3/5/2013

Ζώτου Έλλη
Μια ακόμα μαρτυρία περιστατικού ρατσιστικής βίας, αυτή τη φορά από γυναίκες που συνοδεία σκύλων επιτέθηκαν στην πλατεία Αττικής σε τρεις οικογένειες Αφγανών με ανήλικα παιδιά, φέρνει στο φως η διαδικτυακή πλατφόρμα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, 1againstracism. Το περιστατικό συνέβη το φθινόπωρο του 2012 και καταγράφηκε από το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας.


Σύμφωνα με την μαρτυρία της 37χρονης Χατιρέ από την Καμπούλ, η ίδια με τις οικογένειες των δύο αδελφών της -σύνολο 11 παιδιά συν οι ενήλικες- έφτασαν μετά από ένα μακρύ ταξίδι από την Τεχεράνη στη χώρα μας. «Όταν αποβιβαστήκαμε στην Αθήνα, πήραμε το λεωφορείο και μετά το τρένο. Μας είχαν πει να πάμε σε κάποιο πάρκο, αλλά δεν θυμόμασταν ποιο ήταν και καταλήξαμε στην πλατεία Αττικής. Μόλις φτάσαμε, είδαμε τα παγκάκια. Πεινασμένοι και κουρασμένοι, όπως ήμασταν, κάτσαμε να ξαποστάσουμε. Οι άντρες έφυγαν για να πάρουν τηλέφωνο ένα συγγενή που ζούσε ήδη εδώ κι έτσι μείναμε μόνες με τα παιδιά», συμπληρώνει η Χάτιρα. «Τότε ήταν που μας επιτέθηκαν. Τέσσερις γυναίκες με τρεις σκύλους. Ήρθαν πρώτα σε εμένα και τα παιδιά μου και μας έσπρωξαν. Μετά πήγαν στις αδερφές μου, άρχισαν να τις χτυπούν, πήραν τις τσάντες τους και τις πέταξαν κάτω. Χτυπούσαν κι έσπρωχναν ακόμη και τα παιδιά! Και, όταν ήρθε ο γαμπρός μου, που μιλούσε σπαστά αγγλικά, να τις ρωτήσει γιατί μας φέρονται έτσι, επιτέθηκαν και σε εκείνον». «Αυτός που μας γλίτωσε ήταν ο μεγάλος ανιψιός μου. Εκεί που μας χτυπούσαν, έκανε μια χειρονομία σαν να λέει 'είστε τρελοί;', κι αμέσως άρχισαν να τον κυνηγούν. Τότε, μαζέψαμε γρήγορα τα πράγματά μας και ξεκινήσαμε να τρέχουμε. Πήγαμε προς τον σταθμό τρέχοντας, βρήκαμε τον συγγενή μας, μας πρόλαβε κι ο ανιψιός μου και φύγαμε όλοι μαζί».

Έκτοτε, οι οικογένειες διαλύθηκαν, διηγείται και εξηγεί τα προβλήματα επιβίωσης που αντιμετωπίζει η ίδια και τα παιδιά της: «Η μία αδερφή μου με τον σύζυγο και τα παιδιά της πήραν την απόφαση να ξαναγυρίσουν στο Αφγανιστάν, μέσω του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης. Ο άντρας μου κρατείται. Ο μεγάλος μου γιος συνελήφθη, επειδή πουλούσε αναπτήρες στα φανάρια, και, όταν βγήκε, αποφάσισε να φύγει για τη Σουηδία. Τώρα δεν ξέρω πια πού βρίσκεται».