5-2-2013 http://biotechwatch.gr
Εντός του 2013 αναμένεται η αναθεώρηση τoυ Ευρωπαϊκού κανονισμού για
την εμπορία σπόρων και το νομικό πλαίσιο για τις τοπικές ποικιλίες.
Καθώς τους τελευταίους μήνες η δημοσιοποίηση προσχεδίων έχει δώσει μια
πρώτη γεύση των γραμμών που θα διέπουν την νομοθεσία, οι οργανώσεις και
τα δίκτυα διατήρησης σπόρων επισημαίνουν τον εμφανή κίνδυνο για τη
Βιοποικιλότητα και Διατροφική Ασφάλεια, μέσω των περιορισμών που θα
εντείνονται από γραφειοκρατικές και οικονομικές αγκυλώσεις, ως
προσαρμογή στις απαιτήσεις της βιομηχανίας σπόρων. Με ενδιαφέρον
αναμένεται και η θέση της Ελληνικής πλευράς για την διαμόρφωση των
Ευρωπαϊκών αποφάσεων.
Από τους ελεύθερους σπόρους στους εξαρτημένους αγρότες
Η αναμενόμενη νέα νομοθεσία της Ε.Ε. για τους σπόρους έρχεται να προσγειωθεί σε μια αγορά η οποία έχει μεταβληθεί ραγδαία τις τελευταίες δεκαετίες. Η εμπορία φυτογενετικού υλικού, από μια υπόθεση μικρών εταιριών και δημόσιων προγραμμάτων που ήταν, έχει μεταλλαχθεί σε ένα βιομηχανοποιημένο κλάδο που κυριαρχείται από πολυεθνικές. Σήμερα 10 μόνο εταιρείες ελέγχουν σχεδόν τα 2/3 παγκόσμιας αγοράς, με ονόματα όπως η Monsanto, Syngenta και Dupont να κυριαρχούν. Οι περισσότερες από αυτές, προέρχονται από τον τομέα παραγωγής φυτοφαρμάκων ενώ έχουν πρωτοστατήσει στην ανάπτυξη των γενετικά τροποποιημένων (γ.τ.) καλλιεργειών, που υποστηρίζουν την εντατική, βιομηχανικού τύπου γεωργίας και ευνοούν τον έλεγχο των φυτογενετικών πόρων μέσω της προώθησης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των πατεντών.
Η αναμενόμενη νέα νομοθεσία της Ε.Ε. για τους σπόρους έρχεται να προσγειωθεί σε μια αγορά η οποία έχει μεταβληθεί ραγδαία τις τελευταίες δεκαετίες. Η εμπορία φυτογενετικού υλικού, από μια υπόθεση μικρών εταιριών και δημόσιων προγραμμάτων που ήταν, έχει μεταλλαχθεί σε ένα βιομηχανοποιημένο κλάδο που κυριαρχείται από πολυεθνικές. Σήμερα 10 μόνο εταιρείες ελέγχουν σχεδόν τα 2/3 παγκόσμιας αγοράς, με ονόματα όπως η Monsanto, Syngenta και Dupont να κυριαρχούν. Οι περισσότερες από αυτές, προέρχονται από τον τομέα παραγωγής φυτοφαρμάκων ενώ έχουν πρωτοστατήσει στην ανάπτυξη των γενετικά τροποποιημένων (γ.τ.) καλλιεργειών, που υποστηρίζουν την εντατική, βιομηχανικού τύπου γεωργίας και ευνοούν τον έλεγχο των φυτογενετικών πόρων μέσω της προώθησης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των πατεντών.
Οι δέκα μεγαλύτερες πολυεθνικές μοιράζονται αναμεταξύ τους την παγκόσμια αγορά σπόρων
Οι προθέσεις των εταιρειών για τον έλεγχο της αγοράς σπόρων
εκφράζονται με το να ασκούν ευρεία επιρροή στις εθνικές νομοθεσίες και
διεθνείς συνθήκες ενώ συχνά είναι τα φαινόμενα του να τοποθετούνται
άνθρωποι τους σε κατάλληλες θέσεις εντός των διεθνών οργανώσεων που
επεξεργάζονται τους νόμους. Από αυτά δεν λείπουν και οι διώξεις της
εμπορίας μη εγγεγραμμένων σε επίσημους καταλόγους ποικιλιών, με το πρόσφατο παράδειγμα της δίωξης της Γαλλικής οργάνωσης διατήρησης σπόρων Kokopelli,
ανάγοντας την εμπορία ακόμα και των παραδοσιακών, μη ανταγωνιστικών
σπόρων, σε μια υπόθεση που διέπεται από αυστηρή νομοθεσία και
περιορισμούς.
Με μια σύντομη σκιαγράφηση, ο ιδεατός κόσμος για τις μεγάλες σποροπαραγωγικές εταιρείες δείχνει να είναι αυτός όπου ή αγορά θα μονοπωλείται αποκλειστικά από ιδιωτικοποιημένους σπόρους, προσαρμοσμένους σε υψηλές ποσότητες λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων και που θα διέπονται από καθεστώς πνευματικής ιδιοκτησίας (όπως οι γενετικά τροποποιημένοι). Ο αγρότης να μην μπορεί να τους χρησιμοποιεί για να αναπτύξει δικές του ποικιλίες και θα απαιτείται να πληρώνει για να κρατήσει σπόρο για την επόμενη χρονιά - ή δεν θα μπορεί να το πράττει καθόλου. Οι τοπικές, παραδοσιακές ποικιλίες να πρέπει να είναι αυστηρώς περιορισμένες με την εμπορική ύπαρξη τους να θεσμοθετείται από γραφειοκρατικά κριτήρια.
Σαφώς, πέρα από την κατάφωρη αφαίρεση των θεμελιωδών δικαιωμάτων της διατήρησης και ιδιοπαραγωγής σπόρων από τους αγρότες καθώς και την τεράστια μεταφορά αξίας προς τις εταιρείες που διεκδικούν βασικές γεωργικές διαδικασίες, αποτέλεσμα τέτοιων τάσεων μπορεί να είναι μόνο η περαιτέρω ραγδαία μείωση της αγροτικής βιοποικιλότητας με απρόβλεπτες συνέπειες για την διατροφική αυτάρκεια. Ήδη τις τελευταίες δεκαετίες ένα τεράστιο κομμάτι της παγκόσμιας κληρονομιάς των σπόρων έχει χαθεί ανεπίστρεπτα. Αυτή τη στιγμή, ουσιαστικά μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των σπόρων που υπήρχαν πριν μόλις 100 χρόνια χρησιμοποιείται ακόμα από τους αγρότες, ιδιαίτερα στον ανεπτυγμένο Δυτικό κόσμο. Αυτό οφείλεται κυρίως στην επικράτηση της μοντέρνας βιομηχανικής γεωργίας, όπως εκφράστηκε μέσα από την Πράσινη Επανάσταση και συνεχίζεται με την επικράτηση του μονοπωλίου και την αυστηρή νομοθεσία για την εμπορία των σπόρων.
Με μια σύντομη σκιαγράφηση, ο ιδεατός κόσμος για τις μεγάλες σποροπαραγωγικές εταιρείες δείχνει να είναι αυτός όπου ή αγορά θα μονοπωλείται αποκλειστικά από ιδιωτικοποιημένους σπόρους, προσαρμοσμένους σε υψηλές ποσότητες λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων και που θα διέπονται από καθεστώς πνευματικής ιδιοκτησίας (όπως οι γενετικά τροποποιημένοι). Ο αγρότης να μην μπορεί να τους χρησιμοποιεί για να αναπτύξει δικές του ποικιλίες και θα απαιτείται να πληρώνει για να κρατήσει σπόρο για την επόμενη χρονιά - ή δεν θα μπορεί να το πράττει καθόλου. Οι τοπικές, παραδοσιακές ποικιλίες να πρέπει να είναι αυστηρώς περιορισμένες με την εμπορική ύπαρξη τους να θεσμοθετείται από γραφειοκρατικά κριτήρια.
Σαφώς, πέρα από την κατάφωρη αφαίρεση των θεμελιωδών δικαιωμάτων της διατήρησης και ιδιοπαραγωγής σπόρων από τους αγρότες καθώς και την τεράστια μεταφορά αξίας προς τις εταιρείες που διεκδικούν βασικές γεωργικές διαδικασίες, αποτέλεσμα τέτοιων τάσεων μπορεί να είναι μόνο η περαιτέρω ραγδαία μείωση της αγροτικής βιοποικιλότητας με απρόβλεπτες συνέπειες για την διατροφική αυτάρκεια. Ήδη τις τελευταίες δεκαετίες ένα τεράστιο κομμάτι της παγκόσμιας κληρονομιάς των σπόρων έχει χαθεί ανεπίστρεπτα. Αυτή τη στιγμή, ουσιαστικά μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των σπόρων που υπήρχαν πριν μόλις 100 χρόνια χρησιμοποιείται ακόμα από τους αγρότες, ιδιαίτερα στον ανεπτυγμένο Δυτικό κόσμο. Αυτό οφείλεται κυρίως στην επικράτηση της μοντέρνας βιομηχανικής γεωργίας, όπως εκφράστηκε μέσα από την Πράσινη Επανάσταση και συνεχίζεται με την επικράτηση του μονοπωλίου και την αυστηρή νομοθεσία για την εμπορία των σπόρων.
Σχεδόν το μισό της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων προέρχεται μικρής κλίμακας αγρότες
Παρόλο που τα παραπάνω ακούγονται ζοφερά, δεν πρέπει να αγνοείται
ωστόσο πως μικρής κλίμακας αγρότες με ήπιες μορφής γεωργίας και τη χρήση
τοπικών και ιδιοπαραγώμενων σπόρων, προμηθεύουν ακόμα με τροφή το
μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη, χωρίς να τους παρέχεται σχεδόν καμία
υποστήριξη από κυβερνήσεις, οι οποίες, αντιθέτως, συνεχώς τους περιορίζουν, έως και ποινικοποιούν.
Απρόσμενα, ακόμα και σε ανεπτυγμένες χώρες, εντός της Ε.Ε., ένα μεγάλο
κομμάτι του αγροτικού κόσμου διατηρεί και παράγει σπόρο για την επόμενη
χρονιά, καταδείχνωντας ότι τέτοιες πρακτικές δεν είναι ένα περιθωριακό
κομμάτι της γεωργικής παραγωγής αλλά μια ζωντανή πρακτική που μπορεί και
συνιστά βιώσιμη λύση για την διατροφική αυτάρκεια και την αυτονομία των
αγροτών.
Οι νέες εξελίξεις
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία σχετικά με την εμπορία των σπόρων άρχισε να ισχύει από τη δεκαετία του '60. Το νομικό πλαίσιο για τους εμπορικούς σπόρους καθορίζεται από 12 οδηγίες που τα κράτη μέλη έχουν υποχρεωτικά ενσωματώσει προσαρμόζοντας τες στην εθνική τους νομοθεσία. Εντός αυτού του πλαισίου, τα τελευταία 3 χρόνια υιοθετήθηκαν οδηγίες προκειμένου να καλύψουν το νομικό κενό σχετικά με την εμπορία των παραδοσιακών και διατηρητέων ποικιλιών οι οποίες έδωσαν μια πρώτη γεύση των προθέσεων της Ε.Ε. Η γενικότερη αίσθηση από αυτές τις οδηγίες ήταν ότι η περιβαλλοντική βιωσιμότητά είχε ευρέως αγνοηθεί, δίνοντας βάρος αυστηρά στην παραγωγικότητα και ομοιομορφία, κλείνοντας το μάτι στην βιομηχανία σπόρων και την εντατικής μορφής γεωργία. Επιπρόσθετα έδειξε πως η Ε.Ε. αγνοεί την σοβαρή δουλειά οργανώσεων και αγροτών για την διατήρηση των τοπικών ποικιλιών - οι οποίες αν μη τι άλλο έχουν υπάρξει η δεξαμενή μέσα από τις οποίες ξεπήδησαν οι μοντέρνες, βελτιωμένες ποικιλίες - με το να υπόκεινται σε γραφειοκρατικούς περιορισμούς και αγκυλώσεις,
Αγρότες, κινήματα για τα δικαιώματα των σπόρων καθώς και τις εταιρείες ανέμεναν μια αναθεώρησης της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας για το νομικό πλαίσιο της εμπορία των σπόρων και φυτογενετικού υλικού αναμένονταν ήδη από το 2008. Στις αρχές του περασμένου Νοεμβρίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε τελικά στην δημοσιότητα μη-επίσημα έγγραφα (non-paper) σηματοδοτώντας την αντίστροφη μέτρηση για την κατάθεση προς έγκριση και την εφαρμογή ενός επίσημου κανονισμού της Ε.Ε. ο οποίος οποία θα αντικαταστήσει τις προηγούμενες οδηγίες.
Με την δημοσιοποίηση των non-paper, περιβαλλοντικές οργανώσεις για τα δικαιώματα των σπόρων και διατήρησης τοπικών ποικιλιών επισήμαναν ότι το προσχέδιο νόμου διέπεται από τις ίδιες αδυναμίες που καθιστούν και τις προηγούμενες οδηγίες εχθρικές προς την διατήρηση της αγροτικής βιοποικιλότητας και τα δικαιώματα των αγροτών. Παρόλο που έχουν εντοπιστεί ορισμένες βελτιώσεις, ιδιαίτερα με την εξαίρεση από το νομοθετικό πλαίσιο της απλής ανταλλαγής σπόρων, καθώς και σε κάποιες από τις διαδικασίες ένταξης παραδοσιακών ποικιλιών σε επίσημους καταλόγους, οι προτάσεις διέπονται από το ίδιο πνεύμα με τις προηγούμενες οδηγίες ενώ περιέχει πολλά δυσερμήνευτα σημεία. Κάποια προαπαιτούμενα, όπως η μη δυνατότητα παρέκκλισης από την κεντρική νομοθεσία, η υποχρεωτική εγγραφή σε καταλόγους και η (ακριβή) πιστοποίηση μέσω ελέγχων των ποικιλιών πριν εγγραφούν σε καταλόγους και βγουν στην αγορά θεωρούνται ότι θα αποτελέσουν τροχοπέδη για την χρήση της αγροτικής βιοποικιλότητας, με το ίδιο τρόπο που συνέβη και στην Γερμανία προ του β' π.π., όπου η αναγκαστική εισαγωγή των ποικιλιών σε καταλόγους οδήγησε στην εξαφάνιση του 72% όσων ήταν μέχρι τότε διαθέσιμοι στους αγρότες.
Οι νέες εξελίξεις
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία σχετικά με την εμπορία των σπόρων άρχισε να ισχύει από τη δεκαετία του '60. Το νομικό πλαίσιο για τους εμπορικούς σπόρους καθορίζεται από 12 οδηγίες που τα κράτη μέλη έχουν υποχρεωτικά ενσωματώσει προσαρμόζοντας τες στην εθνική τους νομοθεσία. Εντός αυτού του πλαισίου, τα τελευταία 3 χρόνια υιοθετήθηκαν οδηγίες προκειμένου να καλύψουν το νομικό κενό σχετικά με την εμπορία των παραδοσιακών και διατηρητέων ποικιλιών οι οποίες έδωσαν μια πρώτη γεύση των προθέσεων της Ε.Ε. Η γενικότερη αίσθηση από αυτές τις οδηγίες ήταν ότι η περιβαλλοντική βιωσιμότητά είχε ευρέως αγνοηθεί, δίνοντας βάρος αυστηρά στην παραγωγικότητα και ομοιομορφία, κλείνοντας το μάτι στην βιομηχανία σπόρων και την εντατικής μορφής γεωργία. Επιπρόσθετα έδειξε πως η Ε.Ε. αγνοεί την σοβαρή δουλειά οργανώσεων και αγροτών για την διατήρηση των τοπικών ποικιλιών - οι οποίες αν μη τι άλλο έχουν υπάρξει η δεξαμενή μέσα από τις οποίες ξεπήδησαν οι μοντέρνες, βελτιωμένες ποικιλίες - με το να υπόκεινται σε γραφειοκρατικούς περιορισμούς και αγκυλώσεις,
Αγρότες, κινήματα για τα δικαιώματα των σπόρων καθώς και τις εταιρείες ανέμεναν μια αναθεώρησης της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας για το νομικό πλαίσιο της εμπορία των σπόρων και φυτογενετικού υλικού αναμένονταν ήδη από το 2008. Στις αρχές του περασμένου Νοεμβρίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε τελικά στην δημοσιότητα μη-επίσημα έγγραφα (non-paper) σηματοδοτώντας την αντίστροφη μέτρηση για την κατάθεση προς έγκριση και την εφαρμογή ενός επίσημου κανονισμού της Ε.Ε. ο οποίος οποία θα αντικαταστήσει τις προηγούμενες οδηγίες.
Με την δημοσιοποίηση των non-paper, περιβαλλοντικές οργανώσεις για τα δικαιώματα των σπόρων και διατήρησης τοπικών ποικιλιών επισήμαναν ότι το προσχέδιο νόμου διέπεται από τις ίδιες αδυναμίες που καθιστούν και τις προηγούμενες οδηγίες εχθρικές προς την διατήρηση της αγροτικής βιοποικιλότητας και τα δικαιώματα των αγροτών. Παρόλο που έχουν εντοπιστεί ορισμένες βελτιώσεις, ιδιαίτερα με την εξαίρεση από το νομοθετικό πλαίσιο της απλής ανταλλαγής σπόρων, καθώς και σε κάποιες από τις διαδικασίες ένταξης παραδοσιακών ποικιλιών σε επίσημους καταλόγους, οι προτάσεις διέπονται από το ίδιο πνεύμα με τις προηγούμενες οδηγίες ενώ περιέχει πολλά δυσερμήνευτα σημεία. Κάποια προαπαιτούμενα, όπως η μη δυνατότητα παρέκκλισης από την κεντρική νομοθεσία, η υποχρεωτική εγγραφή σε καταλόγους και η (ακριβή) πιστοποίηση μέσω ελέγχων των ποικιλιών πριν εγγραφούν σε καταλόγους και βγουν στην αγορά θεωρούνται ότι θα αποτελέσουν τροχοπέδη για την χρήση της αγροτικής βιοποικιλότητας, με το ίδιο τρόπο που συνέβη και στην Γερμανία προ του β' π.π., όπου η αναγκαστική εισαγωγή των ποικιλιών σε καταλόγους οδήγησε στην εξαφάνιση του 72% όσων ήταν μέχρι τότε διαθέσιμοι στους αγρότες.
Οργανώσεις και δίκτυα ήδη κινητοποιούνται σε Ευρωπαϊκό επίπεδο και
καταθέτουν τις δικές τους προτάσεις στοχεύοντας στην ελαχιστοποίηση των
συνεπειών που μπορεί να έχει η αναθεώρηση της νέας νομοθεσίας πάνω στην
διατήρηση ιδιοπαραγωγή και εμπορία σπόρων και παραδοσιακών ποικιλιών.
Από Ελληνικής πλευράς έχει ήδη υπάρξει η πρώτη κρούση προς το Υπουργείο
Αγροτικής Ανάπτυξης από δίκτυα διατήρησης σπόρων, οργανώσεις και ομάδες
βιοκαλλιεργητών, καλώντας το να δώσει δείγματα γραφής για την πρόθεση
του να θέσει το ζήτημα σε δημόσια διαβούλευση μαζί με τις ενδιαφερόμενες
πλευρές. Προφανώς, οι χιλιάδες καλλιεργητών και διατηρητών σπόρων, οι
οποίοι διεκδικούν ενεργά μια άλλη μορφής γεωργίας και διατροφικής
αυτάρκειας καθώς και το δικαίωμα του να παραμείνει η παραγωγή σπόρων στα
χέρια των αγροτών αναμένουν με ενδιαφέρον τις εξελίξεις.
Διαβάστε-δείτε αναλυτικότερα:
Διαβάστε-δείτε αναλυτικότερα:
-"Σπόροι που αντέχουν. Έντυπο σχετικά με τη βιομηχανία σπόρων, την νομοθεσία και την ενεργοποίηση για αυτοδυναμία σε σπόρους εδώ. Δείτε το σχετικό ντοκυμαντέρ εδώ
-"Το τέλος της διαφύλαξης σπόρων απο τους αγρότες;" Μπροσούρα
σχετικά με το ζήτημα των τοπικών ποικιλιών, των πατεντών στους σπόρους
& την νομοθεσία εδώ
-"Εν Αρχή ην ο Σπόρος" Ντοκυμαντέρ του Christophe Guyon για
την σημασία των παραδοσιακών σπόρων στην επιβίωση των ανθρώπινων
κοινοτήτων και τον αγώνα που δίνεται πανευρωπαϊκά για την διάσωσή τους εδώ
Βασίλης Γκισάκης
BiotechWatch.gr
Ιανουάριος 2013
BiotechWatch.gr
Ιανουάριος 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου