ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ
της δυναμικής που αναπτύσσει η κριτική απέναντι στις κεντρικές τράπεζες
είναι το άρθρο του «Economist» (26 Ιουνίου 2012) με τίτλο «Το λυκόφως
των κεντρικών τραπεζιτών».
Με αφορμή την ετήσια έκθεση της Τράπεζας Διεθνών Συναλλαγών (BSI) για το 2012, αφ’ ενός αποκαλύπτει, σαρκαστικά, την προσπάθεια των κεντρικών τραπεζιτών να αποσείσουν πλήρως τις ευθύνες τους για την παγκόσμια κρίση και να επιρρίψουν το σύνολο αυτών των ευθυνών στους πολιτικούς, και αφ’ ετέρου ασκεί μια τεκμηριωμένα ανατρεπτική κριτική της εικόνας που επεχείρησε να διαμορφώσει η BSI, μια εικόνα κατά την οποία (όπως την περιγράφει ο «Economist»): «Ηρωικοί και άσπιλοι κεντρικοί τραπεζίτες κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να αποτρέψουν τον καταποντισμό της παγκόσμιας οικονομίας, αντιμετωπίζοντας καθολική παραλυτική ανικανότητα εκ μέρους των κυβερνήσεων και συγχρόνως καταιγισμό ανυπόστατης κριτικής εις βάρος τους. Τελικά, η ικανότητα των κεντρικών τραπεζιτών να αποκαταστήσουν τις ζημίες που συσσώρευσαν οι αερολογούντες πολιτικοί, ελαχιστοποιείται. Η καταστροφή που επέρχεται μπορεί να αποφευχθεί μόνον εάν ο κόσμος αγκαλιάσει τη νηφάλια ηγεσία των σοφών τραπεζιτών» .
«Το κράτος είμαι εγώ»
Κατά τον «Economist», ούτε λίγο ούτε πολύ, οι κεντρικοί τραπεζίτες απαιτούν από τις κυβερνήσεις να λογοδοτούν σε αυτούς, για την ακολουθούμενη δημοσιονομική πολιτική και όχι στην κοινωνία, στους πολίτες. Με αυτή την αναφορά, ο «Economist» θίγει την ιερότερη των ιερών αγελάδων του νεοφιλελευθερισμού, την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών από την εκτελεστική εξουσία. Θέτει το ύψιστης δημοκρατικής σημασίας, νομιμότητας και λογοδοσίας θέμα των εξουσιών των κεντρικών τραπεζών και δημοκρατίας.
Το θέμα έχει τεθεί και για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) από την επομένη της συνθήκης του Μάαστριχτ, όχι τόσο από ευρωσκεπτικιστές όσο από όσους ενδιαφέρονται για μια πραγματικά ενωμένη και δημοκρατική Ευρώπη. Η σχετική βιβλιογραφία είναι πλούσια.
Με το τεραστίων διαστάσεων συστημικό σκάνδαλο του διατραπεζικού επιτοκίου δανεισμού, γνωστού ως Libor, οι κεντρικές τράπεζες και οι τραπεζίτες βρέθηκαν στη δίνη του κυκλώνα της κριτικής. Στο πλαίσιο αυτής της κριτικής, ο γνωστός οικονομικός αναλυτής Shah Gilani δημοσίευσε («Forbes», 6 Ιουλίου 2012) χαρακτηριστικό του κλίματος άρθρο με τον προκλητικό τίτλο «Το πρόβλημα δεν είναι το Libor, ηλίθιοι. Είναι οι κεντρικές τράπεζες». Χαρακτήρισε το τρομακτικό σκάνδαλο καλά νέα, στο βαθμό που αποτελεί την αρχή του τέλους της λειτουργίας των κεντρικών τραπεζών προς όφελος των πραγματικών, μοναδικών τους πελατών, των μεγάλων τραπεζών.
Η ελληνική κρίση
Την ίδια ακριβώς κριτική ασκεί ο Τζόζεφ Στίγκλιτς (βασικός αντίπαλος του Φρίντμαν) στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με αφορμή τον τρόπο που αντιμετώπισε την κρίση του ελληνικού χρέους. Την κατηγορεί ότι έθεσε τα συμφέροντα μιας ομάδας τραπεζών πάνω από τα συμφέροντα ενός κράτους-μέλους, πάνω από τα συμφέροντα των Ευρωπαίων και των Ελλήνων φορολογουμένων. Οτι εκχώρησε σε μυστική επιτροπή εκπροσώπων της αγοράς το δικαίωμα να αποφασίζουν τι καθιστά πιστωτικό γεγονός, όπως επίσης ανέθεσε σε επιτροπή άμεσα ενδιαφερομένων να αποφασίσουν τι σημαίνει αποδεκτή αναδιάρθρωση του χρέους (Capturing Ε.C.Β. Febr 6/2012). Κατά τον κ. Στίγκλιτς, η νομισματική πολιτική είναι καίριος καθοριστικός συντελεστής των μακροοικονομικών εξελίξεων. Το γεγονός ότι αυτός ο τόσο καθοριστικός παράγων για ό,τι συμβαίνει στην κοινωνία θα μπορούσε να απομακρυνθεί τόσο πολύ από τον έλεγχο εκλεγμένων Αρχών, αποτελεί πρώτης τάξεως πρόβλημα, ιδιαίτερα για ένα σύστημα που στηρίζει τον εαυτό του στις Αρχές και τους κανόνες της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Στην ίδια κατεύθυνση ο Τζέιμς Γκαλμπρέιθ («The Guardian», 20 Σεπτεμβρίου 2012) δηλώνει: «Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια ειλικρινή αναθεώρηση του τι δεν μπορούν να κάνουν οι κεντρικές τράπεζες. Ναι, μπορούν μερικές φορές να ματαιώσουν τον πανικό. Ναι, καλώς ή κακώς, μπορούν να κρατήσουν τράπεζες-ζόμπι ζωντανές. Οχι, δεν μπορούν να φέρουν οικονομική ανασυγκρότηση ή να λύσουν κανένα από τα βαθύτερα οικονομικά μας προβλήματα…».
Στο Ισραήλ η έγκριτη (και αγγλόφωνη) εφημερίδα «Haaretz» (24 Μαΐου 2012) σε ένα σκληρότατο άρθρο με τίτλο «Πώς το πιο κλειστό κλαμπ στον κόσμο κατέστρεψε την παγκόσμια οικονομία» αναφέρεται στο κλαμπ των κεντρικών τραπεζιτών Αγγλίας, Γαλλίας, Γερμανίας και Αμερικής. Συνδέοντας την κρίση του ’29 με τη σημερινή, η εφημερίδα καταδεικνύει ότι «οι εκάστοτε κεντρικοί τραπεζίτες στο όνομα της εκάστοτε νομισματικής ορθοδοξίας μπορούν να καταστρέφουν την παγκόσμια οικονομία. Ετσι και σήμερα, παρά τις ηράκλειες προσφορές χρήματος, δοκιμάζοντας μέτρα μετά τα μέτρα, αποδεικνύονται περισσότερο επικίνδυνοι παρά ωφέλιμοι. Η κρίση είναι κάτι πολύ περισσότερο και πιο σύνθετο από μια νομισματική κρίση. Κατά συνέπεια δεν μπορούν οι τραπεζίτες να την αντιμετωπίσουν. Ηλθε η ώρα οι κεντρικοί τραπεζίτες να κάνουν πίσω και να αφήσουν τους υπεύθυνους χάραξης της οικονομικής πολιτικής να δώσουν τις λύσεις».
Πολιτική λύση
Βέβαια το πρόβλημα δεν θα λυθεί με σκληρή κριτική στις κεντρικές τράπεζες. Θα λυθεί με τη συγκρότηση ενός αξιόπιστου συμμετοχικού και αποτελεσματικού πολιτικού συστήματος και την αναγέννηση του συμμετοχικού μας πολιτισμού.
Το 1946 το Εργατικό Κόμμα της Αγγλίας είχε το κύρος και την πολιτική δύναμη να εθνικοποιήσει την Τράπεζα της Αγγλίας. Σήμερα ο θεσμός του κόμματος, ο κατ’ εξοχήν θεσμός της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, βρίσκεται σε τέτοια παρακμή ώστε να έχει απογειωθεί ο διάλογος για τη «μεταδημοκρατία».
Στο συσχετισμό δύναμης και επιρροής για τη διαμόρφωση των εξελίξεων και της κοινής γνώμης, ο θεσμός του κόμματος έχει χάσει προ πολλού τη μάχη από τις πολυεθνικές της οικονομίας, των τραπεζών, της διαχείρισης πληροφοριών και των ΜΜΕ. Μόνο μια ριζική αναμόρφωση του θεσμού του κόμματος θα επιτρέψει στον κοινοβουλευτισμό και τη δημοκρατία να αντιμετωπίσουν νικηφόρα την επελαύνουσα νέα φεουδαρχία.
πηγή: enet.gr
Με αφορμή την ετήσια έκθεση της Τράπεζας Διεθνών Συναλλαγών (BSI) για το 2012, αφ’ ενός αποκαλύπτει, σαρκαστικά, την προσπάθεια των κεντρικών τραπεζιτών να αποσείσουν πλήρως τις ευθύνες τους για την παγκόσμια κρίση και να επιρρίψουν το σύνολο αυτών των ευθυνών στους πολιτικούς, και αφ’ ετέρου ασκεί μια τεκμηριωμένα ανατρεπτική κριτική της εικόνας που επεχείρησε να διαμορφώσει η BSI, μια εικόνα κατά την οποία (όπως την περιγράφει ο «Economist»): «Ηρωικοί και άσπιλοι κεντρικοί τραπεζίτες κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να αποτρέψουν τον καταποντισμό της παγκόσμιας οικονομίας, αντιμετωπίζοντας καθολική παραλυτική ανικανότητα εκ μέρους των κυβερνήσεων και συγχρόνως καταιγισμό ανυπόστατης κριτικής εις βάρος τους. Τελικά, η ικανότητα των κεντρικών τραπεζιτών να αποκαταστήσουν τις ζημίες που συσσώρευσαν οι αερολογούντες πολιτικοί, ελαχιστοποιείται. Η καταστροφή που επέρχεται μπορεί να αποφευχθεί μόνον εάν ο κόσμος αγκαλιάσει τη νηφάλια ηγεσία των σοφών τραπεζιτών» .
«Το κράτος είμαι εγώ»
Κατά τον «Economist», ούτε λίγο ούτε πολύ, οι κεντρικοί τραπεζίτες απαιτούν από τις κυβερνήσεις να λογοδοτούν σε αυτούς, για την ακολουθούμενη δημοσιονομική πολιτική και όχι στην κοινωνία, στους πολίτες. Με αυτή την αναφορά, ο «Economist» θίγει την ιερότερη των ιερών αγελάδων του νεοφιλελευθερισμού, την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών από την εκτελεστική εξουσία. Θέτει το ύψιστης δημοκρατικής σημασίας, νομιμότητας και λογοδοσίας θέμα των εξουσιών των κεντρικών τραπεζών και δημοκρατίας.
Το θέμα έχει τεθεί και για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) από την επομένη της συνθήκης του Μάαστριχτ, όχι τόσο από ευρωσκεπτικιστές όσο από όσους ενδιαφέρονται για μια πραγματικά ενωμένη και δημοκρατική Ευρώπη. Η σχετική βιβλιογραφία είναι πλούσια.
Με το τεραστίων διαστάσεων συστημικό σκάνδαλο του διατραπεζικού επιτοκίου δανεισμού, γνωστού ως Libor, οι κεντρικές τράπεζες και οι τραπεζίτες βρέθηκαν στη δίνη του κυκλώνα της κριτικής. Στο πλαίσιο αυτής της κριτικής, ο γνωστός οικονομικός αναλυτής Shah Gilani δημοσίευσε («Forbes», 6 Ιουλίου 2012) χαρακτηριστικό του κλίματος άρθρο με τον προκλητικό τίτλο «Το πρόβλημα δεν είναι το Libor, ηλίθιοι. Είναι οι κεντρικές τράπεζες». Χαρακτήρισε το τρομακτικό σκάνδαλο καλά νέα, στο βαθμό που αποτελεί την αρχή του τέλους της λειτουργίας των κεντρικών τραπεζών προς όφελος των πραγματικών, μοναδικών τους πελατών, των μεγάλων τραπεζών.
Η ελληνική κρίση
Την ίδια ακριβώς κριτική ασκεί ο Τζόζεφ Στίγκλιτς (βασικός αντίπαλος του Φρίντμαν) στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με αφορμή τον τρόπο που αντιμετώπισε την κρίση του ελληνικού χρέους. Την κατηγορεί ότι έθεσε τα συμφέροντα μιας ομάδας τραπεζών πάνω από τα συμφέροντα ενός κράτους-μέλους, πάνω από τα συμφέροντα των Ευρωπαίων και των Ελλήνων φορολογουμένων. Οτι εκχώρησε σε μυστική επιτροπή εκπροσώπων της αγοράς το δικαίωμα να αποφασίζουν τι καθιστά πιστωτικό γεγονός, όπως επίσης ανέθεσε σε επιτροπή άμεσα ενδιαφερομένων να αποφασίσουν τι σημαίνει αποδεκτή αναδιάρθρωση του χρέους (Capturing Ε.C.Β. Febr 6/2012). Κατά τον κ. Στίγκλιτς, η νομισματική πολιτική είναι καίριος καθοριστικός συντελεστής των μακροοικονομικών εξελίξεων. Το γεγονός ότι αυτός ο τόσο καθοριστικός παράγων για ό,τι συμβαίνει στην κοινωνία θα μπορούσε να απομακρυνθεί τόσο πολύ από τον έλεγχο εκλεγμένων Αρχών, αποτελεί πρώτης τάξεως πρόβλημα, ιδιαίτερα για ένα σύστημα που στηρίζει τον εαυτό του στις Αρχές και τους κανόνες της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Στην ίδια κατεύθυνση ο Τζέιμς Γκαλμπρέιθ («The Guardian», 20 Σεπτεμβρίου 2012) δηλώνει: «Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια ειλικρινή αναθεώρηση του τι δεν μπορούν να κάνουν οι κεντρικές τράπεζες. Ναι, μπορούν μερικές φορές να ματαιώσουν τον πανικό. Ναι, καλώς ή κακώς, μπορούν να κρατήσουν τράπεζες-ζόμπι ζωντανές. Οχι, δεν μπορούν να φέρουν οικονομική ανασυγκρότηση ή να λύσουν κανένα από τα βαθύτερα οικονομικά μας προβλήματα…».
Στο Ισραήλ η έγκριτη (και αγγλόφωνη) εφημερίδα «Haaretz» (24 Μαΐου 2012) σε ένα σκληρότατο άρθρο με τίτλο «Πώς το πιο κλειστό κλαμπ στον κόσμο κατέστρεψε την παγκόσμια οικονομία» αναφέρεται στο κλαμπ των κεντρικών τραπεζιτών Αγγλίας, Γαλλίας, Γερμανίας και Αμερικής. Συνδέοντας την κρίση του ’29 με τη σημερινή, η εφημερίδα καταδεικνύει ότι «οι εκάστοτε κεντρικοί τραπεζίτες στο όνομα της εκάστοτε νομισματικής ορθοδοξίας μπορούν να καταστρέφουν την παγκόσμια οικονομία. Ετσι και σήμερα, παρά τις ηράκλειες προσφορές χρήματος, δοκιμάζοντας μέτρα μετά τα μέτρα, αποδεικνύονται περισσότερο επικίνδυνοι παρά ωφέλιμοι. Η κρίση είναι κάτι πολύ περισσότερο και πιο σύνθετο από μια νομισματική κρίση. Κατά συνέπεια δεν μπορούν οι τραπεζίτες να την αντιμετωπίσουν. Ηλθε η ώρα οι κεντρικοί τραπεζίτες να κάνουν πίσω και να αφήσουν τους υπεύθυνους χάραξης της οικονομικής πολιτικής να δώσουν τις λύσεις».
Πολιτική λύση
Βέβαια το πρόβλημα δεν θα λυθεί με σκληρή κριτική στις κεντρικές τράπεζες. Θα λυθεί με τη συγκρότηση ενός αξιόπιστου συμμετοχικού και αποτελεσματικού πολιτικού συστήματος και την αναγέννηση του συμμετοχικού μας πολιτισμού.
Το 1946 το Εργατικό Κόμμα της Αγγλίας είχε το κύρος και την πολιτική δύναμη να εθνικοποιήσει την Τράπεζα της Αγγλίας. Σήμερα ο θεσμός του κόμματος, ο κατ’ εξοχήν θεσμός της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, βρίσκεται σε τέτοια παρακμή ώστε να έχει απογειωθεί ο διάλογος για τη «μεταδημοκρατία».
Στο συσχετισμό δύναμης και επιρροής για τη διαμόρφωση των εξελίξεων και της κοινής γνώμης, ο θεσμός του κόμματος έχει χάσει προ πολλού τη μάχη από τις πολυεθνικές της οικονομίας, των τραπεζών, της διαχείρισης πληροφοριών και των ΜΜΕ. Μόνο μια ριζική αναμόρφωση του θεσμού του κόμματος θα επιτρέψει στον κοινοβουλευτισμό και τη δημοκρατία να αντιμετωπίσουν νικηφόρα την επελαύνουσα νέα φεουδαρχία.
πηγή: enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου