Εχει ειπωθεί πολλές φορές ότι σε
κάθε καμπή της νεοελληνικής Ιστορίας η Κύπρος στάθηκε καταλύτης
δραματικών εξελίξεων. Ποια καλύτερη επιβεβαίωση αυτού του ρητού από τη
νέα προδοσία της Κύπρου, που διέπραξε μια άρχουσα τάξη γαλουχημένη στο
πνεύμα των συμφωνιών της Ζυρίχης και του Λονδίνου; Σήμερα όμως η Κύπρος
βρίσκεται στο επίκεντρο μιας διεθνούς παρτίδας, με επίκεντρο την κρίση
της Ευρωζώνης και τα γεωπολιτικά επίδικα στην ευρύτερη περιοχή της
νοτιοανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Βέβαια τα τεκταινόμενα στο νησί είχαν πάντα μια διεθνή σημασία
-σε τελευταία ανάλυση το δράμα της Κύπρου δεν είναι παρά αυτό μιας
ύστερης, ημιτελούς και στρεβλής αποαποικιοποίησης-, άσχετα αν οι ηγεσίες
σε Αθήνα και Λευκωσία απέτυχαν οικτρά να αναδείξουν τη διεθνή διάσταση
του εθνικού θέματος. Η διαφορά τώρα είναι ότι, σε αντίθεση με την
τουρκική κατοχή, την εκδίωξη του γηγενούς πληθυσμού και τον εποικισμό, η
οικονομική καταστροφή που εξαπέλυσαν η μερκελοκρατούμενη Ε.Ε. και το
ΔΝΤ δεν μπορεί να υποβιβασθεί σε μια «διαφορά μεταξύ δύο κοινοτήτων» και
μισοξεχασμένη ως προς την πραγματική της αιτία διαμάχη μεταξύ
περιφερειακών κρατών.
Η κυπριακή κρίση αποτελεί πράγματι τομή στη διαχείριση της
κρίσης από τις άρχουσες τάξεις της Ευρώπης και ταυτόχρονα αποφασιστικής
σημασίας επίδειξη ηγεμονικής ικανότητας της Γερμανίας. Το αντίτιμο της
νίκης που κατήγαγε η τρόικα, υποχρεώνοντας σε αναδίπλωση την ούτως ή
άλλως έτοιμη για συνθηκολόγηση κυπριακή ηγεσία, είναι όμως βαρύ:
ομολογείται πλέον ανοιχτά ότι το κυπριακό πείραμα κατάσχεσης της
αποταμίευσης και πτώχευσης πιστωτικών ιδρυμάτων θα αποτελέσει μοντέλο
για την ευρύτερη αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος των αδύναμων
κρίκων της Ευρωζώνης.
Είναι πλέον ζήτημα χρόνου να φθάσει στις υπόλοιπες χώρες του
ευρωπαϊκού Νότου, αρχίζοντας από την Ελλάδα, το αποσταθεροποιητικό κύμα
που απελευθέρωσαν αυτές οι εξελίξεις, με πιθανότερη μορφή μια διαρκή και
σιωπηλή φυγή των καταθέσεων προς ασφαλέστερους προορισμούς. Μαζί με την
οικονομική θα ενταθεί φυσικά και η πολιτική αστάθεια, που απεικονίζουν
ανάγλυφα η ακυβέρνητη Ιταλία, η κλονιζόμενη καθημερινά από σκάνδαλα και
αποσχιστικές τάσεις Ισπανία και η δική μας παραπαίουσα κυβερνητική
τρόικα.
Αλλά εξίσου σημαντικός είναι ο αντίκτυπος της κυπριακής κρίσης
στις δυνάμεις που αντιπαλεύουν την καταστροφική πορεία που ακολουθούν οι
μαστιζόμενες από Μνημόνια και λιτότητα ευρωπαϊκές κοινωνίες. Ιδιαίτερο
ενδιαφέρον παρουσιάζει από αυτήν την άποψη η στροφή της ριζοσπαστικής
Αριστεράς στη Γαλλία, όπου ο ηγέτης του Αριστερού Μετώπου, Ζαν-Λικ
Μελανσόν, που είχε συγκεντρώσει πάνω από 11% των ψήφων στις περυσινές
προεδρικές εκλογές, έθεσε πρώτη φορά ανοιχτά από αριστερή σκοπιά θέμα
ευρώ. Χαρακτηρίζοντας τις αποφάσεις του Eurogroup για την Κύπρο «κήρυξη
πολέμου ενάντια στους ευρωπαϊκούς λαούς», ο Μελανσόν αναφέρθηκε στην
απειλή του Ντράγκι για διακοπή της παροχής ρευστότητας ως «απαράδεκτη
επιθετική πράξη», που δείχνει ότι «το ευρώ δεν είναι μόνο μια δαπανηρή
μερκελική πολυτέλεια, αλλά και ένα επικίνδυνο μέσο δράσης ενάντια στην
κυριαρχία ενός λαού». Και καταλήγει σε μια διατύπωση που ίσως αποδειχθεί
ιστορική: «Εάν κληθούμε να επιλέξουμε ανάμεσα στη λαϊκή κυριαρχία και
σ' αυτήν του ευρώ, πρέπει να επιλέξουμε το λαό».
Οι δηλώσεις του Μελανσόν σηματοδοτούν και το τέλος των όποιων
αυταπατών υπήρχαν για μια εναλλακτική πορεία, χωρίς Μνημόνια και
λιτότητα, εντός όμως του πλαισίου της ΟΝΕ. Είτε λέγεται Αναστασιάδης
είτε αλλιώς, ενδεχομένως και Τσίπρας, κανένας ηγέτης δεν μπορεί να
σταθεί απέναντι στους ωμούς εκβιασμούς ενός Ντράγκι και μιας τρόικας, αν
δεν έχει στο τραπέζι ως σοβαρό ενδεχόμενο την εξόδο της χώρας του από
το ευρώ και το αντίστοιχο σχέδιο Β. Μια προοπτική που ενέχει ασφαλώς
σοβαρές δυσκολίες, που σε καμιά περίπτωση όμως δεν είναι ανυπέρβλητες ή
συνώνυμες της βιβλικής καταστροφής που προεξοφλούν οι μνημονιακές
δυνάμεις.
Ηκατάλληλη προετοιμασία και αποφασιστικότητα, τόσο του λαού όσο
και του πολιτικού φορέα που θα αναλάβει το βάρος της ευθύνης, θα κρίνουν
το μέλλον ενός τέτοιου εγχειρήματος. Η κυπριακή Αριστερά δείχνει να το
έχει συνειδητοποιήσει, ανοίγοντας χωρίς ταμπού τη συζήτηση για την
παραμονή στην ΟΝΕ. Ισως από τη Λευκωσία έρθει και πάλι ένα νέο «όχι»,
που θα συνεχίσει το ανολοκλήρωτο αλλά ιστορικό «όχι» της 18ης Μάρτη και
θα πυροδοτήσει σαρωτικές εξελίξεις στη χώρα μας αλλά και σε όλη την
Ευρώπη.
* Καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο King's College του Λονδίνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου