ειδών των καταπιεσμένων και ανικανοποίητων. Μέρος της μικρής αστικής τάξης και των καθυστερημένων εργατών αναπόφευκτα θα συμμετάσχει σε αυτήν -χωρίς αυτή τη συμμετοχή δεν είναι εφικτός ο μαζικός αγώνας, δεν είναι εφικτή καμία επανάσταση…» (Άπαντα, τ. 30, σ. 54).

Δεν είναι η πάλαι ποτέ ιστορική ή/και αυτόκλητη πρωτοπορία της τάξης και του όποιου κόμματος, που θα αποφανθεί δίκην ασκήσεων επί χάρτου περί του «πολιτικώς και ιδεολογικώς ορθού» αγώνα, αλλά, τουναντίον, αυτός που θα αναδείξει την πρωτοπορία της εργατικής τάξης και την προοπτική είναι ο μετωπικός αγώνας στην κλιμάκωσή του: «το προλεταριάτο συνιστά μια πραγματικά επαναστατική, μια πραγματικά σοσιαλιστικά δρώσα τάξη, μόνο υπό τον όρο ότι διεκδικεί και δρα ως πρωτοπορία όλων των εργαζομένων και όσων υφίστανται την εκμετάλλευση, ως ηγέτης τους στον αγώνα για την ανατροπή των εκμεταλλευτών…» (Άπαντα, τ. 41, σσ. 169-170).

Η επαναστατική κατάσταση σηματοδοτεί ουσιαστικά μια ριζική καμπή στην ιστορία της κοινωνίας, όπου γίνεται άμεσα και έντονα έκδηλη η ανεπάρκεια και η ιστορική χρεοκοπία της άρχουσας τάξης και του καθεστώτος της, η αναντιστοιχία της με τις ανάγκες και τις επιταγές της εποχής, η αδυναμία της να επιτελέσει λειτουργίες ηγεμονίας και κυρίαρχου υποκειμένου διά των ιδεολογικών και πολιτικών εκπροσώπων του καθεστώτος της. Τότε είναι που προκύπτει επιτακτικά η δυνατότητα και η αναγκαιότητα ριζικής επαναστατικής μεταστροφής του ρου της ιστορίας, ανάληψης πρωτοβουλίας κινήσεων από τους κάτω, αναβάθμισής τους από τη θέση των υποτακτικών ενεργούμενων σε συγκροτημένο υποκείμενο, με όρους αρχικά ηθικοπολιτικής ηγεμονίας και στη συνέχεια με την αξίωση κατίσχυσης και κυριαρχίας με όρους συσχετισμών δυνάμεων. Για να γίνει αυτή η δυνατότητα πραγματικότητα, απαιτείται συγκρότηση και ανάπτυξη του επαναστατικού υποκειμένου με όρους μετώπου, κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας, μαζικής ενότητας δράσης.

Χρειάζεται άραγε να συμφωνήσουμε σε όλα για να συμπήξουμε νικηφόρο κίνημα ανατροπής του καθεστώτος; Κάθε άλλο. Μέτωπο σημαίνει: κτυπάμε μεν μαζί στα επιτακτικά & ζωτικής σημασίας βραχυμεσοπρόθεσμα που συμφωνούμε, επιφυλασσόμεθα δε, συζητάμε, κάνουμε ζύμωση, παλεύουμε για τα περαιτέρω. Δεν συγκαλύπτουμε, δεν κουκουλώνουμε τις όποιες διαφωνίες, αλλά τις αναδεικνύουμε, με πλήρη σεβασμό στους συντρόφους μας που είναι φορείς τους, κτίζοντας συντροφικές σχέσεις ανεξιγνωμίας και συναγωνιστικότητας.

Επομένως, είναι ζωτικής σημασίας: 
α. η σαφήνεια στη διατύπωση των θέσεων-απόψεων, ώστε να καταστούν σαφή και τα πλαίσια της όποιας συμφωνίας ή διαφωνίας, ώστε να δούμε στην κρίσιμη φάση τι πραγματικά μας ενώνει και τι μας χωρίζει, 
β. η σαφής διατύπωση των άμεσων βραχυμεσοπρόθεσμων, μεταβατικών στόχων παρέμβασης, όχι στο απροσδιόριστο μέλλον, αλλά ακριβώς στο πλέγμα αντιφάσεων της συγκυρίας που καθιστά ευάλωτο και αδύναμο το καθεστώς, που παρέχει τις βέλτιστες δυνατότητες αλλαγής των συσχετισμών με κλιμάκωση της ριζοσπαστικοποίησης και αγωνιστική διαπαιδαγώγηση του λαού, 
γ. η δημιουργία κλίματος-ατμόσφαιρας εμπιστοσύνης, καλής προαίρεσης, άρσης κάθε καχυποψίας και όλων των συσσωρευμένων φορτίσεων (που καθιστούν ενίοτε το διάλογο με τον ταξικό αντίπαλο πιο εύκολο από το διάλογο μεταξύ -κατά τα λοιπά- ομοϊδεατών)…
δ.  η συγκρότησή του βάσει των αρχών της αιρετότητας, της εκ περιτροπής εναλλαγής, του διαρκούς ελέγχου από τα κάτω, της λογοδοσίας και της ανακλητότητας. Της βέλτιστης δημοκρατικής και αποτελεσματικής-μάχιμης λειτουργίας σε όλα τα επίπεδα, ώστε να αίρονται και οργανωτικά οι πιθανότητες επιβολής, καπελώματος, μικροκομματικών παιγνίων κ.ο.κ. και οι αντίστοιχες παραλυτικές καχυποψίες και κωλυσιεργίες. 
Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο και ανέφικτο, σχέσεις αυτού του τύπου δομούμε με εξαιρετική επιτυχία εδώ και μια δεκαετία τουλάχιστον, στα πλαίσια των Ομίλων Επαναστατικής Θεωρίας (βλ. http://www.omilos.tuc.gr/). Και είναι καταλυτική η σημασία των κομμουνιστών σε αυτές τις σχέσεις.

Άλλωστε, στην κρισιακή συγκυρία, όπως αυτή εκδηλώνεται στον «ασθενή κρίκο», το κάθε πρόταγμα από τη μετωπική δέσμη βραχυ-μεσοπρόθεσμων διεκδικήσεων του κινήματος, εξακοντίζεται στον πυρήνα των διακυβευμάτων της εποχής, αναμετράται με τις κυρίαρχες στρατηγικές επιλογές της άρχουσας τάξης, συναρτάται με τη δυναμική του ριζικού επαναστατικού μετασχηματισμού, με το έναυσμα της επανεκκίνησης της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας. Είναι λοιπόν σκόπιμο, αυτή η συνάρτηση να γίνεται μετά λόγου γνώσεως, συνειδητά, με όρους διαλεκτικής υπαγωγής των τακτικών κινήσεων στη στρατηγική, με όρους εμπλοκής του επαναστατικού κινήματος στη «ζώνη εγγύτερης ανάπτυξης» της συγκυρίας.

Είναι θέμα ζωής ή θανάτου του λαού και του κινήματος η συγκρότηση αυτής της κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας. Η συγκρότηση ενός ενιαίου κέντρου συντονισμού και περιφρούρησης του νικηφόρου αγώνα σε όλα τα επίπεδα, με κάθε αναγκαίο τρόπο και μέσο, ικανού να αδράξει τη στρατηγική πρωτοβουλία κινήσεων από το Μαύρο Μέτωπο του καθεστώτος, υπερβαίνοντας την ηττοπάθεια και τις εκ των υστέρων μάχες οπισθοφυλακής. Ενός Μετώπου για τη διεκδίκηση λαϊκής κυριαρχίας, πατριωτικού και διεθνιστικού7.

Η βέλτιστη επίτευξη αυτών των όρων, απαιτεί επιτακτικότερα από ποτέ το θετικό προσδιορισμό της κομμουνιστικής προοπτικής, όχι ως προαπαιτούμενο της σύμπηξης της ως άνω κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας (που θα συνιστούσε καταστροφικό σεκταρισμό), αλλά ως σαφή διακηρυγμένο σκοπό και προσανατολιστική αρχή των κομμουνιστών σε αυτή την εμπλοκή.

Απαιτείται λοιπόν θεμελιώδης ανάπτυξη της επαναστατικής θεωρίας και της κλιμάκωσης της συγκρότησης του υποκειμένου των επικείμενων επαναστάσεων, αρχής γενομένης από ένα μετωπικό αγώνα, που θα εδράζεται σε κοινή δράση, με διεκδικήσεις που θα αφορούν τις επιτακτικές θεμελιώδεις ανάγκες ζωτικής σημασίας για την επιβίωση εκατομμυρίων ανθρώπων. Έναν αγώνα αντιιμπεριαλιστικό, για λαϊκή κυριαρχία και κοινωνική απελευθέρωση, για τον εκδημοκρατισμό της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, εναντίον των πλέον επιθετικών δυνάμεων του παγκόσμιου χρηματιστικού κεφαλαίου, εναντίον των νέων μορφών αποικιοκρατίας. Μέσα από αυτό το θεωρητικό και πρακτικό αγώνα θα λάβει χώρα μια πολύ σημαντική ριζοσπαστικοποίηση των μαζών, σε μια διαδικασία ωρίμανσης του επαναστατικού υποκειμένου για την επαναστατική ενοποίηση της ανθρωπότητας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

.feed-links {display: none;}