http://www.enet.gr
Σε κείμενό μου σχετικά με τις
επιπτώσεις ενδεχόμενης επιστροφής στο εθνικό νόμισμα («Ε» 18/4/13) είχα
καταπιαστεί με το διαδεδομένο επιχείρημα ότι κάτι τέτοιο θα έχει
καταστροφικές επιπτώσεις για το λαϊκό εισόδημα λόγω της πληθωριστικής
πίεσης που προκαλεί η ανατίμηση των εισαγόμενων ειδών, με δεδομένο ότι
το νέο εθνικό νόμισμα θα είναι σίγουρα υποτιμημένο σε σχέση με το ευρώ.
Αναφερόμενος στην εμπεριστατωμένη μελέτη των Μαριόλη και
Κάτσινου, έγραφα ότι οι αναμενόμενες πληθωριστικές πιέσεις,
υπολογιζόμενες στη βάση μιας υποτίμησης της τάξης του 50%, θα είναι
μέτριες (9% τον πρώτο χρόνο, ραγδαία μειούμενες κατόπιν), πολύ
χαμηλότερες από αυτές που γνώρισε η Ελλάδα στις δεκαετίες του 1970 και
του 1980. Επιπλέον, σύμφωνα πάντα με την ίδια μελέτη, η ελληνική
οικονομία θα ανακτούσε ανταγωνιστικότητα της τάξης του 37%, χωρίς τη
βάρβαρη «εσωτερική υποτίμηση», δηλαδή το σφαγιασμό του εργατικού κόστους
που επιβάλλεται από τα Μνημόνια, κάτι που θα οδηγούσε σε αύξηση του ΑΕΠ
κατά τουλάχιστον 7% με 8%.
Για να αντικρούσει τα παραπάνω, ο Κώστας Καλλωνιάτης («Ε»
26/4/13) αναφέρεται στην εμπειρία των υποτιμήσεων των ετών 1953, 1983
και 1988 που μεταφράστηκε σε υψηλό πληθωρισμό και σε επακόλουθες
εργατικές κινητοποιήσεις σ' ό,τι αφορά την πρώτη και, στις υπόλοιπες
δύο, σε αύξηση μεν των πραγματικών αποδοχών αλλά εν τέλει σε μείωση του
μερίδιού τους στο ΑΕΠ, καθώς και σε αύξηση της ανεργίας χωρίς θετικά
αποτελέσματα (μεσοπρόθεσμα τουλάχιστον) στις εξαγωγές.
Πολύ φοβάμαι πως ο Κ. Καλλωνιάτης απαντά σε κάτι που δεν
ισχυρίστηκα, ενώ δεν μπαίνει στην ουσία του ζητήματος που, όπως
διαφαίνεται από τη σχετική ομοφωνία της διεθνούς οικονομικής συζήτησης,
είναι ότι η ένταξη μιας οικονομίας σαν την ελληνική σε ένα προφανώς
υπερτιμημένο για τις επιδόσεις της κοινό νόμισμα έχει μοιραία
καταστροφικές επιπτώσεις στις προοπτικές ανάπτυξής της και οδηγεί στις
μνημονιακές «εσωτερικές υποτιμήσεις» ως μοναδικό τρόπο ανάκτησης της
απολεσθείσας ανταγωνιστικότητας. Το αν οι αναμενόμενες πληθωριστικές
πιέσεις θα οδηγήσουν ή όχι σε απώλειες πραγματικών μισθών, ή (κάτι που
δεν είναι το ίδιο) σε μείωση του μερίδιού τους στο ΑΕΠ, εξαρτάται
πράγματι πρωτ' απ' όλα από τους ταξικούς συσχετισμούς δύναμης, για τους
οποίους καθοριστική σημασία έχει τι είδους κυβέρνηση διαχειρίζεται μια
τέτοια κατάσταση. Το σενάριο που προτείνω είναι αυτό μιας αριστερής
κυβέρνησης, που κατανοεί την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα ως αναπόφευκτη
συνέπεια της κατάργησης των Μνημονίων και που στοχεύει στην αναδιανομή
προς όφελος της εργασίας. Αναδιανομή που δεν θα αναιρεί το προσδοκώμενο
μέσω της υποτίμησης κέρδος σε ανταγωνιστικότητα, αν θεωρήσουμε ότι ο
πληθωρισμός (άρα οι αυξήσεις μισθών που θα τον αντισταθμίζουν) είναι σε
κάθε περίπτωση σαφώς χαμηλότερος από το ποσοστό της υποτίμησης και,
κυρίως, ότι οι προσαρμογές στο επίπεδο των τιμών (από το οποίο κρίνεται η
ανταγωνιστικότητα) μπορούν κάλλιστα να γίνουν σε βάρος των κερδών και
όχι των μισθών.
Οσο για τις επιπτώσεις σε ανεργία και εξαγωγές, ας θυμίσουμε ότι
η υποτίμηση του 1953 θεωρείται από όλη τη βιβλιογραφία ότι συνέβαλε
καθοριστικά στους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της περιόδου που ακολούθησε,
με πολύ χαμηλό μάλιστα πληθωρισμό (μέσος όρος μόλις 1,7% για τη
δεκαετία '53-'63!) εξαιρουμένης της πρώτης χρονιάς όπου ανήλθε στο 15%.
Σε ό,τι αφορά τώρα τις υποτιμήσεις της δεκαετίας του 1980, αρκεί νομίζω
να θέσουμε το ερώτημα του τι θα είχε συμβεί αν η Ελλάδα ΔΕΝ είχε
υποτιμήσει (και αφήσει να διολισθήσει) το νόμισμά της. Χωρίς να σημαίνει
βέβαια αυτό ότι κάνοντάς το έλυσε όλα τα προβλήματα της οικονομίας της.
Ας επισημάνω, τέλος, ότι όσα όντως πολύ αρνητικά στοιχεία για
την ανεργία και τις εξαγωγές που παραθέτει ο κ. Καλλωνιάτης και που
αφορούν τη δεκαετία του 1990, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να
πιστωθούν σε οποιαδήποτε προηγούμενη υποτίμηση, διότι τότε ακριβώς είναι
που ακολουθήθηκε η «αντιπληθωριστική» πολιτική της «σκληρής δραχμής»,
που έστρωσε το χαλί για την υπερτιμημένη ισοτιμία με την οποία
πραγματοποιήθηκε κατόπιν η ένταξή της στο ευρώ.
Η συνέχεια είναι γνωστή...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου