Η τρόικα δεν είναι πλέον αήττητη.
Και το πρώτο «όχι» ήρθε από αυτόν το μικρό λαό, στην εσχατιά της
Ευρώπης, που έδειξε, για άλλη μια φορά μέσα σε λιγότερο από μια
δεκαετία, πως ξέρει να αντιστέκεται. Αναμφίβολα, το «όχι» αυτό δεν είναι
«καθαρό»: εκφράζει ένα ευρύτατο φάσμα κοινωνικών συμφερόντων, πολιτικών
και γεωπολιτικών στοχεύσεων, ιδεολογιών.
Δεν παύει να είναι όμως το ελάχιστο που μπορούσαν να κάνουν οι
Κύπριοι μπροστά στην πρωτοφανή ωμότητα και τον κυνισμό των κυρίαρχων
τάξεων της Ε.Ε., με την πλήρη συνενοχή της ελληνικής, που ακόμη μια φορά
εγκατέλειψε στην τύχη του ένα νησί που τη στοιχειώνει ως εφιαλτική
ενάρκωση της κακής της συνείδησης. Το κυπριακό «όχι» αποτελεί τομή,
συμβολική και όχι μόνο: η ευρωπαϊκή κρίση θα γνωρίσει μια αποφασιστική
επιτάχυνση, τόσο στο οικονομικό όσο και στο πολιτικό επίπεδο, με βασικά
χαρακτηριστικά την όξυνση των αντιθέσεων στο εσωτερικό των κυρίαρχων
δυνάμεων αλλά και την ενεργοποίηση του λαϊκού παράγοντα, που κατάφερε να
σφραγίσει τις τελευταίες εξελίξεις.
Το ερώτημα που τίθεται με πιεστικό τρόπο είναι γιατί η τρόικα
πήρε μια απόφαση με τόσο προβλέψιμα αποσταθεροποιητικά αποτελέσματα. Δεν
υπάρχει αμφιβολία ότι μέρος της απάντησης παραπέμπει σε γεωπολιτικούς
παράγοντες. Η κατάρρευση της κυπριακής οικονομίας, που έχει ούτως ή
άλλως δρομολογηθεί, όποιες κι αν είναι οι μελλοντικές αποφάσεις του
Eurogroup, δεν μπορεί παρά να καταστήσει εξαιρετικά ευάλωτο στις
ιμπεριαλιστικές πιέσεις αυτό το νησί, που είχε ήδη προ οκταετίας το
θράσος να απορρίψει πανηγυρικά ένα σχέδιο που στόχευε να το μετατρέψει
σε προτεκτοράτο.
Οι υδρογονάνθρακες και ο ρωσικός παράγοντας εντάσσονται σε αυτό
το πλαίσιο, αν και, σε ό,τι αφορά τη Ρωσία, δεν πρέπει να μας διαφεύγει
ότι ο κύριος όγκος των κεφαλαιακών της εκροών κατευθύνεται προς την
Αγγλία, το Λουξεμβούργο, τις Παρθένες Νήσους και άλλους φορολογικούς
παραδείσους ή τόπους ξεπλύματος χρήματος, για τους οποίους δεν φαίνεται
όλως περιέργως να ανησυχεί ιδιαίτερα η τρόικα.
Σ' αυτές τις χρόνιες και πολύπλευρες τάσεις επαναποικιοποίησης
της Κύπρου πρέπει να προστεθεί και το μεθυστικό αίσθημα ισχύος, που
καθώς φαίνεται έχει συνεπάρει την τρόικα έπειτα από τρία χρόνια
διαχείρισης της κρίσης. Ας σκεφτούμε πράγματι πώς φάνταζε μέχρι προχθές η
Ευρώπη, όταν την κοιτάμε από τη Φρανκφούρτη, τις Βρυξέλλες ή την
Ουάσιγκτον: μνημόνια, «πακέτα διάσωσης», γενικευμένη λιτότητα και
δρακόντεια σύμφωνα «σταθεροποίησης». Ολα αυτά όχι άνευ δυσκολιών βέβαια,
αλλά χωρίς πάντως να έχει ώς τώρα βρεθεί κάτι που να καταφέρει να
σταματήσει, ή έστω να επιβραδύνει τον οδοστρωτήρα. Πώς θα μπορούσε να
συγκρατηθεί μια τέτοια Υβρις απέναντι σε ένα ασήμαντο κρατίδιο, πολύ πιο
κοντά στη Βηρυτό απ' ό,τι στο Βερολίνο, που αντιπροσωπεύει λιγότερο από
το 0,3% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ;
Τίποτε δεν θα είναι λοιπόν όπως πριν, αλλά αυτό ισχύει πρωτίστως
για την ίδια την Κύπρο. Γιατί, όποια και αν είναι η κατάληξη των νέων
διαβουλεύσεων με την τρόικα, ένα είναι σίγουρο: δεν θα υπάρξει επιστροφή
στην προηγούμενη κατάσταση. Το χρηματιστικό μοντέλο που ακολούθησε με
ακραίο τρόπο το νησί, και που το οδήγησε στο σημερινό γκρεμό, έχει ήδη
καταστραφεί. Και αυτό δεν είναι φυσικά κακό - ποιος λογικός άνθρωπος
μπορεί να υπερασπιστεί ένα μοντέλο βασισμένο σε έναν εταιρικό φόρο του
10% και στην εγγυημένη ασυδοσία των κάθε είδους διεθνών σπεκουλαδόρων;
Υπό τον όρο όμως να είναι οι δυνάμεις της εργασίας σε θέση να προτείνουν
μια άλλη προοπτική, κάτι που απέτυχε παταγωδώς να κάνει το ΑΚΕΛ όσο
ήταν στην εξουσία. Για μια τέτοια εναλλακτική πορεία, είναι πλέον
προφανές ότι δεν μπορεί καν να γίνεται λόγος χωρίς σύγκρουση με την Ε.Ε.
και την ΟΝΕ, σε μια αλληλεπίδραση με τον αγώνα των λαών του ευρωπαϊκού
Νότου, αρχίζοντας φυσικά απ' αυτόν της Ελλάδας.
Επιβεβαιώνεται έτσι, εκ νέου, ότι σε κάθε τραγωδία η μοίρα της
Ελλάδας και αυτή της Κύπρου είναι αλληλένδετες. Σ' αυτές τις ιστορικές
στιγμές διαφαίνεται σε όλη της την έκταση η υποτέλεια μιας άρχουσας
τάξης πιστής στο πνεύμα της Ζυρίχης, αλλά και η ικανότητα του κυπριακού
λαού να εμπνέει με τη στάση του τον δοκιμαζόμενο ελληνικό. Αλλά και
όλους όσοι τολμήσουν να τον ακολουθήσουν στο δρόμο της ανυπακοής και της
αξιοπρέπειας.
* Καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο King's College του Λονδίνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου