Saturday, April 6, 2013
http://kibi-blog.blogspot.gr
(Ελεύθερος Σκοπευτής, Επενδυτής, 6/4/2013)
Οι λέξεις είναι παλιές, σχεδόν αρχαίες, αλλά έχουν μπει
στο καθημερινό λεξιλόγιο της κρίσης αποκομμένες από τις ρίζες τους.
Αλλά εξίσου αποκομμένες και από τη νεότερη, επιστημονική χρήση τους.
Έτσι, λειτουργούν ως ένα ακόμη τεκμήριο της ημιμάθειας των χρηστών και
καταχραστών τους. Δεν ισχυρίζομαι πως απέχω από τον κανόνα της
ημιμάθειας που διαπερνά τον δημόσιο λόγο, αλλά τουλάχιστον φρόντισα να
φρεσκάρω τις ανάπηρες γνώσεις μου με μια πλοήγηση στα λεξικά και στις
εγκυκλοπαίδειες, πριν τσαλαβουτήσω στη δημόσια φλυαρία περί φετίχ, τοτέμ
και ταμπού. Το ευρώ δεν είναι φετίχ, λέει μια πλευρά και μια
αυξανόμενη μερίδα της κοινής γνώμης, πρόχειρα καταχωρημένη πάνω από τον
παρονομαστή του «ευρωσκεπτικισμού», φαίνεται να συμμερίζεται αυτή την
άποψη, τουλάχιστον στις δημοσκοπήσεις. Κι όχι μόνο στην Ελλάδα. Αλλά,
ταυτόχρονα, η ίδια κοινή γνώμη μοιάζει να δυσκολεύεται να ξεπεράσει το
ταμπού της αποχώρησης από την Ευρωζώνη. Εκούσα άκουσα, αντιμετωπίζει την
Ε.Ε. και το ευρώ σαν τοτέμ του οποίου οι ιερές ιδιότητες είναι
ακατανίκητες. Με το κυπριακό μνημόνιο, λέγεται επίσης, έσπασε το ταμπού
του απαραβίαστου των καταθέσεων. Οι τεχνοκράτες που ανασχεδιάσουν
ακατάπαυστα την Ευρώπη παραβιάζουν ένα ταμπού για να διασώσουν το τοτέμ
του τραπεζικού συστήματος, όπου φυλάσσεται το φετίχ του εμπορευματικού
μας πολιτισμού, το χρήμα. Όλο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, που παραπαίει
στην πιο μακρόχρονη κρίση του, αντιμετωπίζεται από τους ιεράρχες τους με
έναν βαθύτατο μυστικισμό, τον οποίο προδίδουν και οι λέξεις.
Οι λέξεις έχουν φυσικά τη δύναμή τους. Αλλά η αυτονόμησή τους από τα πράγματα που εκφράζουν είναι ένας άλλος μυστικισμός. Οι «εφευρέτες» των τριών επίμαχων λέξεων απείχαν παρασάγγας από το πολύπλοκο εμπορευματικό σύστημα που σήμερα τις δανείζεται άγαρμπα για να κατασκευάσει τις δικές του ιερές και απαραβίαστες μορφές οι οποίες καταδυναστεύουν εκατομμύρια ανθρώπους. Όταν οι Ινδιάνοι του Καναδά έλεγαν «τοτέμ», πρόβαλλαν τον ιερότητα ενός έμβιου όντος ή ενός επιβλητικού αντικειμένου στο οποίο συμπύκνωναν τον φόβο ή τον σεβασμό για πράγματα που ήταν πάνω από τις δυνάμεις τους. Όταν οι Πολυνήσιοι μιλούσαν για «ταμπού», θέσπιζαν κανόνες και απαγορεύσεις, διακρίσεις ανάμεσα στο ιερό και το μιαρό, απλοϊκά αποτυπωμένες σε πρόσωπα και πράγματα, περιβεβλημένες με μαγεία και δεισιδαιμονία, πάντως λειτουργικές στις μικρές τους κοινωνίες που δεν είχαν κράτος, θρησκεία, γραφή και νόμισμα. Κι όταν οι Πορτογάλοι αποικιοκράτες ονόμαζαν «φετίχ» -εκ του λατινικού ρήματος facere, που σημαίνει κάνω- τα παράξενα φυλαχτά που επέσειαν εναντίον τους οι φοβισμένοι Αφρικανοί υποψήφιοι σκλάβοι τους, δεν υποψιάζονταν πόσο εύκολα κι οι ίδιοι, σε μεταγενέστερους καιρούς, θα έπεφταν θύματα της δεισιδαιμονικής δύναμης ενός άλλου φετίχ, του ευρώ.
Αν θέλουμε να αποκαταστήσουμε κάποια εσωτερική τάξη ανάμεσα στις τρεις έννοιες που εκφράζουν τη σύγχρονη ευρωπαϊκή τραγωδία, συγκαλύπτοντας τις πραγματικές σχέσεις και τις αβυσσαλέες αντιθέσεις που βρίσκονται στη βάση της, θα πρέπει σχηματικά να αποδώσουμε αντίστοιχους ρόλους στα ιερά ή μιαρά αντικείμενα που εκπροσωπούν.
Φετίχ είναι, πέραν πάσης αμφιβολίας, το ευρώ, ένα νομισματικό κατασκεύασμα που αντικατέστησε τα 17 εθνικά φετίχ των πιστών οι οποίοι προσχώρησαν στη νέα νομισματική ένωση, με τη φιλοδοξία το καινούργιο πανίσχυρο φυλαχτό τους να περάσει τα σύνορα όλου του καπιταλιστικού κόσμου, να υποτάξει κοινωνίες, να αλλάξει συμπεριφορές, να γίνει απόλυτη έκφραση του παγκόσμιου πλούτου, όπως το δολάριο. Το πρόβλημα με την αλχημεία που χρησιμοποιήθηκε γι’ αυτό το φετίχ είναι πως τα 17 φετίχ από τα οποία συντέθηκε ούτε έγιναν ούτε πρόκειται να γίνουν ένα συμπαγές κράμα που μοιράζει ομοιόμορφα σε όλους τη μαγική του δύναμη. Το φετίχ του ευρώ για άλλους είναι ευλογία και για άλλους κατάρα, όπως αποδεικνύει η κρίση της τελευταίας τριετίας. Ωστόσο, είναι εξίσου παραπλανητικός μυστικισμός το να αποδίδει κανείς στο νόμισμα τη «μαγεία» δυο ταχυτήτων, κι όχι στις σχέσεις ανισότητας ανάμεσα σε χώρες που αυτό ενσωματώνει, τις αντιθέσεις ανάμεσα σε εθνικές οικονομίες, στους κλάδους (εξαγωγείς, εισαγωγείς) και στους μηχανισμούς μεταφοράς πλεονασμάτων από τις χώρες παραγωγούς στις χώρες καταναλωτές. Για να παραφράσουμε τον Μαρξ, η χρηματική μορφή της Ευρωζώνης, αντί να αποκαλύψει, συγκαλύπτει με έναν πέπλο από άψυχα πράγματα και ψυχρούς αριθμούς τον κοινωνικό χαρακτήρα των επιμέρους χωρών και των εκμεταλλευτικών σχέσεων ανάμεσά τους.
Τον ρόλο του τοτέμ έχει αναλάβει πέραν πάσης αμφιβολίας το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Μαζί με την «ανεξάρτητη» Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, έχουν αναλάβει τον ρόλο των δημιουργών και διανομέων του χρήματος, το οποίο σε περίοδο κρίσης και βαθιάς ύφεσης γίνεται ο αποκλειστικός εκφραστής του πλούτου. Στο διάβολο η κλασική πολιτική οικονομία, ο Ρικάρντο και ο Σμιθ, στο πυρ το εξώτερον ο νόμος της αξίας, στον αγύριστο οι πραγματικοί παραγωγοί, οι μισθωτοί, που αχρηστεύονται σε πρωτοφανείς αριθμούς και εξορίζονται στη μακροχρόνια ανεργία, στα παλιά μας τα παπούτσια ακόμη και οι επενδύσεις, τώρα το παν είναι το χρήμα και το τοτέμ οι «παραγωγοί» του. Εξ ου και οι ιερές αγελάδες του χρήματος, οι τράπεζες, προστατεύτηκαν εναντίον όλων τροφοδοτώντας την κρίση χρέους, εξ ου και πρέπει να ανακεφαλαιοποιηθούν με τα λεφτά των άλλων, εξ ου και ζητούμενο είναι η ΕΚΤ να βρει το κατάλληλο έδαφος και περιβάλλον για να τυπώσει χρήμα, άφθονο χρήμα, λες κι αυτά τα χρωματιστά, υδατογραφημένα χαρτιά δεν αντλούν τη μαγική τους δύναμη από τον πλούτο που παράγουν οι άνθρωποι, αλλά από κάποια κρυμμένη, ανεξάντλητη πηγή ενέργειας, κρυμμένη στα σιδερόφρακτα θησαυροφυλάκια των τραπεζών.
Για να είμαστε ειλικρινείς, η ελκτική δύναμη του φετίχ και η καθολική λατρεία του τοτέμ θα ήταν αδύνατη χωρίς την πειστική παρεμβολή των μάγων, ανθρώπων που οργανώνουν τη μεταφυσική πίστη των γητεμένων ή τρομαγμένων υποτελών σε ένα σύστημα κανόνων, εκφοβισμών και εκβιασμών. Σε μια θρησκεία, μια εκκλησία, με τους ιεράρχες της, την επικράτειά της και τις απαγορεύσεις της. Η συνοχή αυτής της εκκλησίας βασίζεται στον φόβο της έκπτωσης των αποσυνάγωγων σε μια κόλαση, έστω κι αν η ίδια δεν είναι ο παράδεισος. Η εκκλησία και η συνοχή της είναι το ταμπού που ολοκληρώνει τη μυστικιστική τριάδα της ευρωκρατίας και φυλακίζει το εκκλησίασμα εντός των τειχών. Οι μάγοι και οι ιερείς, κρατώντας στο ένα χέρι το φετίχ και δείχνοντας με το άλλο το δέος που εκπέμπει το τοτέμ, αντλούν το κύρος τους από μια μυστική γνώση που δεν μοιράζονται με κανένα. Είναι τα απροσπέλαστα μυστικά της οικονομετρίας, της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής μηχανικής που επιβάλλει στη μια ενορία αυτομαστίγωση, στην άλλη νηστεία, στην τρίτη διά της πυράς λύτρωση και σε όλη την εκκλησία αυτό που αξίζει σε μια massa damnata (καταδικασμένη μάζα), στην έκπτωτη ευρωπαϊκή ανθρωπότητα, εξ ορισμού ένοχη για το προπατορικό της αμάρτημα: θέλησε μερίδιο στην ευημερία, εγγυημένα δικαιώματα, γενναιόδωρο κοινωνικό κράτος. Λίγος Λούθηρος, λίγος Αυγουστίνος προβάλλονται στη γερμανικής έμπνευσης νέα σωτηριολογία της Ευρωζώνης, που δίνει μια άλλη υπόσταση στο ταμπού της συνοχής της: για να διατηρηθεί η ηγεμονία του καλού, πρέπει τα ανώτερα όντα να εξουσιάζουν τα κατώτερα. Όσοι θέλουν να διατηρήσουν τη θέση τους στην ιερή πολιτεία δεν μπορούν παρά να συμβιβαστούν με την εξουσία των ισχυρών και αυθεντικών εκφραστών του καλού. Της Γερμανίας και ολίγων ακόμη εκλεκτών.
Αν και εμφανίζονται ως ασυμβίβαστοι εκφραστές του ορθολογισμού, οι ηγέτες της Ευρωζώνης κι όλο το τεχνολογικό και ιδεολογικό ιερατείο που τους περιβάλλει ελάχιστα απέχουν από τους σαμάνους, τους μάγους και τους ιερείς που επιστρατεύουν όλο το οπλοστάσιο του ανορθολογισμού για να κρατήσουν τρομαγμένο, υποταγμένο κι ασάλευτο το ποίμνιό τους. Διατρέχουν, όμως, σταθερά τον κίνδυνο το ποίμνιο αυτό, ανασύροντας όση ικμάδα ορθολογισμού και αυτοσυντήρησης διασώζει, να σπάσει το ταμπού, να αποκαθηλώσει το φοβερό τοτέμ και να κονιορτοποιήσει το φετίχ, ανακαλύπτοντας την απάτη της ιερότητάς του.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Η κρίση αυτή (σ.σ.: η χρηματική) είναι δυνατή μόνο εκεί που είναι πέρα για πέρα αναπτυγμένη η αλυσίδα των διαδοχικών πληρωμών και ένα τεχνητό σύστημα συμψηφισμού τους. 'Όταν παρουσιάζονται γενικότερες διαταραχές αυτού του μηχανισμού, απ’ οπουδήποτε κι αν προέρχονται, το χρήμα μετατρέπεται ξαφνικά και άμεσα από την απλώς ιδεατή μορφή του χρήματος υπολογισμού σε μετρητό χρήμα. Τα βέβηλα εμπορεύματα δεν μπορούν να αντικαταστήσουν το χρήμα. Η αξία χρήσης του εμπορεύματος χάνει την αξία της και η αξία του εξαφανίζεται μπρος στη μορφή της αξίας του. Μόλις πριν από λίγο ο μεθυσμένος από τη βιομηχανική άνθιση αστός διακήρυσσε ότι το χρήμα είναι κούφια ιδέα και ότι: «Μόνο το εμπόρευμα είναι χρήμα». «Μόνο το χρήμα είναι εμπόρευμα!» – αυτή η φωνή αντηχεί τώρα πάνω από την παγκόσμια αγορά. Όπως το ελάφι λαχταράει φρέσκο νερό, έτσι κι η ψυχή του αστού λαχταράει χρήμα, τον μοναδικό πλούτο. Τον καιρό της κρίσης, η αντίθεση ανάμεσα στο εμπόρευμα και στη μορφή της αξίας του, το χρήμα, ανυψώνεται ως την απόλυτη αντίφαση. Γι’ αυτό δεν ενδιαφέρει εδώ η μορφή εμφάνισης του χρήματος. Η δίψα για χρήμα παραμένει η ίδια, άσχετα από το αν οι πληρωμές πρέπει να γίνουν σε χρυσό ή σε πιστωτικό χρήμα, λ.χ. σε τραπεζογραμμάτια.
Καρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο» (τόμος Α΄)
Οι λέξεις έχουν φυσικά τη δύναμή τους. Αλλά η αυτονόμησή τους από τα πράγματα που εκφράζουν είναι ένας άλλος μυστικισμός. Οι «εφευρέτες» των τριών επίμαχων λέξεων απείχαν παρασάγγας από το πολύπλοκο εμπορευματικό σύστημα που σήμερα τις δανείζεται άγαρμπα για να κατασκευάσει τις δικές του ιερές και απαραβίαστες μορφές οι οποίες καταδυναστεύουν εκατομμύρια ανθρώπους. Όταν οι Ινδιάνοι του Καναδά έλεγαν «τοτέμ», πρόβαλλαν τον ιερότητα ενός έμβιου όντος ή ενός επιβλητικού αντικειμένου στο οποίο συμπύκνωναν τον φόβο ή τον σεβασμό για πράγματα που ήταν πάνω από τις δυνάμεις τους. Όταν οι Πολυνήσιοι μιλούσαν για «ταμπού», θέσπιζαν κανόνες και απαγορεύσεις, διακρίσεις ανάμεσα στο ιερό και το μιαρό, απλοϊκά αποτυπωμένες σε πρόσωπα και πράγματα, περιβεβλημένες με μαγεία και δεισιδαιμονία, πάντως λειτουργικές στις μικρές τους κοινωνίες που δεν είχαν κράτος, θρησκεία, γραφή και νόμισμα. Κι όταν οι Πορτογάλοι αποικιοκράτες ονόμαζαν «φετίχ» -εκ του λατινικού ρήματος facere, που σημαίνει κάνω- τα παράξενα φυλαχτά που επέσειαν εναντίον τους οι φοβισμένοι Αφρικανοί υποψήφιοι σκλάβοι τους, δεν υποψιάζονταν πόσο εύκολα κι οι ίδιοι, σε μεταγενέστερους καιρούς, θα έπεφταν θύματα της δεισιδαιμονικής δύναμης ενός άλλου φετίχ, του ευρώ.
Αν θέλουμε να αποκαταστήσουμε κάποια εσωτερική τάξη ανάμεσα στις τρεις έννοιες που εκφράζουν τη σύγχρονη ευρωπαϊκή τραγωδία, συγκαλύπτοντας τις πραγματικές σχέσεις και τις αβυσσαλέες αντιθέσεις που βρίσκονται στη βάση της, θα πρέπει σχηματικά να αποδώσουμε αντίστοιχους ρόλους στα ιερά ή μιαρά αντικείμενα που εκπροσωπούν.
Φετίχ είναι, πέραν πάσης αμφιβολίας, το ευρώ, ένα νομισματικό κατασκεύασμα που αντικατέστησε τα 17 εθνικά φετίχ των πιστών οι οποίοι προσχώρησαν στη νέα νομισματική ένωση, με τη φιλοδοξία το καινούργιο πανίσχυρο φυλαχτό τους να περάσει τα σύνορα όλου του καπιταλιστικού κόσμου, να υποτάξει κοινωνίες, να αλλάξει συμπεριφορές, να γίνει απόλυτη έκφραση του παγκόσμιου πλούτου, όπως το δολάριο. Το πρόβλημα με την αλχημεία που χρησιμοποιήθηκε γι’ αυτό το φετίχ είναι πως τα 17 φετίχ από τα οποία συντέθηκε ούτε έγιναν ούτε πρόκειται να γίνουν ένα συμπαγές κράμα που μοιράζει ομοιόμορφα σε όλους τη μαγική του δύναμη. Το φετίχ του ευρώ για άλλους είναι ευλογία και για άλλους κατάρα, όπως αποδεικνύει η κρίση της τελευταίας τριετίας. Ωστόσο, είναι εξίσου παραπλανητικός μυστικισμός το να αποδίδει κανείς στο νόμισμα τη «μαγεία» δυο ταχυτήτων, κι όχι στις σχέσεις ανισότητας ανάμεσα σε χώρες που αυτό ενσωματώνει, τις αντιθέσεις ανάμεσα σε εθνικές οικονομίες, στους κλάδους (εξαγωγείς, εισαγωγείς) και στους μηχανισμούς μεταφοράς πλεονασμάτων από τις χώρες παραγωγούς στις χώρες καταναλωτές. Για να παραφράσουμε τον Μαρξ, η χρηματική μορφή της Ευρωζώνης, αντί να αποκαλύψει, συγκαλύπτει με έναν πέπλο από άψυχα πράγματα και ψυχρούς αριθμούς τον κοινωνικό χαρακτήρα των επιμέρους χωρών και των εκμεταλλευτικών σχέσεων ανάμεσά τους.
Τον ρόλο του τοτέμ έχει αναλάβει πέραν πάσης αμφιβολίας το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Μαζί με την «ανεξάρτητη» Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, έχουν αναλάβει τον ρόλο των δημιουργών και διανομέων του χρήματος, το οποίο σε περίοδο κρίσης και βαθιάς ύφεσης γίνεται ο αποκλειστικός εκφραστής του πλούτου. Στο διάβολο η κλασική πολιτική οικονομία, ο Ρικάρντο και ο Σμιθ, στο πυρ το εξώτερον ο νόμος της αξίας, στον αγύριστο οι πραγματικοί παραγωγοί, οι μισθωτοί, που αχρηστεύονται σε πρωτοφανείς αριθμούς και εξορίζονται στη μακροχρόνια ανεργία, στα παλιά μας τα παπούτσια ακόμη και οι επενδύσεις, τώρα το παν είναι το χρήμα και το τοτέμ οι «παραγωγοί» του. Εξ ου και οι ιερές αγελάδες του χρήματος, οι τράπεζες, προστατεύτηκαν εναντίον όλων τροφοδοτώντας την κρίση χρέους, εξ ου και πρέπει να ανακεφαλαιοποιηθούν με τα λεφτά των άλλων, εξ ου και ζητούμενο είναι η ΕΚΤ να βρει το κατάλληλο έδαφος και περιβάλλον για να τυπώσει χρήμα, άφθονο χρήμα, λες κι αυτά τα χρωματιστά, υδατογραφημένα χαρτιά δεν αντλούν τη μαγική τους δύναμη από τον πλούτο που παράγουν οι άνθρωποι, αλλά από κάποια κρυμμένη, ανεξάντλητη πηγή ενέργειας, κρυμμένη στα σιδερόφρακτα θησαυροφυλάκια των τραπεζών.
Για να είμαστε ειλικρινείς, η ελκτική δύναμη του φετίχ και η καθολική λατρεία του τοτέμ θα ήταν αδύνατη χωρίς την πειστική παρεμβολή των μάγων, ανθρώπων που οργανώνουν τη μεταφυσική πίστη των γητεμένων ή τρομαγμένων υποτελών σε ένα σύστημα κανόνων, εκφοβισμών και εκβιασμών. Σε μια θρησκεία, μια εκκλησία, με τους ιεράρχες της, την επικράτειά της και τις απαγορεύσεις της. Η συνοχή αυτής της εκκλησίας βασίζεται στον φόβο της έκπτωσης των αποσυνάγωγων σε μια κόλαση, έστω κι αν η ίδια δεν είναι ο παράδεισος. Η εκκλησία και η συνοχή της είναι το ταμπού που ολοκληρώνει τη μυστικιστική τριάδα της ευρωκρατίας και φυλακίζει το εκκλησίασμα εντός των τειχών. Οι μάγοι και οι ιερείς, κρατώντας στο ένα χέρι το φετίχ και δείχνοντας με το άλλο το δέος που εκπέμπει το τοτέμ, αντλούν το κύρος τους από μια μυστική γνώση που δεν μοιράζονται με κανένα. Είναι τα απροσπέλαστα μυστικά της οικονομετρίας, της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής μηχανικής που επιβάλλει στη μια ενορία αυτομαστίγωση, στην άλλη νηστεία, στην τρίτη διά της πυράς λύτρωση και σε όλη την εκκλησία αυτό που αξίζει σε μια massa damnata (καταδικασμένη μάζα), στην έκπτωτη ευρωπαϊκή ανθρωπότητα, εξ ορισμού ένοχη για το προπατορικό της αμάρτημα: θέλησε μερίδιο στην ευημερία, εγγυημένα δικαιώματα, γενναιόδωρο κοινωνικό κράτος. Λίγος Λούθηρος, λίγος Αυγουστίνος προβάλλονται στη γερμανικής έμπνευσης νέα σωτηριολογία της Ευρωζώνης, που δίνει μια άλλη υπόσταση στο ταμπού της συνοχής της: για να διατηρηθεί η ηγεμονία του καλού, πρέπει τα ανώτερα όντα να εξουσιάζουν τα κατώτερα. Όσοι θέλουν να διατηρήσουν τη θέση τους στην ιερή πολιτεία δεν μπορούν παρά να συμβιβαστούν με την εξουσία των ισχυρών και αυθεντικών εκφραστών του καλού. Της Γερμανίας και ολίγων ακόμη εκλεκτών.
Αν και εμφανίζονται ως ασυμβίβαστοι εκφραστές του ορθολογισμού, οι ηγέτες της Ευρωζώνης κι όλο το τεχνολογικό και ιδεολογικό ιερατείο που τους περιβάλλει ελάχιστα απέχουν από τους σαμάνους, τους μάγους και τους ιερείς που επιστρατεύουν όλο το οπλοστάσιο του ανορθολογισμού για να κρατήσουν τρομαγμένο, υποταγμένο κι ασάλευτο το ποίμνιό τους. Διατρέχουν, όμως, σταθερά τον κίνδυνο το ποίμνιο αυτό, ανασύροντας όση ικμάδα ορθολογισμού και αυτοσυντήρησης διασώζει, να σπάσει το ταμπού, να αποκαθηλώσει το φοβερό τοτέμ και να κονιορτοποιήσει το φετίχ, ανακαλύπτοντας την απάτη της ιερότητάς του.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Η κρίση αυτή (σ.σ.: η χρηματική) είναι δυνατή μόνο εκεί που είναι πέρα για πέρα αναπτυγμένη η αλυσίδα των διαδοχικών πληρωμών και ένα τεχνητό σύστημα συμψηφισμού τους. 'Όταν παρουσιάζονται γενικότερες διαταραχές αυτού του μηχανισμού, απ’ οπουδήποτε κι αν προέρχονται, το χρήμα μετατρέπεται ξαφνικά και άμεσα από την απλώς ιδεατή μορφή του χρήματος υπολογισμού σε μετρητό χρήμα. Τα βέβηλα εμπορεύματα δεν μπορούν να αντικαταστήσουν το χρήμα. Η αξία χρήσης του εμπορεύματος χάνει την αξία της και η αξία του εξαφανίζεται μπρος στη μορφή της αξίας του. Μόλις πριν από λίγο ο μεθυσμένος από τη βιομηχανική άνθιση αστός διακήρυσσε ότι το χρήμα είναι κούφια ιδέα και ότι: «Μόνο το εμπόρευμα είναι χρήμα». «Μόνο το χρήμα είναι εμπόρευμα!» – αυτή η φωνή αντηχεί τώρα πάνω από την παγκόσμια αγορά. Όπως το ελάφι λαχταράει φρέσκο νερό, έτσι κι η ψυχή του αστού λαχταράει χρήμα, τον μοναδικό πλούτο. Τον καιρό της κρίσης, η αντίθεση ανάμεσα στο εμπόρευμα και στη μορφή της αξίας του, το χρήμα, ανυψώνεται ως την απόλυτη αντίφαση. Γι’ αυτό δεν ενδιαφέρει εδώ η μορφή εμφάνισης του χρήματος. Η δίψα για χρήμα παραμένει η ίδια, άσχετα από το αν οι πληρωμές πρέπει να γίνουν σε χρυσό ή σε πιστωτικό χρήμα, λ.χ. σε τραπεζογραμμάτια.
Καρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο» (τόμος Α΄)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου