Όταν οι άλλοι έρχονταν, αναζητώντας τρόπο να ξεφορτωθούν τους ιδιώτες
από την διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας, εμείς πηγαίναμε, θεωρώντας ως
την τελευταία λέξη του οικονομικού εκσυγχρονισμού την ιδιωτικοποίηση
της παραγωγής ρεύματος και του δικτύου μεταφοράς του. Και ποιοι είναι οι
άλλοι; Οι Γερμανοί πολίτες! Που δέκα χρόνια αφότου ξεκίνησε η
επιχείρηση ιδιωτικοποίησης του πολυτιμότερου αγαθού μετά το νερό, έχουν
έρθει αντιμέτωποι με τις δραματικές της επιπτώσεις και πιέζουν με κάθε
τρόπο για να διώξουν τις ιδιωτικές εταιρείες. Το μέσο δε που
ενεργοποίησαν είναι το δημοψήφισμα, αξιοποιώντας μια μακρά παράδοση που
υπάρχει στη Γερμανία.
Συγκεκριμένα, τόσο στο Βερολίνο όσο και στο Αμβούργο μια πολλά
υποσχόμενη πολιτική συνάντηση οικολόγων, αριστερών κομμάτων και
συνδικαλιστικών στελεχών ξεκίνησε μια εκστρατεία συγκέντρωσης υπογραφών
με αίτημα να διεξαχθεί δημοψήφισμα κι έτσι οι πολίτες των δύο κρατιδίων
να πουν την δική τους γνώμη για το κατά πόσο θέλουν τα δίκτυα διανομής
της ενέργειας να συνεχίσουν ανήκουν στους ιδιώτες. Στην γερμανική
πρωτεύουσα όπου το μέτωπο που συγκροτήθηκε φέρει τον τίτλο Berliner
Energietisch (Πίνακας ενέργειας του Βερολίνου) διευρύνθηκε στη συνέχεια
με την συμμετοχή ενώσεων ενοικιαστών, εκκλησιαστικών οργανώσεων, ακόμη
και με την παρουσία μιας από τις μεγαλύτερες κρατικές όπερες
(Staatskapelle). Έτσι στις 11 Ιουνίου ανακοίνωσε δημόσια την τεράστια
επιτυχία του καθώς συγκέντρωσε 265.000 υπογραφές εκλογέων, ξεπερνώντας
κατά πολύ το όριο των 173.000 υπογραφών (που αντιστοιχεί στο 7% των 2,4
εκ. ψηφοφόρων) το οποίο υποχρεώνει την κυβέρνηση του κρατιδίου να
διενεργήσει το δημοψήφισμα. Η θετική ανταπόκριση των Βερολινέζων στο
κάλεσμα συγκέντρωσης υπογραφών μπορεί να εξηγηθεί εύκολα, παρότι η
πρωτεύουσα της Γερμανίας ουδέποτε έζησε τα ακραία εκφυλιστικά φαινόμενα
που έφερε η ιδιωτικοποίηση της ενέργειας για παράδειγμα στις ΗΠΑ με τα
μπλακ άουτ της Καλιφόρνιας. Μόνο 10,7 λεπτά της ώρας ανέφερε
χαρακτηριστικά σε πρόσφατο άρθρο του το περιοδικό Σπίγκελ έμειναν
ολόκληρο το 2011 χωρίς ρεύμα οι Βερολινέζοι, όταν στο Λονδίνο ο
αντίστοιχος χρόνος ήταν τριπλάσιος.
Αυξήσεις στα τιμολόγια του ρεύματος
Τα δεινά που έφερε η ιδιωτικοποίηση της ενέργειας στην Γερμανία ήταν
άλλα. Πριν απ’ όλα η αύξηση της τιμής του ρεύματος κατά 21% μέσα σε δύο
μόλις χρόνια που προκάλεσε τεράστιο πρόβλημα στα φτωχότερα κοινωνικά
στρώματα. Η οργή των Βερολινέζων κατά της ιδιωτικοποίησης σχετίζεται
επίσης με τις αντεργατικές τακτικές της σουηδικής εταιρείας Vattenfall
που απέκτησε τον έλεγχο της BEWAG, έχοντας έτσι ένα ιδιωτικό μονοπώλιο
να παίρνει την θέση του δημοτικού – κρατικού μονοπωλίου και την
προπαγάνδα περί απελευθέρωσης της αγοράς ώστε να δημιουργηθεί περιβάλλον
ανταγωνισμού με την συμμετοχή πολλών εταιρειών να καταρρέει σαν
χάρτινος πύργος. Η σουηδική εταιρεία μόλις τον Μάρτιο του 2013 απέλυσε
300 εργαζόμενους, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει προχωρήσει στην κατάργηση
1.500 θέσεων εργασίας. Ως αποτέλεσμα την άνοιξη έγιναν πολλές εργατικές
συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας ενάντια στην σουηδική εταιρεία. Ο τρίτος και
καθόλου αμελητέος λόγος, δεδομένων των ευαισθησιών των Γερμανών,
σχετίζονται με την προκλητική επιμονή της Vattenfall να χρησιμοποιεί
λιγνίτη για την παραγωγή ρεύματος, αντλώντας μόνο το 1,4% της ενέργειας
από ανανεώσιμες πηγές. Η εμμονή της με τις πιο παρωχημένες, επικίνδυνες
και βρόμικες πηγές ενέργειας έκανε την υπομονή των Γερμανών να
ξεχειλίσει όταν η Vattenfall κατέθεσε μήνυση εναντίον της ομοσπονδιακής
κυβέρνησης με αφορμή την απόφαση της καγκελαρίου Μέρκελ να διακόψει την
λειτουργία των πυρηνικών εργοστασίων της χώρας, αμέσως μετά το ατύχημα
στην Φουκουσίμα της Ιαπωνίας, τον Μάρτιο του 2011. Η απάντηση των
Σουηδών ήταν να απαιτήσουν ως αποζημίωση 1 εκ. ευρώ για κάθε μέρα από
την ομοσπονδιακή κυβέρνηση την οποία μάλιστα έσυραν στο Διεθνές Κέντρο
Διευθέτησης Επενδυτικών Διαφορών της Παγκόσμιας Τράπεζας. Το
συγκεκριμένο περιστατικό δείχνει με πολύ καθαρό τρόπο την αδιαφορία που
επιδεικνύουν οι διεθνείς επενδυτές απέναντι σε εθνικές προτεραιότητες,
όπως είναι για παράδειγμα η προσήλωση σε διαδικασίες παραγωγής φιλικές
προς το περιβάλλον. Κι αν φτάνουν να οδηγούν την Μέρκελ στα δικαστήρια
μπορούμε να φανταστούμε τι επιθετικότητα μπορούν να επιδείξουν οι
διεθνείς επενδυτές απέναντι σε πιο αδύναμες κυβερνήσεις, εκ παραδόσεως
επιρρεπείς στην υποτέλεια και την ξενοδουλεία, που δίνουν γη και ύδωρ
στους διεθνείς επενδυτές αντιμετωπίζοντας τα κεφάλαιά τους ως μάννα εξ
ουρανού ή ως επιβράβευση της πολιτικής που ακολουθούν. Σημείο των
καιρών, θα μπορούσε κάποιος να πει: Όταν από τους ψηφοφόρους δεν
αναμένεται καμιά επιβράβευση κι αντιμετωπίζονται ως «εχθρός λαός», τότε
αυτή επιζητείται απ’ έξω κι από κείνους μάλιστα που αντιμετωπίζουν την
χώρα ως πεδίο κερδοσκοπίας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως έχουν και τα αιτήματα της Βερολινέζικης
πρωτοβουλίας που διεκδίκησε την διεξαγωγή δημοψηφίσματος και πέτυχε να
συγκεντρώσει τον απαιτούμενο αριθμό υπογραφών. Το πρώτο και προφανές
αίτημα σχετίζεται με την εξαγορά της εταιρείας από τις κρατιδιακές
αρχές. Ακόμη κι αυτό το αίτημα όμως συμπληρώνεται από άλλα αιτήματα που
εγγυώνται την – όσο το δυνατόν – πιο δημοκρατική λειτουργία της
εταιρείας. Ειδικότερα ζητούν στη νέα 15μελή διοίκηση να συμμετέχουν 7
αντιπρόσωποι από την δημοτική εταιρεία, 6 αντιπρόσωποι από τον κόσμο κι
οι άλλες δύο θέσεις να καλύπτονται από τον υπουργό Περιβάλλοντος και τον
υπουργό Οικονομικών του κρατιδίου. Με αυτό τον τρόπο η απόρριψη της
ιδιωτικοποίησης δεν σημαίνει κατά κανέναν τρόπο παράδοση της εταιρείας
στους κρατικούς μανδαρίνους και σε μια ανεξέλεγκτη γραφειοκρατία που θα
λειτουργεί προς όφελος των ιδιωτών. Ξεχωριστής σημασίας αίτημα που
εξηγεί και την θέρμη με την οποία αγκάλιασαν οι Βερολινέζοι την
εκστρατεία συγκέντρωσης υπογραφών, πέρα από την απαγόρευση επενδύσεων σε
πυρηνικά εργοστάσια και λιγνιτικές μονάδες και την υποχρέωση επενδύσεων
σε προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας, ήταν και η απαγόρευση καθ’
οποιονδήποτε τρόπο των διακοπών στην παροχή ρεύματος. Με αυτό τον τρόπο
διασφαλίζεται ο δημοκρατικός, κοινωφελής χαρακτήρας της διαδικασίας
ηλεκτροδότησης, καθώς ακόμη και οικογένειες που δεν έχουν χρήματα να
πληρώσουν τους λογαριασμούς δεν θα μένουν στο σκοτάδι, όπως ολοένα και
συχνότερα συνέβαινε στο Βερολίνο, απ’ τη στιγμή που πρυτάνευαν τα
κερδοσκοπικά κριτήρια.
Δημόσιο χρέος κατά δημοσίου συμφέροντος
Εξ ίσου επιτυχημένη ήταν και η διαδικασία συγκέντρωσης υπογραφών στο
Αμβούργο όπου συγκεντρώθηκαν από την Πρωτοβουλία Unser Hamburg, Unsewr
Netz (Το Αμβούργο μας, το Δίκτυο μας) 115.000 υπογραφές, όταν το όριο
για να γίνει δεκτό το αίτημα είναι 60.000 υπογραφές ή το 5% του
εκλογικού σώματος των 1,2 εκ. ψηφοφόρων. Στο Αμβούργο μάλιστα η επιτυχία
μπορεί να χαρακτηριστεί μεγαλύτερη αν λάβουμε υπ’ όψη μας την σθεναρή
αντίδραση του χριστιανοδημοκρατικού κυβερνώντος κόμματος που προσέφυγε
μέχρι και στο ανώτατο συνταγματικό δικαστήριο για να μπλοκάρει την
πρωτοβουλία. Τόσο όμως η απόφαση του τον Μάρτιο του 2013, όσο κι οι
εκατοντάδες χιλιάδες υπογραφές που συγκεντρώθηκαν δεν εγγυώνται ότι οι
κάτοικοι της γερμανικής πρωτεύουσας και του μεγαλύτερου λιμανιού της
χώρας θα εκφράσουν έστω την άποψή τους για ένα θέμα που αφορά τόσο
έντονα την καθημερινότητά τους. Κι αυτό γιατί παρότι οι εθνικές εκλογές
στις 22 Σεπτεμβρίου αποτελούν ιδανική ευκαιρία για να στηθούν ταυτόχρονα
και κάλπες στο κάθε κρατίδιο για να διεξαχθεί το δημοψήφισμα, οι
κρατιδιακές κυβερνήσεις ξέροντας ότι το 60% των ψηφοφόρων θα πει όχι
στην ιδιωτικοποίηση ήδη αναζητούν τρόπους για να το ματαιώσουν. Στο
Βερολίνο για παράδειγμα εμφανίζεται ως εμπόδιο το υψηλό δημόσιο χρέος
που φθάνει τα 60 δισ. ευρώ ώστε να απαγορευθεί οποιαδήποτε συζήτηση
εξαγοράς του δικτύου.
Φαίνεται έτσι πώς όχι μόνο στον ευρωπαϊκό νότο αλλά και στον βορρά
αξιοποιείται το δημόσιο χρέος έτσι ώστε να προωθηθούν οι
ιδιωτικοποιήσεις σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος, της κοινωνικής
ευημερίας, της ασφάλειας και της περιβαλλοντικής ισορροπίας. Φαίνονται
επίσης και τα όρια που έχουν ανάλογες δημοκρατικές πρωτοβουλίες σε μια
εποχή που το κράτος δεν διστάζει να καταστρατηγεί συντάγματα και νόμους.
Ξεχωριστή σημασία για την Ελλάδα όμως έχει το γεγονός ότι στην
Γερμανία (κι όχι σε κάποια χώρα του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου με αδύναμο
ρυθμιστικό πλαίσιο) το πείραμα υλοποιήθηκε και απέτυχε. Σημασία έχει
επίσης το γεγονός ότι οι ίδιοι οι πολίτες δεν επιθυμούν τους ιδιώτες
στην ενέργεια, κατά συνέπεια οι ιδιωτικοποιήσεις στερούνται λαϊκής
νομιμοποίησης. Δεν ξέρουμε ποιά ήταν η γνώμη των ψηφοφόρων του Βερολίνου
και του Αμβούργου πριν δοθούν τα δίκτυα στους ιδιώτες. Τώρα όμως
τοποθετούνται μετά λόγου γνώσεως, ζητώντας να φύγουν οι ιδιώτες! Ποιος
τους ακούει;
«Κονταίνουν» τη ΔΕΗ
Τα παραπάνω συμπεράσματα αποκτούν μεγάλη σημασία για την Ελλάδα από
τη στιγμή που η κυβέρνηση Σαμαρά αποφάσισε να «σπάσει» στα τρία την ΔΕΗ
για να μπορέσει να την ξεπουλήσει, εφαρμόζοντας τις προβλέψεις του
Μνημονίου. Το κυβερνητικό σχέδιο τριχοτόμησης της ΔΕΗ, που θα
ολοκληρωθεί το 2016, είναι εμφανές ότι ως ζητούμενο δεν είχε την
ενεργειακή ασφάλεια της Ελλάδας (την απρόσκοπτη δηλαδή παροχή ρεύματος
για το μέλλον που κάθε άλλο παρά δεδομένη πρέπει να θεωρείται με βάση
την γεωγραφία της Ελλάδας), το συμφέρον των καταναλωτών (πχ φθηνά
τιμολόγια), κοινωνικά – δημοκρατικά κριτήρια (να σταματήσει με έναν
κοινωνικά αποδεκτό τρόπο για παράδειγμα το αίσχος των διακοπών παροχής
σε 1.000 νοικοκυριά την ημέρα) ή φιλοπεριβαλλοντικές ευαισθησίες (μείωση
κατανάλωσης, χρήση ΑΠΕ, κλπ.). Κριτήριο της κυβέρνησης ήταν το
«κόντεμα» της ΔΕΗ ώστε να βρεθούν πιθανοί αγοραστές, οι δυνατότητες των
οποίων να είναι συμβατές με τα μεγέθη της προς πώληση εταιρείας. Οι
κίνδυνοι ωστόσο που ελλοχεύουν όχι μόνο για τους 20.000 εργαζόμενους της
εταιρείας αλλά και για τα 6,5 εκ. πελατών της και το ευρύτερο δημόσιο
συμφέρον είναι οφθαλμοφανείς. Κατ’ αρχήν ένα άνευ προηγουμένου πλιάτσικο
σε μια επιχείρηση που το 2012 εμφάνισε θετικό αποτέλεσμα κατά 30 εκ.
ευρώ και υπ’ αυτή την έννοια η πώλησή της δεν δικαιολογείται στην βάση
του περιορισμού του δημοσιονομικού ελλείμματος. Η ΔΕΗ είναι ήδη
κερδοφόρα. Αν δε, έπαυε να επιδοτεί τους ιδιώτες παραγωγούς όπως κάνει
σήμερα κατά σκανδαλώδη τρόπο θα μπορούσε κάλλιστα να μειώσει τα οικιακά
τιμολόγια ή να επιδοτήσει την κατανάλωση ρεύματος στις οικογένειες των
1,3 εκ. ανέργων. Η κυβέρνηση επίσης χαμηλώνοντας τόσο πολύ τον πήχη στην
πραγματικότητα δίνει μια δεύτερη ευκαιρία για εύκολα και γρήγορα κέρδη
στους ευρωπαϊκούς ενεργειακούς κολοσσούς (την γερμανική RWE, την γαλλική
EDF, την ιταλική ENEL, κ.α. που περιμένουν να μπουν στην ελληνική
αγορά) τώρα που στην υπόλοιπη Ευρώπη αποκαλύπτεται ο καταστρεπτικός τους
ρόλος στην διαχείριση ενός κοινωνικού αγαθού, όπως η ενέργεια. Η Ελλάδα
δηλαδή θα αποδειχθεί Γη της Επαγγελίας για αχαλίνωτη κερδοσκοπία
δεδομένης της απροθυμίας των κυβερνήσεων να επιβάλουν ακόμη κι αυτά τα
ισχυρά ρυθμιστικά πλαίσια που ισχύουν στην Ευρώπη (και τα οποία
αποδείχθηκαν πλήρως αναποτελεσματικά όπως διδάσκει η γερμανική
εμπειρία). Για όλους αυτούς τους λόγους πρέπει από τώρα να αποτραπεί η
ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ. Αύριο θα είναι αργά…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου