Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2013

Τα πεντάχρονα του Χρηματιστηρίου, οι δεκαοχτάρηδες της Κρίσης

380372_491634730864059_1492079822_n
photo: Γιώργος Δημουλάς, streetartist
 

γράφει ο Θωμάς Σίδερης

Σήμερα το μεσημέρι πήγα να πάρω τους βαθμούς της κόρης μου από ένα δημόσιο λύκειο του Κερατσινίου. Περιμένοντας υπομονετικά στη σειρά μου, έπιασα την κουβέντα μ’ έναν δάσκαλο, που ήρθε κι αυτός να πάρει τους βαθμούς του παιδιού του, Μου εξομολογήθηκε πως ο μεγαλύτερος γιος του περνούσε Οικονομικό στην Πάτρα, αλλά γράφτηκε τελικά σε μια σχολή των ΤΕΙ του Πειραιά. Δεν έβγαινα να τον στείλω σε άλλη πόλη. Στην κουβέντα μας μπήκε κι ένας τρίτος μπαμπάς. Εμένα η κόρη μου πέρασε Ψυχολογία στο Ρέθυμνο. Ήταν η σχολή που ήθελε. Όμως δεν πήγε ποτέ. Δεν είχα τη δυνατότητα…

Η Μαρία δίνει φέτος Πανελλαδικές. Ο πατέρας της είναι ηλεκτρολόγος, Δεν τον φωνάζουν πια στις οικοδομές και μπορεί να περάσει και μια εβδομάδα χωρίς να κάνει ούτε ένα μεροκάματο. Η Μαρία απέναντί μου με σκυμμένο το κεφάλι. Σκύβουν το κεφάλι οι δεκαοχτάρηδες; Ο πατέρας μου κάθεται σπίτι και δεν ξέρει τί να κάνει. Κοντεύει να τρελαθεί από την αγωνία του. Όταν περί τα μέσα του περασμένου Νοεμβρίου ανέφερε απλώς στους γονείς της ότι όλα τα παιδιά της τρίτης πάνε φροντιστήριο κι εκείνη όχι, της απάντησαν να κάνει υπομονή μέχρι να πάρει τους βαθμούς του πρώτου τετραμήνου για να δουν τις επιδόσεις της. Μα δεν είναι θέμα τετραμήνου οι Πανελλαδικές.
Ο Φατμίρ είναι ελαιοχρωματιστής. Εδώ και δύο μήνες δεν έχει κάνει ούτε ένα μεροκάματο. Δε με φωνάζει κανένας πια. Ούτε για μερεμέτια. Η γυναίκα μου δεν έχει δουλέψει εδώ κι ένα χρόνο. Ο Φατμίρ είναι πατέρας δύο παιδιών: ενός επτάχρονου αγοριού, του Αντρεάνο και ενός κοριτσιού της Γ’ Λυκείου, της Ιμερίλντα. Τη βλέπω, παιδεύεται, είναι φιλότιμο παιδί, αλλά… Μας βοηθούν κάποιοι συγγενείς μας, αλλά κι αυτοί δεν αντέχουν άλλο. Κανένας από την οικογένεια του Φατμίρ δεν είναι ασφαλισμένος, αφού κανένας εργοδότης του τα τελευταία δύο χρόνια δεν του κόλλησε ένσημα. Ο γιος μου δεν έβλεπε καλά και ο γιατρός μάς είπε να βάλει γυαλιά. Μόνο ο γιατρός μάς πήρε πενήντα ευρώ. Δεν έχουμε λεφτά να τα αγοράσουμε γυαλιά στο παιδί και περιμένω να κάνω ένα μεροκάματο. Η Ιμερίλντα μάς παρακολουθεί από μακριά. Τι σκέφτεσαι να κάνεις, τον ρωτάω. Να φύγω και να γυρίσω στην Αλβανία; Τα παιδιά γεννήθηκαν εδώ, εδώ είναι η πατρίδα τους, δε θέλουν ν’ ακούσουν κουβέντα ότι θα φύγουν. Δεν ξέρω τί να κάνω… Δεν ξέρω πού να πάω…
Το σκέφτομαι συχνά και ντρέπομαι για τον εαυτό μου. Ο δικός μου ο πατέρας ήταν ηλεκτροσυγκολλητής και κατάφερε να με στείλει στο πανεπιστήμιο και να σπουδάσω. Εγώ δυσκολεύομαι έως και αδυνατώ.
Κατεβαίνω τις σκάλες με τον έλεγχο προόδου στο χέρι. Στο προαύλιο η Χριστιάνα, η κολλητή της μεγάλης μου κόρης, κι ο Μπάμπης, μαθητής της τρίτης λυκείου κι αυτός. Είναι τα παιδιά που το 2000 ήταν τα πεντάχρονα του Χρηματιστηρίου και σήμερα είναι οι δεκαοχτάρηδες της Κρίσης. Σκέφτομαι ότι πάντα οι έφηβοι έχουν να πουν και να κάνουν πολλά. Και τα παιδιά, σε τούτο το προαύλιο μιας τέτοιας φτωχογειτονιάς ακόμα περισσότερα. Αυτός έχει δίκιο, εσύ έχεις δίκιο, εγώ έχω δίκιο. Όλοι έχουμε τέλος πάντων δίκιο. Αλλά εμένα ποιος θα μ’ ακούσει; Μπορεί και κανένας. Ποτέ.
Στις αρχές του πενήντα, η Φρειδερίκη άνοιγε τραπεζικούς λογαριασμούς στις άγαμες θυγατέρες και στις Παιδουπόλεις παραδίδονταν μαθήματα εθνικού φρονηματισμού. Σήμερα, τα ελληνικά σχολειά μοιάζουν με ατέλειωτες Παιδουπόλεις της φτώχειας, της ανεργίας και της εγκατάλειψης και η προίκα των σημερινών εφήβων είναι Μνημόνια, Μεσοπρόθεσμα, Όροι Δανειακών Συμβάσεων και ξανά Μνημόνια και ξανά Όροι και Μεσοπρόθεσμα. Είναι η «εμπειρία» τους, που οπωσδήποτε δε θα παραλείψουν να αναφέρουν σε μελλοντικές συστατικές επιστολές τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

.feed-links {display: none;}