Η ευρωπαϊκή διαχείριση του ευρώ, με
γερμανική καθοδήγηση, στοχεύει στην ευθυγράμμιση με τις επιθυμίες,
ακόμη και παράλογες, των χρηματαγορών.
Η έννοια της Ευρώπης ως κοινότητος έχει προ πολλού
αντικατασταθεί με αυτήν των ατομικών κρατών, που οφείλουν όχι μόνο να
υποκλίνονται στις αγορές, αλλά επίσης να είναι «ενάρετα», ώστε να
περιττεύει η εταιρική αλληλεγγύη. Με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ (1992), ο
καγκελάριος Κολ κατάργησε τη ρήτρα αλληλεγγύης, που προβλεπόταν στη
Συνθήκη της Ρώμης (1957), με το επιχείρημα ότι έτσι επιβραβεύονταν οι
αποτυχημένοι εις βάρος των επιτυχημένων, οι αφερέγγυοι εις βάρος των
αξιόπιστων.
Επειτα από δύο δεκαετίες, η επιμελής μαθήτρια Μέρκελ, με τη συνδρομή νεαρών τραπεζικών «μαντρόσκυλων», εφαρμόζει το «θεώρημα» του προκατόχου της με επιθετικό τρόπο. Εχοντας απενεργοποιήσει το νομισματικό και δημοσιονομικό εργαλείο προσαρμογής, η Ευρώπη σήμερα δεν προστατεύει τις χώρες-μέλη από τους κινδύνους, αλλά και παρεμποδίζει την προσαρμογή τους, τόσο στο νομισματικό πεδίο όσο επίσης στο δημοσιονομικό και όχι λιγότερο στο χρηματοοικονομικό και τραπεζικό.
Επειτα από δύο δεκαετίες, η επιμελής μαθήτρια Μέρκελ, με τη συνδρομή νεαρών τραπεζικών «μαντρόσκυλων», εφαρμόζει το «θεώρημα» του προκατόχου της με επιθετικό τρόπο. Εχοντας απενεργοποιήσει το νομισματικό και δημοσιονομικό εργαλείο προσαρμογής, η Ευρώπη σήμερα δεν προστατεύει τις χώρες-μέλη από τους κινδύνους, αλλά και παρεμποδίζει την προσαρμογή τους, τόσο στο νομισματικό πεδίο όσο επίσης στο δημοσιονομικό και όχι λιγότερο στο χρηματοοικονομικό και τραπεζικό.
Σύμφωνα με τον Σόιμπλε, η περίπτωση της Κύπρου είναι «μοναδική»,
αφού δεν ενέχει συστημικό κίνδυνο. Ωστόσο, «μοναδική» θεωρήθηκε και η
ελληνική, όπως επίσης και όχι λιγότερο η ισπανική, η ιρλανδική, η
πορτογαλική, η ιταλική. Ομως, ενώ κάθε χώρα είναι πράγματι «μοναδική»,
όλες μαζί πάσχουν από κοινή νόσο που ονομάζεται «Γερμανία». Παρά τη
«μοναδικότητα» κάθε μιας, όλες, χωρίς εξαίρεση, εξωθούνται σε βαθιά
ύφεση και υψηλή ανεργία, από τη στιγμή που η Ευρωζώνη αναλαμβάνει τη
«διάσωσή» τους, με την εκτός τόπου και χρόνου συνταγή της λιτότητος για
πάσα χρήση. Ενώ κάθε χώρα είναι μοναδική, η ασθένεια είναι κοινή και
αυτό οφείλεται περισσότερο στην ολέθρια συνταγή, παρά στην αρχική νόσο.
Στην Ιρλανδία, τα χρέη των τραπεζών μεταφέρθηκαν στο κράτος και
στη συνέχεια επιρρίφθηκαν στους εργαζομένους και φορολογουμένους. Στην
Ισπανία, ο ιδιωτικός τομέας χρεοκοπεί, αλλά το κράτος επιβαρύνεται με τη
«διάσωσή» του. Στην Ελλάδα, το κράτος «διασώζει» τράπεζες, στη συνέχεια
αυτές κερδοσκοπούν εις βάρος του, όμως τα χρέη επιρρίπτονται στον
τελικό οφειλέτη, που δεν είναι άλλος από το μισθωτό, το συνταξιούχο, το
φορολογούμενο. Σε κάθε περίπτωση, όποια προέλευση και διαδρομή να έχουν
τα χρέη, το κόστος επιρρίπτεται στα εισοδήματα και στην αγορά, με τελική
συνέπεια την κατάρρευση της οικονομίας και την εκτίναξη της ανεργίας.
Στην Κύπρο, με τη φορολόγηση καταθέσεων, πλήττεται κατ' ευθείαν η
αξιοπιστία των τραπεζών και το κλίμα εμπιστοσύνης, με αναμενόμενη
συνέπεια να επιρριφθεί στο κράτος η ανακεφαλαιοποίησή τους, εις βάρος
πάντα εργαζομένων και οικονομίας. Αποθέωση του παραλογισμού: «διάσωση»
χρεοκοπημένων τραπεζών με χρήματα που δεν έχουν, αφού εάν τα είχαν δεν
θα ήταν υπό χρεοκοπία. Με πρόσχημα την ανάκτηση εμπιστοσύνης,
προκαλείται τραπεζικός πανικός μεταδοτικός σε ολόκληρη την Ευρωζώνη και
με κόστος σταθεροποίησης ασύγκριτα μεγαλύτερο από το αρχικό.
Δεν υπάρχει συνωμοσία του Βορρά εις βάρος του Νότου. Αρκεί η
δυναμική των επιλογών του πρώτου για τη θλιβερή κατάληξη του δεύτερου.
Για τη σταθεροποίηση της Ευρωζώνης, θα έπρεπε τα πλεονάσματα του Βορρά
από το Νότο να κυκλοφορούν, να ανακυκλώνονται, να σταθεροποιούν. Ακόμη
και αν οι άνεργοι μετακινούνται στο εσωτερικό της νομισματικής περιοχής,
θα έπρεπε να μη χάνονται θέσεις εργασίας στο σύνολο. Εάν σήμερα η
ανεργία στην Ευρωζώνη εκτινάσσεται σε 20 εκατομμύρια, είναι επειδή ο
Βορράς δεν ανακυκλώνει τα πλεονάσματά του, αλλά τα κατακρατεί σε
συνάλλαγμα και χρυσό.
Η Ιαπωνία ρευστοποιεί χρεόγραφα υψηλής αξιοπιστίας για να
τονώσει την οικονομία, η Μπούντεσμπανκ αποθησαυρίζει, με αποτέλεσμα την
ύφεση. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας θωρακίζεται και φουσκώνει εις βάρος
της οικονομίας και της απασχόλησης. Οι θέσεις εργασίας σβήνουν στο Νότο,
αλλά δεν μεταφέρονται στο Βορρά. Παρά τα πλεονάσματα του Βορρά, το ευρώ
δεν ανατιμάται, αλλά εξασθενεί. Η Γερμανία δεν επιταχύνει τις
επενδύσεις ούτε την παραγωγή, επεκτείνει την καταστροφή στο Νότο,
διατηρώντας έτσι χαμηλή για αυτήν ισοτιμία του ευρώ και
ανταγωνιστικότητα τιμών της. Η αποσύνθεση του Νότου αποφέρει οφέλη
ανταγωνιστικότητος τιμών στο Βορρά, λόγω του κοινού νομίσματος, με την
προσδοκία αξιοποίησης έναντι του υπόλοιπου κόσμου.
Ωστόσο, με την επιλογή της ύφεσης, η Ευρώπη, η μεγαλύτερη αγορά
του πλανήτη, «μολύνει» τον υπόλοιπο κόσμο, συμπαρασύροντάς τον στο δικό
της αδιέξοδο. Προτάσσοντας την «εξυγίανση» και την «αρετή» πριν από τη
σταθεροποίηση, η Γερμανία και ο ευρωπαϊκός Βορράς εγκαταλείπουν τη
συνεταιρική σχέση. Αντ' αυτής, εγκαθίστανται σε «αθέμιτη αντιπαλότητα»
όχι μόνον με το Νότο, αλλά εξίσου με την παγκόσμια οικονομία. Σενάριο
όχι από το παρελθόν, αλλά από το μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου