- Η ανακοίνωση της λίστας των υποψηφίων για τα εξωτερικά μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης του Πανεπιστημίου Κρήτης προκάλεσε έκπληξη σε αρκετούς. Ανάμεσα στους 27 υποψηφίους συγκαταλεγόταν και ο κ. Κώστας Λαπαβίτσας, καθηγητής οικονομικών στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Μελετών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Αυτή η απροσδόκητη -για κάποιους- υποψηφιότητα στάθηκε αφορμή για την συνέντευξη που ακολουθεί. Ο κ. Λαπαβίτσας συμμετέχει ενεργά στον δημόσιο διάλογο σε εθνικό κι ευρωπαϊκό επίπεδο σχετικά με την τρέχουσα οικονομική κρίση. Αρθρογραφεί συστηματικά στον ευρωπαϊκό τύπο (Guardian) και οι απόψεις του συνθέτουν έναν ιδιαίτερα διακριτό ιδεολογικό πόλο. Αν και ο πειρασμός να μιλήσουμε με τον γνωστό καθηγητή οικονομικών για την κρίση και την πολιτική επικαιρότητα ήταν μεγάλος, αποφασίσαμε να περιορίσουμε τη συζήτησή μας σε αμιγώς εκπαιδευτικά και πανεπιστημιακά ζητήματα. Αυτή ακριβώς είναι και η ιδιαιτερότητα της συνέντευξής μας καθώς είναι μια απο τις λίγες στιγμές που ο Κώστας Λαπαβίτσας μιλά για την Παιδεία.
Τον
Νοέμβριο θέσατε υποψηφιότητα για εξωτερικό μέλος του Συμβουλίου
Διοίκησης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Για την Αριστερά, η συμμετοχή στις
εκλογές για την ανάδειξη των Συμβουλίων Διοίκησης ήταν θέμα ταμπού. Τι
σας έκανε να θέσετε υποψηφιότητα;
Η συμμετοχή
στις εκλογές δεν είναι καθόλου ταμπού για την Αριστερά. Υπάρχει έντονη,
αλλά αφανής, διαφωνία για την καλύτερη τακτική αντιμετώπισης της
συντηρητικής επίθεσης στα πανεπιστήμια. Μου ζητήθηκε να υποβάλω
υποψηφιότητα από συναδέλφους που εκτιμώ απεριόριστα το επιστημονικό τους
έργο, αλλά και τη στάση τους στα ακαδημαϊκά και στα κοινά. Έχοντας
πολύχρονη σχέση με το Πανεπιστήμιο Κρήτης γνωρίζω ότι γίνεται
ριζοσπαστική έρευνα στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, με
παγκόσμια εμβέλεια και διεθνώς αναγνωρισμένη ποιότητα. Έχει λοιπόν
ιδιαίτερη σημασία για τα πανεπιστημιακά πράγματα της Ελλάδας να
διαφυλαχθεί ο χαρακτήρας του.
Από την
πλευρά μου, ως πανεπιστημιακού του εξωτερικού, δύο παράγοντες ήταν
σημαντικοί. Ο πρώτος ήταν φυσικά να ανταποκριθώ στο αίτημα συναδέλφων
που εκτιμώ. Ο δεύτερος είχε να κάνει με την μακρόχρονη εμπειρία της
αξιολόγησης στα βρετανικά πανεπιστήμια. Γνωρίζω καλά πόσο σημαντικό
είναι να υπάρχουν στις επιτροπές άνθρωποι που δεν αποδέχονται την
κυρίαρχη ιδεολογία και μπορούν να υπερασπιστούν τις ριζοσπαστικές
προσεγγίσεις. Στη Βρετανία είναι σπάνιοι και αυτός είναι ένας από τους
λόγους που η αξιολόγηση έχει μετατραπεί σε εργαλείο λογοκρισίας και
συντηρητισμού. Πρέπει να αποτραπεί κάτι παρόμοιο στην Ελλάδα, ενώ
παράλληλα πρέπει να απορριφθεί συνολικά η συντηρητική στροφή που
επιχειρείται.
Ο Ριζοσπάστης, για παράδειγμα, επιτέθηκε και σε εσάς προσωπικά για αυτή την απόφασή σας.
Προσωπική
επίθεση δεν μου έκανε μόνο ο Ριζοσπάστης, δυστυχώς. Συμμετείχαν και
διάφοροι στο διαδίκτυο, χωρίς να έχουν ιδέα για το θέμα, χωρίς να
επικοινωνήσουν ποτέ μαζί μου και, βεβάιως, ανυπόγραφα. Το ζητούμενο ήταν
το μικροπολιτικό όφελος. Στην περίπτωση δε του Ριζοσπάστη ο ανώνυμος
αρθρογράφος δήλωσε, ούτε λίγο, ούτε πολύ, ότι η υποψηφιότητά μου
αποδεικνύει την αναξιοπιστία του Σύριζα. Ράβδος εν γωνία, άρα βρέχει.
Και μιας και
πιάσαμε τα προσωπικά, επιτρέψτε μου να συμπληρώσω την εικόνα για να
βοηθήσω τους καλούς σχολιαστές. Δεν αληθεύει ότι δεν εκλέχθηκα. Απέσυρα
την υποψηφιότητα μου, σε συνεννόηση με τους συναδέλφους της Κρήτης, λίγο
μετά την υποβολή της. Ο λόγος ήταν ότι είχε ξεκινήσει το λασπολογικό
κουτσομπολιό που την έκανε μάλλον βλαπτική. Είχαν όμως ήδη πάρει φόρα οι
διαδικτυακοί αγωνιστές.
Με τη
διακήρυξη της Μπολόνια ξεκίνησε η διαδικασία δημιουργίας του ενιαίου
ευρωπαϊκού χώρου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η μόνη σύγκλιση που
παρατηρούμε από τότε είναι, όπως έχει παρατηρήσει και ο Κωνσταντίνος
Τσουκαλάς, η κοινή τάση εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης της
ανώτατης εκπαίδευσης. Ποια είναι η άποψή σας;
Η διαδικασία που συμβαίνει είναι πολύπλοκη και χρειάζεται προσοχή. Ένας
παράγοντας είναι ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση διευρύνεται και παίρνει
μαζικό χαρακτήρα, αλλά το κόστος σπουδών μεταφέρεται όλο και περισσότερο
στον φοιτητή, μέσω διδάκτρων, ή περικοπών των παροχών. Δεν πρόκειται
όμως για ιδιωτικοποίηση, ή την μετατροπή των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων σε
κερδοσκοπικούς οργανισμούς. Πρόκειται μάλλον για περιορισμό του δημόσιου
χαρακτήρα του πανεπιστημίου μέσω της επιβολής κανόνων λειτουργίας που
προσομοιάζουν την αγορά, χωρίς αυτή να υφίσταται πραγματικά. Το
πανεπιστήμιο υποχρεώνεται να λειτουργήσει ως επιχείρηση, ενώ δεν είναι
και ούτε μπορεί να γίνει. Ο στόχος είναι η μεταβίβαση του κόστους
εκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού από τη γενική φορολογία στα άτομα
και τις οικογένειες.
Δεύτερος παράγοντας είναι η στενότερη διασύνδεση της έρευνας με την
αγορά. Εδώ όντως έχουμε φαινόμενα καπιταλιστικής λειτουργίας, ιδίως στον
χώρο των καθαρών επιστημών, οι οποίες και παίζουν κυρίαρχο ρόλο. Η
χρηματοδότηση της έρευνας στον τομέα αυτό έχει πιο ξεκάθαρο εμπορικό
χαρακτήρα και συχνά οδηγεί σε εμπορικές εφαρμογές. Δεν είναι λίγα τα
προσωπικά οφέλη που αποκομίζουν ορισμένοι ερευνητές.
Τρίτος παράγοντας είναι η συστηματική σχέση των πανεπιστημίων με
ιδιωτικά ιδρύματα και χορηγούς οι οποίοι χρηματοδοτούν την έρευνα και
συχνά και την διδασκαλία. Στον τομέα των κοινωνικών επιστημών αυτό συχνά
σημαίνει την κυριαρχία των πιο συντηρητικών ιδεών. Η διαδικασία αυτή
έχει διάρκεια δεκαετιών και έχει συμβάλει στο ασφυκτικό ιδεολογικό
καθεστώς σε πολλούς κλάδους, όπως στα οικονομικά.
Απόρροια των τάσεων αυτών είναι η εντονότερη γραφειοκρατικοποίηση των
πανεπιστημίων διότι προσπαθούν να λειτουργήσουν με όρους αγοράς, ενώ από
την φύση τους δεν υπόκεινται εύκολα στην λογική του κέρδους. Παρόμοιο
φαινόμενο είναι και οι πίνακες κατάταξης των πανεπιστημίων παγκοσμίως,
αλλά και η συνεχής εμφάνιση μηχανισμών αξιολόγησης. Αν υπήρχε
πραγματικός καπιταλισμός στην παιδεία δεν θα χρειάζονταν όλα αυτά. Η
αγορά από μόνη της θα κατέτασσε, θα διαστρωμάτωνε και θα αξιολογούσε τα
πανεπιστήμια μέσω των τιμών. Τέτοια αγορά δεν υπάρχει, ούτε και ποτέ θα
υπάρξει για μια τόσο μαζική τριτοβάθμια παιδεία. Έτσι υποκαθίσταται από
γραφειοκρατικούς και αυθαίρετους μηχανισμούς που κάνουν τα πανεπιστήμια
αναποτελεσματικά, επιβάλλουν κόστος στους οικογενειακούς
προϋπολογισμούς, επιφέρουν έντονη διαστρωμάτωση και καταστρέφουν τον
δημόσιο χαρακτήρα της παιδείας.
Στο πλαίσιο
αυτό η ευρωπαϊκή τριτοβάθμια παιδεία αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα. Η
πολυδιάσπαση – γλωσσική, πολιτισμική, θεσμική και άλλη – δεν της
επιτρέπει εύκολα να δημιουργήσει πανεπιστήμια που θα έχουν παγκόσμιο
ρόλο. Ιστορικά κέντρα ακαδημαϊκής αριστείας, όπως η Γαλλία, βρίσκονται
σε υποχώρηση εδώ και χρόνια. Το αγγλοσαξωνικό μοντέλο των τριών ή
τεσσάρων χρόνων πρώτων σπουδών που ακολουθούνται από ένα έτος
μεταπτυχιακών σπουδών κυριαρχεί για δύο λόγους. Πρώτον, είναι αυστηρά
δομημένο, αλλά παράλληλα ευλύγιστο επιτρέποντας στον φοιτητή να βγει
σχετικά σύντομα και με επάρκεια στην αγορά εργασίας. Δεύτερον, βασίζεται
στην αγγλική γλώσσα που του δίνει πραγματικά παγκόσμια εμβέλεια,
περιλαμβανομένης της Κίνας, της Ινδίας, της Μέσης Ανατολής, κλπ. Δεν θα
μπορέσει εύκολα να εμφανιστεί εναλλακτικό ευρωπαϊκό σχήμα στις παρούσες
συνθήκες.
Βαθιά μου
πεποίθηση είναι πως εκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν είναι μια αλλαγή στο
τρόπο διοίκησης των πανεπιστημίων αλλά η σύνδεση της παιδείας με την
παραγωγική ανασυγκρότηση και το νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Ποια
είναι η άποψή σας; Τι αλλαγές χρειάζεται η ανώτατη εκπαίδευση στην
Ελλάδα και ποια είναι τα διδάγματα που έχετε αποκομίσει από την πολυετή
εμπειρία σας στο αγγλοσαξωνικό μοντέλο;
Έχετε δίκιο
όσον αφορά το περιεχόμενο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Το κύριο
πρόβλημα της χώρας μας δεν είναι ο τρόπος διοίκησης των πανεπιστημίων,
αλλά η δομή και το περιεχόμενο της τριτοβάθμιας παιδείας και προφανώς η
σχέση της με τον παραγωγικό ιστό. Θέλω καταρχήν να τονίσω ότι, παρά την
ακατάσχετη σχετική φιλολογία, ουδεμία σχέση έχουν τα ελληνικά
πανεπιστήμια σήμερα με αυτά προ τεσσάρων και πέντε δεκαετιών. Τα
πράγματα είναι ασυγκρίτως καλύτερα από πλευράς καθηγητικού προσωπικού,
φοιτητών, διδασκαλίας, έρευνας, υλικοτεχνικής υποδομής, διεθνούς
παρουσίας, κλπ. Ποιά σύγκριση μπορεί να υπάρξει με τα πανεπιστήμια μιας
εποχής που η χώρα ήταν φτωχή, έντονα αγροτική και σχετικά απομονωμένη;
Το
ουσιαστικό πρόβλημα είναι ότι, παρά τις αλλαγές, η τριτοβάθμια παιδεία
δεν κατόρθωσε να αποκτήσει συστηματική διασύνδεση με την παραγωγική
διαδικασία έτσι ώστε και οι δεξιότητες του εργατικού δυναμικού να
βελτιώνονται ανεβάζοντας την παραγωγικότητα, αλλά και να υπάρχει
σημαντική ανεξάρτητη παραγωγή τεχνολογίας στη χώρα. Τα πανεπιστήμια
είναι μεν απείρως καλύτερα από πρίν, δεν αποδίδουν δε το έργο που είναι
απαραίτητο για μια χώρα του επιπέδου ανάπτυξης της Ελλάδας. Η
προβληματική σχέση ανάμεσα στην παιδεία και στην παραγωγή είναι και η
αιτία της τεράστιας κοινωνικής δαπάνης για σπουδές νέων Ελλήνων στο
εξωτερικό επιβαρύνοντας τις οικογένειές τους. Πρόκειται για σπατάλη
πόρων διότι γίνεται χωρίς εθνικό σχέδιο, ή κρατική καθοδήγηση, και άρα
δεν συμβάλλει συστηματικά στην ανάπτυξη.
Η κρίση και
η πολιτική λιτότητας που επιβλήθηκε μέσω των Μνημονίων θα κάνουν τα
πράγματα πολύ χειρότερα. Η λειτουργία των πανεπιστημίων έχει χτυπηθεί
από τις περικοπές χρηματοδότησης, ενώ οι μισθοί των πανεπιστημιακών
έχουν καταρρεύσει. Στις συνθήκες αυτές είναι αστείο να γίνεται λόγος για
αναβάθμιση και κλίμα έρευνας. Απεναντίας, υπάρχει γενική οπισθοδρόμηση
που εκφράζεται με τάση φυγής των πανεπιστημιακών. Όσοι είναι κάτω των
πενήντα, δεν έχουν μεγάλες οικογενειακές υποχρεώσεις και έχουν αξιόλογη
επιστημονική παρουσία προσπαθούν να φύγουν στο εξωτερικό. Δείτε μόνο τι
γίνεται στα πανεπιστήμια της γειτονικής Τουρκίας από έλληνες
πανεπιστημιακούς.
Η ανώτατη
παιδεία χρειάζεται εκ βάθρων ανασυγκρότηση στην Ελλάδα, πράγμα που
μπορεί να συμβεί μόνο εκτός των Μνημονίων. Τα πανεπιστήμια μπορούν να
παίξουν καταλυτικό ρόλο στην αναδιάρθρωση της οικονομίας και στη
συστηματική άνοδο της παραγωγικότητας. Για το σκοπό αυτό όμως χρειάζεται
εθνικό σχέδιο και κοινωνική αλλαγή. Οι πόροι που κατασπαλούνται ετησίως
από τις ελληνικές οικογένειες για να στέλνουν τα παιδιά τους στο
εξωτερικό μπορούν να αξιοποιηθούν πολύ καλύτερα με τρόπο που θα
δημιουργεί νέους τομείς οικονομικής δραστηριότητας και νέες θέσεις
εργασίας. Όλα αυτά θα πρέπει να γίνουν υπερασπίζοντας τον δημόσιο
χαρακτήρα των πανεπιστημίων και βελτιώνοντας την πρόσβαση των λαϊκών
στρωμάτων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Πέρσι φοιτητές που συμμετείχαν στο Occupy Harvard είχαν αποχωρήσει από το μάθημα Economics
10 του Greg Mankiw και με ανοικτή επιστολή τον κατηγορούσαν για
προκατάληψη. Πόσο έχει συμβάλει στη δημιουργία της χρηματοπιστωτικής
φούσκας και στη αδυναμία αντιμετώπισης της τρέχουσας κρίσης, ο τρόπος
που διδάσκονται τα οικονομικά στα πανεπιστήμια;
Η δράση των
φοιτητών του Χάρβαρντ ήταν από τα πιο αισιόδοξα μηνύματα της περυσινής
χρονιάς. Η κυριαρχία των νεοκλασικών οικονομικών στα πανεπιστήμια είναι
ένας από τους λόγους που η οικονομική πολιτική πριν και μετά την κρίση
ήταν τόσο στενόμυαλη και συντηρητική. Οι οικονομικές σχολές στα μεγάλα
πανεπιστήμια λειτουργούν ως ένα είδος ιερατείου το οποίο μπορεί να μην
έχει άμεση σχέση με την διαμόρφωση πολιτικής, αλλά της παρέχει
ιδεολογικό κάλυμμα. Είναι εντυπωσιακό ότι πέντε και χρόνια από το
ξέσπασμα της μεγαλύτερης κρίσης από τον Μεσοπόλεμο δεν έχει υπάρξει
τίποτε καινοτόμο είτε στη θεωρία, είτε στην πράξη. Ας ελπίσουμε ότι κάτι
καλύτερο θα προκύψει από τα νέα παιδιά του Χάρβαρντ και αλλού.
Επιτρέψτε
μου όμως να πω δυό λόγια και για τις οικονομικές σχολές στην Ελλάδα. Η
χώρα μας έχει σημαντικό ακαδημαϊκό δυναμικό, με εξαιρετικές σπουδές και
δημοσιεύσεις. Που είναι οι δημόσιες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις για
την πολιτική της τρόικα; Το πρώτο Μνημόνιο του Μαΐου 2010 ήταν ένα
τραγικό κείμενο με φαιδρές προβλέψεις που δεν υπήρχε περίπτωση να
επαληθευτούν. Που ήταν οι Έλληνες οικονομολόγοι να βγουν και να πάρουν
δημόσια θέση καταδεικνύοντας το παράλογο του πράγματος; Δυστυχώς
συναίνεσαν, ή σιώπησαν, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων που ανήκουν κυρίως
στον χώρο της πολιτικής οικονομίας. Που είναι όμως και οι φοιτητές των
οικονομικών και άλλων σχολών που θα έπρεπε να έχουν τον πρώτο λόγο στην
αντιμετώπιση της λαίλαπας που χτυπάει τον τόπο και τα πανεπιστήμια; Στην
πράξη είναι πιο πίσω από τους φοιτητές του Χάρβαρντ. Αν το φοιτητικό
κίνημα είχε αποτελεσματικότερη παρουσία στα όσα γίνονται στη χώρα μας τα
τελευταία τρία χρόνια, πολλά πράγματα θα ήταν καλύτερα.
*Στις ερωτήσεις, ο Αντώνης Γαλανόπουλος