7 Ιανουαρίου 2014
Με πολλή προσοχή, οι κομπορρημονούντες συγκυβερνητικοί και τα
παπαγαλάκια τους δεν κάνουν λόγο γενικώς για πλεόνασμα αλλά ειδικώς για πρωτογενές πλεόνασμα. Φυσικά, έχουν τον λόγο τους. Βλέπετε, το πρωτογενές πλεόνασμα υποδηλώνει το θετικό υπόλοιπο της διαφοράς εισπράξεις μείον πληρωμές, υπό την προϋπόθεση ότι στις πληρωμές δεν λογαριάζω όσα πληρώνω για τόκους δανείων. Ας δώσουμε ένα απλό παράδειγμα:
Έστω ότι το μηνιαίο εισόδημά μου από κάθε πηγή (μισθός, τόκοι, ενοίκια κλπ) φτάνει τα 1.000 ευρώ και η μηνιαία δαπάνη διαβίωσής μου (φαγητό, ασφάλιστρα, διασκέδαση, κλπ) φτάνει τα 800 ευρώ. Παράλληλα, κάθε μήνα πληρώνω στην τράπεζα δόση στεγαστικού δανείου ίση με 300 ευρώ, από τα οποία τα 100 αφορούν κεφάλαιο και τα υπόλοιπα 200 τόκους. Είναι σαφές ότι το μηνιαίο ισοζύγιό μου είναι ελλειμματικό κατά 100 ευρώ. Όμως, αν δεν λογαριάσω τους τόκους τού δανείου μου, μπορώ να περηφανευτώ ότι έχω πρωτογενές πλεόνασμα 100 ευρώ!
Δυστυχώς, παρά την περηφάνεια που νοιώθω, η θηλειά στον λαιμό μου θα σφίγγει μήνα με τον μήνα όλο και περισσότερο αν δεν βρω τον τρόπο να καλύψω το κατοστάρικο που μου λείπει. Αυτό μπορώ να το κάνω είτε αυξάνοντας τα εισοδήματά μου είτε μειώνοντας την δαπάνη διαβίωσής μου. Βέβαια, υπάρχει και η λύση να πάρω ακόμη ένα δάνειο αλλά έτσι το μόνο που πετυχαίνω είναι να μεταφέρω το σημερινό πρόβλημά μου στο μέλλον.
Πάμε τώρα να δούμε το πώς προέκυψε το περίφημο πρωτογενές πλεόνασμα για το οποίο καμαρώνει η κυβέρνηση. Αν και δεν έχω στην διάθεσή μου όλα τα αριθμητικά δεδομένα, μπορώ να καταλήξω σε ορισμένα συμπεράσματα διά της απλής λογικής σκέψης:
(α) Από τότε που μπήκαμε στο μνημόνιο, έχουμε πάψει να εκδίδουμε ομόλογα. Οι δανειακές μας υποχρεώσεις καλύπτονται από τις πολυθρύλητες "δόσεις" που μας δίνει η τρόικα. Με δεδομένο ότι ακόμη δεν έχει αρχίσει η αποπληρωμή των τροϊκανών δανείων, η κυβέρνηση καταγράφει στα έσοδα τις δόσεις που εισπράττει από την τρόικα και στις δαπάνες τις πληρωμές που κάνει για τα παλιά ομόλογά της αφαιρουμένων των τόκων. Η εικόνα βελτιώνεται με την περίφημη επιμήκυνση, δηλαδή την πληρωμή μικρότερων δόσεων για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα: μπορεί αυτό να σημαίνει ότι πληρώνουμε περισσότερους τόκους αλλά οι τόκοι δεν προσμετρώνται πρωτογενώς.
(β) Η διαφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και την τρόικα για το πραγματικό ύψος τού πρωτογενούς πλεονάσματος έγκειται στο ότι η κυβέρνηση προσμετρά στα έσοδα ορισμένα κοινοτικά κονδύλια, τα οποία η τρόικα -σωστά- δεν υπολογίζει και δεν λογαριάζει ως δαπάνες ορισμένα άλλα κονδύλια, τα οποία η τρόικα -πάλι σωστά- υπολογίζει. Για παράδειγμα, εμείς λογαριάσαμε ως έσοδο τις αποδόσεις που είχε η Τράπεζα της Ελλάδος από την διακράτηση ελληνικών ομολόγων ενώ δεν υπολογίσαμε ως δαπάνες (σύμφωνα με όσα είπαμε χτο χτεσινό μας σημείωμα) καθυστερημένες επιστροφές φόρων ή οφειλόμενα πολυτεκνικά επιδόματα.
(γ) Το σημαντικώτερο, όμως, είναι ότι το -όποιου ύψους- πρωτογενές πλεόνασμα χτίστηκε με τον πλέον απαράδεκτο τρόπο. Θα είχαμε λόγους να καμαρώνουμε αν αυτό το πλεόνασμα προερχόταν από αύξηση του ΑΕΠ με ρυθμό ταχύτερο από την αύξηση των δαπανών. Δυστυχώς, στην περίπτωσή μας το πλεόνασμα προήλθε από την μείωση των δαπανών με ρυθμό ταχύτερο από την μείωση του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια, αντί να βγούμε πλεονασματικοί σε συνθήκες ανάπτυξης, βγήκαμε σε συνθήκες ανεξέλεγκτης ύφεσης, παραβιάζοντας κάθε αρχή τής κεϋνσιανής οικονομίας.
Για να γίνει πιο κατανοητό το οικονομικό -και, οπωσδήποτε, κοινωνικό- καπιταλιστικό έγκλημα που συντελείται στον τόπο μας, ας θυμηθούμε ότι το ΑΕΠ κατρακύλησε πέρυσι στα 184 δισ., έναντι 231 δισ. του 2009. Δηλαδή, μέσα σε 4 χρόνια, η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 21%, ποσοστό πρωτοφανές για ειρηνική περίοδο! Παράλληλα, παρά το ξεμάτωμα του ελληνικού λαού και παρά το πολυδιαφημισμένο "κούρεμα", το δημόσιο χρέος είναι σήμερα περίπου 25 δισ. υψηλότερο απ' όσο ήταν το 2009. Δεν χρειάζεται να έχεις κάνει οικονομικές σπουδές για να καταλάβεις ότι όλο αυτό το πατιρντί δεν συνιστά ούτε "σαξές στόρυ" ούτε αφορμή για πανηγυρισμούς.
Επειδή, όμως, εμείς έχουμε κάνει κάποιες οικονομικές σπουδές, στο επόμενο σημείωμα θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το ζήτημα πιο επιστημονικά αλλά πάντα με την ίδια απλή γλώσσα.
Έστω ότι το μηνιαίο εισόδημά μου από κάθε πηγή (μισθός, τόκοι, ενοίκια κλπ) φτάνει τα 1.000 ευρώ και η μηνιαία δαπάνη διαβίωσής μου (φαγητό, ασφάλιστρα, διασκέδαση, κλπ) φτάνει τα 800 ευρώ. Παράλληλα, κάθε μήνα πληρώνω στην τράπεζα δόση στεγαστικού δανείου ίση με 300 ευρώ, από τα οποία τα 100 αφορούν κεφάλαιο και τα υπόλοιπα 200 τόκους. Είναι σαφές ότι το μηνιαίο ισοζύγιό μου είναι ελλειμματικό κατά 100 ευρώ. Όμως, αν δεν λογαριάσω τους τόκους τού δανείου μου, μπορώ να περηφανευτώ ότι έχω πρωτογενές πλεόνασμα 100 ευρώ!
Δυστυχώς, παρά την περηφάνεια που νοιώθω, η θηλειά στον λαιμό μου θα σφίγγει μήνα με τον μήνα όλο και περισσότερο αν δεν βρω τον τρόπο να καλύψω το κατοστάρικο που μου λείπει. Αυτό μπορώ να το κάνω είτε αυξάνοντας τα εισοδήματά μου είτε μειώνοντας την δαπάνη διαβίωσής μου. Βέβαια, υπάρχει και η λύση να πάρω ακόμη ένα δάνειο αλλά έτσι το μόνο που πετυχαίνω είναι να μεταφέρω το σημερινό πρόβλημά μου στο μέλλον.
Πάμε τώρα να δούμε το πώς προέκυψε το περίφημο πρωτογενές πλεόνασμα για το οποίο καμαρώνει η κυβέρνηση. Αν και δεν έχω στην διάθεσή μου όλα τα αριθμητικά δεδομένα, μπορώ να καταλήξω σε ορισμένα συμπεράσματα διά της απλής λογικής σκέψης:
(α) Από τότε που μπήκαμε στο μνημόνιο, έχουμε πάψει να εκδίδουμε ομόλογα. Οι δανειακές μας υποχρεώσεις καλύπτονται από τις πολυθρύλητες "δόσεις" που μας δίνει η τρόικα. Με δεδομένο ότι ακόμη δεν έχει αρχίσει η αποπληρωμή των τροϊκανών δανείων, η κυβέρνηση καταγράφει στα έσοδα τις δόσεις που εισπράττει από την τρόικα και στις δαπάνες τις πληρωμές που κάνει για τα παλιά ομόλογά της αφαιρουμένων των τόκων. Η εικόνα βελτιώνεται με την περίφημη επιμήκυνση, δηλαδή την πληρωμή μικρότερων δόσεων για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα: μπορεί αυτό να σημαίνει ότι πληρώνουμε περισσότερους τόκους αλλά οι τόκοι δεν προσμετρώνται πρωτογενώς.
(β) Η διαφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και την τρόικα για το πραγματικό ύψος τού πρωτογενούς πλεονάσματος έγκειται στο ότι η κυβέρνηση προσμετρά στα έσοδα ορισμένα κοινοτικά κονδύλια, τα οποία η τρόικα -σωστά- δεν υπολογίζει και δεν λογαριάζει ως δαπάνες ορισμένα άλλα κονδύλια, τα οποία η τρόικα -πάλι σωστά- υπολογίζει. Για παράδειγμα, εμείς λογαριάσαμε ως έσοδο τις αποδόσεις που είχε η Τράπεζα της Ελλάδος από την διακράτηση ελληνικών ομολόγων ενώ δεν υπολογίσαμε ως δαπάνες (σύμφωνα με όσα είπαμε χτο χτεσινό μας σημείωμα) καθυστερημένες επιστροφές φόρων ή οφειλόμενα πολυτεκνικά επιδόματα.
(γ) Το σημαντικώτερο, όμως, είναι ότι το -όποιου ύψους- πρωτογενές πλεόνασμα χτίστηκε με τον πλέον απαράδεκτο τρόπο. Θα είχαμε λόγους να καμαρώνουμε αν αυτό το πλεόνασμα προερχόταν από αύξηση του ΑΕΠ με ρυθμό ταχύτερο από την αύξηση των δαπανών. Δυστυχώς, στην περίπτωσή μας το πλεόνασμα προήλθε από την μείωση των δαπανών με ρυθμό ταχύτερο από την μείωση του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια, αντί να βγούμε πλεονασματικοί σε συνθήκες ανάπτυξης, βγήκαμε σε συνθήκες ανεξέλεγκτης ύφεσης, παραβιάζοντας κάθε αρχή τής κεϋνσιανής οικονομίας.
Για να γίνει πιο κατανοητό το οικονομικό -και, οπωσδήποτε, κοινωνικό- καπιταλιστικό έγκλημα που συντελείται στον τόπο μας, ας θυμηθούμε ότι το ΑΕΠ κατρακύλησε πέρυσι στα 184 δισ., έναντι 231 δισ. του 2009. Δηλαδή, μέσα σε 4 χρόνια, η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 21%, ποσοστό πρωτοφανές για ειρηνική περίοδο! Παράλληλα, παρά το ξεμάτωμα του ελληνικού λαού και παρά το πολυδιαφημισμένο "κούρεμα", το δημόσιο χρέος είναι σήμερα περίπου 25 δισ. υψηλότερο απ' όσο ήταν το 2009. Δεν χρειάζεται να έχεις κάνει οικονομικές σπουδές για να καταλάβεις ότι όλο αυτό το πατιρντί δεν συνιστά ούτε "σαξές στόρυ" ούτε αφορμή για πανηγυρισμούς.
Επειδή, όμως, εμείς έχουμε κάνει κάποιες οικονομικές σπουδές, στο επόμενο σημείωμα θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το ζήτημα πιο επιστημονικά αλλά πάντα με την ίδια απλή γλώσσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου