Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2013

Μετρώντας την ποιότητα με το υποδεκάμετρο

Παρασκευή, 1 Φεβρουαρίου 2013

 http://e-cynical.blogspot.gr/


Κοινωνίες που χάνουν τη συνοχή τους, χάνουν και τις πρότερες κοινές αναφορές, καθώς και τις πρότερες κοινές τους αξίες και στόχους. Κυρίως όμως χάνουν την εμπιστοσύνη του ενός προς τον άλλον, όπως και τη δυνατότητα να συνεννοούνται. 
Στις περιπτώσεις αυτές, οι κοινωνίες συγκρατούνται, και όχι συγκροτούνται είτε με την πυγμή του κράτους και των νόμων, οπότε γίνονται ολοκληρωτικές, είτε στη βάση αυστηρών και αποστειρωμένων διοικητικών ρυθμίσεων, προς τις οποίες υπακούν επειδή πείθονται ότι είναι ουδέτερες και αντικειμενικές. Η διοίκηση του κράτους και η διαχείριση του ανθρώπινου  δυναμικού μέσω της πιστοποίησης και αξιολόγησης δίνουν την εντύπωση ότι ενσωματώνουν αυτά τα χαρακτηριστικά, άσχετο αν ξύνοντας λίγο πιο κάτω από την επιφάνεια προκύπτει η ταξικότητα και η υστεροβουλία τους, με το να δίνεται έμφαση σε ορισμένα χαρακτηριστικά και να παραμερίζονται άλλα, είτε σκοπίμως, είτε λόγω εγγενούς αδυναμίας να προσδιοριστούν. 

Η εμμονή στην ποιοτική διακυβέρνηση, όπως παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια,  ουσιαστικά υποδηλώνει την ανικανότητα, την αναπηρία και την έλλειψη έμπνευσης και οράματος των κυβερνητών, οι οποίοι το μόνο που μπορούν να καταφέρουν είναι η καταφυγή σε ενός τύπου τεχνοκρατικής, δηλαδή επιστημονικής και αδιαμφισβήτητης όπως διαδίδουν, διακυβέρνησης και η οχύρωση πίσω από μια αρμαθιά αριθμών. 

Η ποιότητα όμως μιας διαδικασίας, ή ενός προϊόντος δεν μπορεί να προσεγγιστεί πάντα με αριθμούς, ή σε πολλές περιπτώσεις καθόλου. Μπορεί για παράδειγμα μια ηλεκτρική συσκευή να πάρει πιστοποιητικό ποιότητος που σημαίνει ότι δεν θα χαλάσει γρήγορα, αφού έχει υποβληθεί σε μια σειρά δοκιμασιών, αλλά ποτέ δεν θα υπάρξει διαδικασία που να μπορεί ν' αποφανθεί για την ποιότητα ενός κρασιού ή ενός μαγειρεμένου φαγητού. Το όποιο πρωτόκολλο μπορεί να αξιολογεί ποσοτικά την φρεσκάδα, τη γνησιότητα και την ποικιλία καθ' ενός των συστατικών που τα απαρτίζουν, αλλά δεν θα μπορέσει ποτέ να αξιολογήσει το άρωμα, τη γεύση και την ικανοποίηση του ουρανίσκου και της μύτης. Που στο κάτω κάτω είναι και αυτά που κάνουν το ένα κρασί να ξεχωρίζει από το άλλο, ή το ένα ουίσκι, από το διπλανό του.

Η ποιότητα είναι ένα χαρακτηριστικό, το οποίο δεν μπορεί να αναλυθεί, ούτε να προκύψει από το άθροισμα των ποιοτήτων των μερών που το απαρτίζουν. Και φυσικά δεν μπορεί να μετρηθεί. Αν μιλούσαμε με όρους φυσικής, θα έλεγα ότι είναι ένα αναδυόμενο (emergent) χαρακτηριστικό, που δεν ανάγεται στα επί μέρους.

Αν αυτό ισχύει για την αξιολόγηση του κρασιού, πόσο μάλλον ισχύει και για την αξιολόγηση της Παιδείας και των ιδρυμάτων που έχουν θεσπιστεί να την παρέχουν. Οι διάφορες τεχνικές αξιολόγησης στη βάση μετρήσιμων ποσοτήτων όπως αριθμός διδασκόντων, λόγος μαθητών προς εκπαιδευτικούς, βαθμοί στα διάφορα τεστ, κλπ, το μόνο που δεν κατορθώνουν είναι η αξιολόγηση του "μαθήματος", ιδωμένου σαν μια ολοκληρωμένη θεατρική παράσταση που κατασταλάζει ποικίλα συναισθήματα, εντυπώσεις και γνώσεις, που πυροδοτεί αναζητήσεις και εκτοξεύσεις του νου, που λύνει κόμπους και κρυμμένες ψυχικές και διανοητικές δυνατότητες στον καθένα μαθητή ξεχωριστά. Αυτό κανένα ερωτηματολόγιο δεν μπορεί να καταγράψει. Ο καλός δάσκαλος δεν είναι δάσκαλος που φτιάχνεται ξέχωρα απ' την κοινωνία σε κάποιο εργαστήριο με κάποιες συμφωνημένες προδιαγραφές. Ο δάσκαλος είναι προϊόν της κοινωνίας που ζει, όπως και ο καθένας από μας, και όταν μια κοινωνία παράγει σκουπίδια, κι οι δάσκαλοι που βγάζει, σκουπίδια θα είναι κι αυτοί. Πανομοιότυποι, μετρήσιμοι και αναλώσιμοι.

Παρακολουθώ, εδώ και καιρό το γράψε-σβήσε ερωτηματολογίων και κριτηρίων για να συνταχθεί το πιο αξιόπιστο μετρίδι για την κατάταξη σχολείων και πανεπιστημίων, στις ιερές Βέδες της Σαγκάης ή των Times. Για την "Αξιολόγηση των Μηχανισμών Αξιολόγησης των Πανεπιστημίων" γράφαμε πριν από δυο ακριβώς χρόνια, ΕΔΩ, όπου και είναι καταγεγραμμένα τα κριτήρια "ποιότητας". 

Είναι προφανές ότι στο κυνήγι της ανόδου στις εν λόγω λίστες, τα πανεπιστήμια θα προσπαθήσουν να προσαρμοστούν στα ποσοτικά κριτήρια που τίθενται. Και αυτό κάνουν, δίνοντας την ψευδαίσθηση στους μεν εαυτούς τους ότι αναβαθμίζονται, στους δε υποψήφιους φοιτητές-επενδυτές γνώσης ότι κάνουν μια καλύτερη ποιοτικά επιλογή.    

Η εμπειρία τόσων χρόνων που ακολουθείται η πρακτική αυτή παγκοσμίως, και όχι μόνον στην εκπαίδευση, έχει δείξει ότι όσο περισσότεροι δείκτες αναπτύσσονται, τόσο παράλληλα αναπτύσσονται  και τεχνικές για να τους ικανοποιούν. Όταν άρχισε να δίνεται προτεραιότητα στον αριθμό δημοσιεύσεων ενός ερευνητή για την εξέλιξη και το status του, τόσο άρχισαν και οι δημοσιεύσεις να πληθαίνουν, όχι με καινούργια πράγματα, αλλά με το αναμάσημα και την ανακύκλωση των παλιών. Για παράδειγμα βγήκε πληθώρα επιστημονικών περιοδικών που δέχονταν εργασίες, τα κριτήρια δημοσίευσης άρχισαν να χαλαρώνουν, και χαρακτηριστικά, οι δημοσιεύσεις σε πρακτικά συνεδρίων, σε αντίθεση με την πρακτική λίγων χρόνων πριν, άρχισαν να διαβαθμίζονται σαν δημοσιεύσεις καθ' αυτές και να μετράνε στα βιογραφικά.


Γιατί, όμως, κάθισα κι έγραψα όλα αυτά; Διότι πριν λίγες μέρες πήρε το αυτί μου κάποιον στην τηλεόραση, τον οποίο δεν θυμάμαι, να λέει ότι ο λόγος που οι "αιώνιοι" φοιτητές  πρέπει να σβηστούν από τα κιτάπια των πανεπιστημίων είναι ότι μάς τρώνε βαθμούς στους πίνακες κατάταξης των πανεπιστημίων, διότι με την παρουσία τους αλλάζουν τη σχέση διδασκομένων προς διδάσκοντες.

Ας υποθέσουμε ότι οι λίστες καθαρίζονται από τους "αιώνιους" φοιτητές και ότι λόγω βελτίωσης  του κριτηρίου αυτού τα ελληνικά πανεπιστήμια κατορθώνουν και ανεβαίνουν αρκετές βαθμίδες στους πίνακες της Σαγκάης. Στα μάτια ενός ανύποπτου λοιπόν, η Ελλάδα θα φαντάζει ότι έχει προχωρήσει με επιτυχία την αναβάθμιση των πανεπιστημίων της, θα δέχεται συγχαρητήρια από το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες,  και πιθανόν κάποιοι να έρχονται και να εκλιπαρούν για το μυστικό της συνταγής του ελληνικού θαύματος.

Κι αν το κάνει αυτό η Ελλάδα, σίγουρα δεν θα είναι η πρώτη, κι ούτε φυσικά θα το έχει σκεφτεί από μόνη της...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

.feed-links {display: none;}