Σε έναν από τους μεγάλους χαμένους της παγκόσμιας κρίσης εξελίσσεται η
Ελλάδα με βάση διεθνείς συγκρίσεις. Στον αντίποδα μάλιστα
δειγματοληπτικών ερευνών που έχουν ενδεικτική μόνο σημασία όπως αυτή που
διενήργησε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σοβαρότερες έρευνες
που είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας υπογραμμίζουν την θεαματική
«βουτιά» που καταγράφει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια στην παγκόσμια
κατάταξη. Μία από αυτές τις μελέτες είναι της τράπεζας Credit Suisse, η
οποία εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2012 και αναφέρεται στην εξέλιξη του
παγκόσμιου πλούτου.
Η μελέτη της Credit Suisse είναι πιο αξιόπιστη από την αντίστοιχη
μελέτη της ΕΚΤ (που κατέληξε στο απίστευτα βολικά για το Βερολίνο
συμπέρασμα ότι τα νοικοκυριά της Νότιας Ευρώπης είναι πιο πλούσια απ’ τα
αντίστοιχα βορειοευρωπαϊκά) όχι μόνο γιατί δεν είναι δειγματοληπτική,
ούτε μόνο επειδή στηρίζεται σε πιο πρόσφατα στοιχεία, που σημαίνει ότι
λαμβάνει υπ’ όψη της τα δραματικά αποτελέσματα των εξοντωτικών πολιτικών
λιτότητας. Κάτι που δεν έκανε η μελέτης της ΕΚΤ, χωρίς ωστόσο η
συγκεκριμένη παράλειψη να ληφθεί υπ’ όψη από το Βερολίνο που ανησύχησε
σφόδρα για τα βάρη που επωμίζονται οι «φτωχοί» πολίτες του για να σώσουν
τους …άσωτους νοτιοευρωπαίους… Στην εγκυρότητα της έρευνας του
ελβετικού χρηματοπιστωτικού ομίλου προσθέτει επίσης το γεγονός ότι
στηρίζεται στη μεθοδολογία δύο καθηγητών του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ
(Άντονι Σάροκς και Τζιμ Ντέιβις) οι οποίοι έχουν πραγματοποιήσει μια
σημαντική συμβολή στην επιστημονική διερεύνηση του παγκόσμιου πλούτου με
αφορμή τη συγγραφή ενός βιβλίου που θεωρείται βιβλίο αναφοράς (Personal
Wealth from a Global Perspective, Oxford University Press, 2008).
Στο εξής στα «μικρομεσαία κράτη»
Η διαπίστωση που αφορά την Ελλάδα αν κάτι αναδεικνύει είναι τον
υποβιβασμό της από το «κλαμπ» των χωρών που η μέση περιουσία των
νοικοκυριών ανά ενήλικα υπερβαίνει τα 100.000 δολάρια, στην αμέσως
κατώτερη κατηγορία των κρατών με μέση περιουσία από 25.000 έως 100.000
δολάρια. Για να μην μείνει μάλιστα καμιά αμφιβολία για τις αιτίες του
υποβιβασμού της Ελλάδας (που σχετίζονται με την ύφεση που προκάλεσαν τα
προγράμματα λιτότητας) οι συντάκτες της έκθεσης τονίζουν ότι τα χνάρια
της Ελλάδας ακολουθούν πιστά Ισπανία και Κύπρος όπου ο μέσος πλούτος των
νοικοκυριών βρίσκεται οριακά πάνω από τα 100.000 δολάρια, συγκεκριμένα
στα 105.000 και 113.000, αλλά όχι για πολύ ακόμη… Στη λέσχη των
«μικρομεσαίων οικονομικά κρατών» που βρίσκεται πλέον η Ελλάδα
φιγουράρουν επιπλέον χώρες όπως Πορτογαλία, Μάλτα, Σλοβενία, Τσεχία,
Ουγγαρία, Πολωνία, Λιθουανία, Ρουμανία και από τον αραβικό κόσμο το
Ομάν, το Μπαχρέιν, ο Λίβανος κι η Σαουδική Αραβία. Φαίνεται έτσι, ότι η
Ελλάδα αντί να γίνει η Δανία του νότου όπως υποσχόταν ο Γιώργος
Παπανδρέου που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου έγινε η Εσθονία του νότου ή το
Μπαχρέιν του βορρά…
Να σημειωθεί πως η Ελλάδα δεν ήταν η μοναδική χώρα
που είδε τον πλούτο της να συρρικνώνεται ελέω λιτότητας. Το ίδιο συνέβη
επίσης (σε αντίθεση με την Κίνα, την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ) και σε άλλες
χώρες όπως Γαλλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ισπανία, Ουγγαρία, Ρουμανία, κ.λπ. Η
«ελληνική ιδιαιτερότητα» επί του προκειμένου αφορά στην «αλλαγή
κατηγορίας»…
Η υποβάθμιση της Ελλάδας έχει ξεχωριστή σημασία (υπογραμμίζοντας το
γεγονός) επειδή συνέβη σε μία συγκυρία, από τα μέσα του 2011 ως τα μέσα
του 2012, που ο μέσος πλούτος των νοικοκυριών σε διεθνές επίπεδο
αυξήθηκε. Συγκεκριμένα, και με τους υπολογισμούς να γίνονται σε σταθερές
συναλλαγματικές ισοτιμίες (χωρίς δηλαδή τον παραμορφωτικό φακό της
ανατίμησης του δολαρίου), ο παγκόσμιος πλούτος αυξήθηκε κατά 1% σε σχέση
με τον προηγούμενο χρόνο. Είναι μια αύξηση που κρίνεται υποδεέστερη σε
σχέση με προηγούμενα χρόνια, είναι ωστόσο εντυπωσιακή δεδομένου ότι
καταγράφηκε σε μια πολύ δύσκολη οικονομική συγκυρία, έχοντας ως
αποτέλεσμα ο καταγεγραμμένος πλούτος να φθάσει στα 223 τρισ. δολάρια ή
στα 49.000 δολάρια ανά ενήλικο. Φυσικά, μέσοι όροι όπως ο συγκεκριμένος,
κρύβουν στο εσωτερικό τους σημαντικές διαφοροποιήσεις. Δεν αποκλείεται
δηλαδή πίσω από την μέση ακόμη και την συνολική συρρίκνωση του πλούτου
να υπάρχουν εισοδηματικές ή κοινωνικές κατηγορίες που να είδαν τον
πλούτο τους να αυξάνεται, να επωφελήθηκαν δηλαδή της κρίσης. Ακόμη κι
αυτό το γεγονός όμως δεν υποτιμάει καθόλου τη σημασία που έχει η
υποβάθμιση μιας χώρας στο πλαίσιο της διεθνούς κατάταξης και του
παγκόσμιου ανταγωνισμού.
Στα κάτω της η …ελιά
Την ίδια κατεύθυνση με την Ελλάδα ακολούθησε συνολικά κι η ευρωπαϊκή
ήπειρος που, μαζί με την Ινδία, ήταν οι μοναδικές περιοχές του κόσμου οι
οποίες είδαν τα μερίδια τους στον παγκόσμιο πλούτο να συρρικνώνονται.
Οι τρεις χώρες δε που κατέγραψαν ρεκόρ συνολικών απωλειών ανήκαν στο
διευρυμένο κλαμπ της ελιάς»: Ιταλία (συνολικές απώλειες 286 δισ. ευρώ,
Ισπανία 177 δισ. και Γαλλία 148 δισ.) Η μέτρηση του πλούτου των
νοικοκυριών, σύμφωνα με τους συγγραφείς της έκθεσης, συγκεντρώνει το
ενδιαφέρον λόγω του ότι προδιαγράφει κατά μεγάλο μέρος το τι θα συμβεί
σε μια σειρά άλλους τομείς της οικονομίας, όπως η εξέλιξη του ΑΕΠ, η
συσσώρευση του κεφαλαίου, οι καταναλωτικές τάσεις, οι τιμές των ακινήτων
και η πορεία που θα ακολουθήσουν σχετικές «βιομηχανίες» όπως της
φροντίδας υγείας. Έτσι δεν είναι καθόλου τυχαία η συρρίκνωση που
καταγράφεται στις επενδύσεις οικιών στην Ευρώπη με βάση πρόσφατη
ανακοίνωση της Γιούροστατ (29 Απριλίου 2013), βάσει της οποίας
επενδύσεις των νοικοκυριών (δηλαδή αγορές νέων σπιτιών και ανακαινίσεις)
και επενδύσεις σταθερού κεφαλαίου έχουν μειωθεί σημαντικά τα τελευταία
χρόνια, προδιαγράφοντας μια νέα περίοδο ύφεσης λόγω υποχώρησης των
επενδύσεων…
Η σημαντικότερη αιτία πίσω από την συρρίκνωση που καταγράφτηκε στον
πλούτο των νοικοκυριών είναι η πτώση στις τιμές των μετοχών. Οι χώρες δε
που καταγράφτηκε ρεκόρ συρρίκνωσης της κεφαλαιοποίησης, σε επίπεδα άνω
του 40%, είναι η Αργεντινή, η Σερβία και η Ελλάδα. Χαμηλότερη πτώση (άνω
του 30%) καταγράφτηκε σε χώρες όπως η Πορτογαλία και η Ουκρανία.
Μείωση χρέους των νοικοκυριών
Τέλος αξίζει να αναφερθεί η σοβαρή επιβράδυνση που παρατηρείται στους
ρυθμούς αύξησης του χρέους, που ξεκίνησε να συγκεντρώνεται το 1975 ως
αντίβαρο στην κρίση που ξέσπασε τότε και τα τελευταία χρόνια μεγεθυνόταν
με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Με βάση την έκθεση της Credit Suisse από το
2000 ως το 2007 το χρέος αυξανόταν κατά 8% ετησίως, ενώ από το 2000 ως
το 2012 το συνολικό χρέος αυξήθηκε κατά 81% ή 5% ετησίως. Το φρένο που
έχει μπει φαίνεται από το γεγονός ότι αν από το 2000 μέχρι το 2007 το
χρέος των νοικοκυριών αυξήθηκε από 18,8 τρισ. δολ. σε 38,8 τρισ. (σχεδόν
δηλαδή διπλασιάστηκε μέσα σε 7 χρόνια) το 2012 αυξήθηκε ελάχιστα
φθάνοντας τα 39,4 τρισ., ήταν δηλαδή σχεδόν σταθερό στα προ 5ετίας
επίπεδα. Συνδέοντας δε, τις δύο τάσεις φαίνεται πως η «αλλαγή
παραδείγματος» στην παγκόσμια οικονομία συνοδεύεται κι από μια νέα
κατάταξη μεταξύ των χωρών…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου