antapocrisis.gr -Του Δημήτρη Μητρόπουλου.
Η
πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ για το ελληνικό διαρθρωτικό πρόγραμμα δεν
αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης της Ελλάδας
έχει προχωρήσει ικανοποιητικά. Ο ελληνικός καπιταλισμός έχει προχωρήσει
σε βαθιές αλλαγές που ήταν επιθυμητές εδώ και δεκαετίες, αλλά ήταν
αδύνατο λόγω των «συντεχνιών», δηλαδή της κοινωνίας, να τις προωθήσουν
όσο ήθελαν. Τώρα όμως με το σοκ της κρίσης χρέους και το ειδικό κράτος
έκτακτης ανάγκης της Τρόικα που «δικαιολόγησε» αυτό το σοκ, αυτός ο
μετασχηματισμός προχώρησε, σύμφωνα με την ίδια την έκθεση.
Έτσι
ο ελληνικός καπιταλισμός αποκτάει σιγά σιγά την δική του «καθαρή»
ταυτότητα. Αυτή που του ταιριάζει καλύτερα, έξω από στρεβλώσεις και
προσμίξεις του παρελθόντος. Ολοκληρώνεται η προσπάθεια ο ελληνικός
καπιταλισμός να θυμίζει περισσότερο λατινική Αμερική των δεκαετιών 80
και 90, περισσότερο ασιατικό καπιταλισμό ή καπιταλισμό των βαλκανικών
χωρών της δεκαετίας 90 και του 2000.
Σε
κάθε περίπτωση ο ελληνικός καπιταλισμός τελειώνει με την όποια
ευρωπαϊκή του ταυτότητα, τουλάχιστον στο σκέλος που αυτή σχετίζεται
ακόμα με μια σοσιαλιστική κληρονομιά του 20ου αιώνα, το
κοινωνικό κράτος. Γιατί όσο και να έχει προωθηθεί ο νεοφιλελευθερισμός
στην μετά Θάτσερ Ευρώπη, το κοινωνικό κράτος, το οποίο αναθεματίζουν
στην Ελλάδα και στοχοποιούν ότι φταίει για όλα μας τα δεινά, είναι ακόμα
ισχυρό στην Ευρώπη, την οποία κατά τ’ άλλα θαυμάζουν.
Η
έκθεση του ΔΝΤ μιλάει αρκετά αναλυτικά για το πως πρέπει να ολοκληρωθεί
αυτή η μεταρρύθμιση-αναδιάρθρωση του ελληνικού καπιταλισμού.
Πρώτος
στόχος η «μισθωτοποίηση» των πολλών μικρών ελλήνων «ιδιοκτητών» μέσω
της φορολογικής τους συμπίεσης. Ο μισθωτός δημόσιος ή ιδιωτικός
υπάλληλος λίγα πράγματα έχουν να δώσουν ακόμα στο φορολογικό σύστημα. Ο
ελεύθερος επαγγελματίας, ο ιδιοκτήτης, ο φαρμακοποιός, ο ταξιτζής, ο
φούρναρης, ο μαγαζάτορας, όλη αυτή η μικρομεσαία τάξη
μικροϊδιοκτητών-ελεύθερων επαγγελματιών οφείλει να φύγει από την μέση ως
ένας αναχρονισμός ενός στρεβλού καπιταλισμού. Κανένας «σοβαρός»
καπιταλισμός και ειδικά ο μονοπωλιακός δεν έχει τόσους μικρούς
ανεξάρτητους «καπιταλιστές». Το γονάτισμά τους μέσω της φορολογίας – οι
ιδιοκτήτες ακινήτων έχουν πάρει μια γεύση, όπως και όσοι έβαλαν
φωτοβολταϊκά πάρκα – είναι ο βασικός στόχος. Η συμπίεση αυτών των
στρωμάτων, μαζι με το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και την θεσμική
απελευθέρωση για τους «επενδυτές», ανοίγει ένα νέο πεδίο κερδοφορίας σε
τομείς που έως τώρα ήταν «κλειστοί» για το μεγάλο κεφάλαιο (πχ κλειστά
επαγγέλματα).
Το
δεύτερο είναι η ολοκληρωτική απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Όχι
για να γίνουμε περισσότερο «Ευρώπη», αλλά για να γίνουμε περισσότερο
Ασία και Βαλκάνια! Και μιας και στον ιδιωτικό τομέα αυτή η απορρύθμιση
έχει προχωρήσει και έχει δώσει και αποτελέσματα, το ΔΝΤ επισημαίνει ότι
πρέπει να πέσει και το ταμπού των απολύσεων στο δημόσιο.
Η
κυβέρνηση και τα ΜΜΕ των κρατικοδίαιτων εφοπλιστών και μεγαλοεργολάβων
έχουν την μαεστρία να αποσυνδέουν την φασαρία με τις πανελλαδικές και
την απεργία των εκπαιδευτικών, από το παραπάνω πλαίσιο. Η αύξηση του
ωραρίου των εκπαιδευτικών είναι το μέσο για να γίνουν απολύσεις και στον
χώρο των εκπαιδευτικών, πέρα από το υπόλοιπο δημόσιο. Και αυτή η
πολιτική επιλογή υπάρχει στην έκθεση του ΔΝΤ που κυκλοφορεί τις ίδιες
περίπου μέρες, σαν προτροπή. Κι όμως κανείς δεν τα συνδέει. Γιατί;
Η
επικείμενη απεργία των καθηγητών, αν ψηφιστεί, είναι μια απεργία
εργαζομένων ενάντια στην «μεταρρύθμιση» της Τρόικας και του ΔΝΤ. Δεν
είναι μια κλαδική απεργία. Όμως για να νικήσει κάθε τέτοια απεργία
πρέπει να βγει να μιλήσει γι’ αυτόν τον στόχο. Και όσο μπορεί να
αναδείξει το δικό της όραμα. Μιας δημόσιας και δωρεάν παιδείας. Χωρίς
παραπαιδεία. Με δωρεάν στήριξη και πρόνοια για τους μαθητές στην
μεταφορά τους, στην σίτισή τους, στις υποδομές. Με εκπαιδευτικό που θα
ζει με αξιοπρέπεια από τον μισθό του. Που δεν θα εξαρτάται από την
βιομηχανία των φροντιστηρίων. Που θα είναι δάσκαλος και όχι κρατικός
υπάλληλος. Σε αντίθεση με το νεοφιλελεύθερο και διαλυμένο σχολείο του
ΔΤΝ και της Ε.Ε.
Η
ελληνική κοινωνία δεν φαίνεται, προς το παρόν, να βλέπει στην απεργία
των καθηγητών μια ευκαιρία αντιπαράθεσης με την Τρόικα και την
κυβέρνηση. Η συζήτηση γίνεται όπως γινόταν και σε άλλες φάσεις, σε άλλες
απεργίες προ Μνημονίου. Σαν να ξεχάσαμε ότι μας κυβερνάει η Τρόικα. Σαν
να συνηθίζουμε στις απολύσεις. Ξεχάσαμε ότι όλα τα μέτρα καταλήγουν
στις τσέπες των τραπεζών και των ισχυρών χωρών του Βορρά. Ότι ζούμε σε
έκρυθμη κατάσταση. Ότι κόβουν από την υγεία, κόβουν από την παιδεία,
κόβουν από τις συντάξεις. Ότι ο Πρετεντέρης είναι ο πιστός υπηρέτης της
Τρόικας και του Μπόμπολα, με τον πιο εμετικό-λαϊκίστικο τρόπο, σε όποιον
κινητοποιείται εδώ και 4 χρόνια.
Η
κοινωνία φαίνεται να ξεχνάει, ή πιο σωστά φαίνεται να «χωνεύει», το
ελληνικό πείραμα μετασχηματισμού. Η αισιοδοξία του ΔΝΤ και της ελληνικής
κυβέρνησης, δυστυχώς περνάει με τον τρόπο της και σε τμήματα του
πληθυσμού. Όχι σαν χαζοχαρούμενη πίστη ότι θα έρθει η ανάπτυξη του
Σαμαρά. Αλλά σαν έλλειψη προσδοκιών, σαν κούραση από την σύγχυση και το
σοκ που έχει μπει εδώ και 4 χρόνια, σαν αναμονή μήπως τα μεγάλα
χαστούκια πέρασαν και τώρα μένει να δούμε πως θα τα κουτσοβολέψουμε ο
καθένας στα νέα δεδομένα.
Αυτό
το κοινωνικό ρεύμα της αναδίπλωσης και της προσαρμογής - συνήθειας στα
νέα δεδομένα είναι ισχυρό, αλλά δεν είναι το μοναδικό. Υπάρχει και ένα
ακόμα ισχυρό ρεύμα που ψηφίζει ΚΑΝΕΝΑΝ στις δημοσκοπήσεις, που νιώθει
ότι βρίσκεται σε αδιέξοδο, που θα έβλεπε θετικά μεγάλες τομές αλλά δεν
ξέρει ποιες είναι αυτές, δεν αυτοπροσδιορίζεται σε κάποιο ιδεολογικό
ρεύμα, στην αριστερά ή αλλού. Μπορούμε να πούμε ότι είναι ένα κοινωνικό
ρεύμα θετικό σε μια πολιτική του τύπου ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΠΑΝΤΟΥ!
Αυτό
το ρεύμα είναι δύσπιστο στον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί ο τελευταίος δίνει μηνύματα
ότι θα είναι μια δύναμη, αν πιστέψουμε ότι είναι ειλικρινής, ήρεμων
βαθμιαίων μεταβολών, προσπάθειας συνεννόησης με τους δανειστές χωρίς
ρήξεις και μεγάλες τομές κοκ.
Η
απάντηση στο ποιος και πως θα αντιστρέψει αυτό το ρεύμα προσαρμογής και
θα εκφράσει το ρεύμα της ανατροπής, δεν είναι εύκολη. Οφείλει να δώσει
απαντήσεις σε συγκεκριμένα ερωτήματα όμως τα καύσιμα θα είναι λίγα αν
προσπαθεί να απαντάει σε ερωτήσεις και όχι να θέτει ερωτήσεις. Αν δεν
διαμορφώσει μια ηγεμονική ανατρεπτική πρόταση για την ελληνική κοινωνία.
Η τρόικα και το ΔΝΤ είχαν τέτοια. Αν και την έντυσαν με πλήθος μύθων,
ψευδών, στρεβλώσεων, προπαγάνδας, προσπάθησαν και προσπαθούν, με τις
όποιες απώλειες όπως το ΠΑΣΟΚ και ο ΓΑΠ, να πείσουν ότι θα ανατρέψουν
την παλιά αναχρονιστική Ελλάδα και θα φτιάξουν μια νέα. Και το κάνουν.
Όσο κι αν αυτή η νέα Ελλάδα δεν είναι πρόοδος αλλά οπισθοδρόμηση.
Η
αριστερά που ισχυρίζεται ότι θέλει να πείσει την πλειοψηφία της
κοινωνίας για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό οφείλει να έχει μια μαζική
γραμμή που να έρχεται σε επαφή, να εκφράζει και να πολιτικοποιεί αυτό
το κοινωνικό ρεύμα ανατροπής. Να συγκροτήσει ένα πολιτικό ρεύμα
σύγκρουσης με το σύστημα εντός Ελλάδας και με το διεθνοποιημένο σύστημα
καταρχήν εντός Ε.Ε., ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου από την κρίση. Τι
Ελλάδα θέλει να φτιάξει; Με τι πολιτικό σύστημα; Με ποιο
παραγωγικό-αναπτυξιακό πρότυπο; Με ποια σχέση με τις γύρω χώρες; Με ποια
θέση για τους εργαζόμενους; Ποιο θα είναι το γενικό πλαίσιο για τους
αυτοαπασχολούμενους και ποιο για τους λεγόμενους «ξένους επενδυτές»; Με
ποιο κράτος πρόνοιας; Με ποια νοσοκομεία και ποια σχολεία, ποια
πανεπιστήμια και ποια έρευνα;
Είναι
προφανές ότι ο εγκλωβισμός της συζήτησης σε μια γραμμή του τύπου «θα
προσπαθήσουμε να αμβλύνουμε την λιτότητα σε μια προσπάθεια σύμπτυξης
μετώπου με τις χώρες του νότου, απέναντι στον Μερκελισμό», είναι μακριά
από μια τέτοια πολιτική.
Η
εκπόνηση ενός σχεδίου Β, για να φέρει εις πέρας αυτές τις ανατροπές, θα
έχει ως απαραίτητη αφετηρία την έξοδο από την ευρωζώνη, την
εθνικοποίηση των τραπεζών και την μονομερή παύση πληρωμών στους
δανειστές. Σαν μια απαραίτητη πολιτική αποκατάστασης της λαϊκής
κυριαρχίας. Σαν μια μίνιμουμ προϋπόθεση για να μπορέσει αυτός ο λαός να
εμπνευστεί γύρω από ένα δικό του σχέδιο ανοικοδόμησης και
μετασχηματισμού. Όμως για να είναι ο μετασχηματισμός βαθύς και με
ορίζοντα όχι τον βαλκανικό καπιταλισμό που θέλει το ΔΝΤ, αλλά τον
σοσιαλισμό, δεν αρκεί η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, όσο και αν
αποτελεί κεντρική τομή. Το σχέδιο Β, σαν εναλλακτικό σχέδιο ανατροπής σε
όλους τους τομείς, οφείλει να μην φοβηθεί να διατυπώσει τον στρατηγικό
στόχο του σοσιαλισμού. Και να τολμήσει να προτείνει αντινεοφιλελεύθερες
και αντιιμπεριαλιστικές «μεταρρυθμίσεις» και αλλαγές παντού! Να
επιχειρήσει να εκφράσει και να πολιτικοποιήσει το ρεύμα της ανατροπής.
Πριν το ρεύμα της προσαρμογής κυριαρχήσει για πολλά χρόνια στις
συνειδήσεις της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου