Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Κύπρος – Ιταλία: Η ΕΕ εναντίον των κυρίαρχων κρατών (Nexus, Απρίλιος 2013)


 images (17)


 Λεωνίδας Βατικιώτης
Από τον Μάιο του 2005, όταν οι Γάλλοι είπαν όχι στο ευρωσύνταγμα, είχαμε να νιώσουμε τόση χαρά, όπως νιώσαμε την Τρίτη 19 Μαρτίου, όταν η Κυπριακή Βουλή απέρριψε με μια συντριπτική πλειοψηφία το «σχέδιο διάσωσης» της οικονομίας της που είχε αποφασίσει λίγες μέρες πριν, το Σάββατο 16 Μαρτίου, το Συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης (Eurogroup). Η πρόταση μάλιστα των ευρωπαίων υπουργών, που είχε γίνει ομόφωνα δεκτή στην μαραθώνια συνεδρίαση τους την είχε δηλαδή αποδεχτεί τόσο η κυπριακή κυβέρνηση όσο και η ελληνική, δεν συγκέντρωσε ούτε μία θετική ψήφο στην κυπριακή Βουλή καθώς οι βουλευτές του Δημοκρατικού Συναγερμού, απ’ όπου προέρχεται κι ο νυν πρόεδρος, Νίκος Αναστασιάδης, επέλεξαν να απέχουν από την ψηφοφορία. Έτσι, η ψηφοφορία έληξε με 36 ψήφους εναντίον της πρότασης και 19 αποχές. 
 
Η απόρριψη του σχεδίου του Eurogroup είτε στην αρχική του εκδοχή (φόρος ύψους 6,75% για καταθέσεις κάτω των 100.000 ευρώ και ύψους 9,9% για μεγαλύτερες) είτε στην δεύτερη εκδοχή, που επιχείρησε να σώσει την παρτίδα – όταν όμως ήταν πλέον αργά (μηδενικός φόρος για καταθέσεις μέχρι 100.000 ευρώ και φόρος ύψους 15,6% για ποσά άνω των 100.000) αποτέλεσε μια τεράστια επιτυχία του κυπριακού λαού, εφάμιλλη του «όχι» που είχε πει το 2004 στο σχέδιο Ανάν. Τώρα όμως, η ζημιά που έγινε, δυστυχώς, δεν αναιρείται, αντίθετα με ότι είχε συμβεί επί προεδρίας του Τάσσου Παπαδόπουλου όταν το συντριπτικό «όχι» των Κυπρίων απέτρεψε τις αρνητικές εξελίξεις. Με άλλα λόγια τώρα, η φθορά που υπέστη η Κύπρος μετά τη θύελλα που ξέσπασε με την απόφαση του Eurogroup είναι μη αντιστρεπτή, σηματοδοτώντας το τέλος μιας εποχής σχετικής ανόδου και ευημερίας που ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 και το ξεκίνημα μιας νέας εποχής παρακμής και δυσπραγίας.

Σε κίνδυνο οι τραπεζικές καταθέσεις

Ανεξαρτήτως του σχεδίου που τελικά θα επιλεγεί για να ανακεφαλαιοποιηθούν οι κυπριακές τράπεζες, η εγκληματική συναίνεση που επέδειξε ο νεοεκλεγείς πρόεδρος της Κύπρου στην πρόταση του Eurogroup για κούρεμα των καταθέσεων έστειλε ένα μήνυμα πανικού: Ότι αρνούμαι να σεβαστώ ακόμη και τα ιερά και τα όσια της ιδιωτικής οικονομίας όπως είναι οι τραπεζικές καταθέσεις, που πολύ περισσότερο για την κυπριακή οικονομία αποτελούν τους ακρογωνιαίους λίθους επί των οποίων στηρίζεται όλο το εύθραυστο κυπριακό οικονομικό οικοδόμημα. Διαφορετικά ειπωμένο, οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση διατηρούσε αυτό το δικαίωμα, όχι όμως η κυπριακή κυβέρνηση που βασίζεται σε ένα πακτωλό χρημάτων τα οποία είναι παρκαρισμένα σε τραπεζικές καταθέσεις και ξεπερνούν πολλές φορές το ΑΕΠ της χώρας. Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους καθώς η αξία των τραπεζικών καταθέσεων στις κυπριακές τράπεζες άγγιζε τον Ιανουάριο του 2013 τα 68 δισ. ευρώ, ένα ποσό περίπου τέσσερες φορές μεγαλύτερο από την αξία των όσων παράγονται στη χώρα που ανέρχεται σε 18 περίπου δις. ευρώ. Από τα 68 δισ. ευρώ των καταθέσεων, τα 43 δισ. φαίνεται να ανήκουν σε Κύπριους καταθέτες και τα υπόλοιπα 25 δισ. ευρώ σε καταθέτες του εξωτερικού. Εξ αυτών υπολογίζεται ότι τα 20 περίπου δισ. ευρώ ανήκουν σε Ρώσους, 2 δισ. σε Βρετανούς, κοκ. Μήνες πριν το ιστορικής σημασίας συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης ο διεθνής Τύπος δημοσίευε αλλεπάλληλα άρθρα στα οποία περιέγραφε το σχέδιο κατάσχεσης (γιατί περί αυτού πρόκειται κι όχι για φόρο) μέρους των καταθέσεων, ως μια μορφή συμβολής των ίδιων των καταθετών στην διάσωση των τραπεζών. Επίσης ως μια μορφής αποκατάσταση της δικαιοσύνης λόγω του ότι τα κεφάλαια με τα οποία είχαν πλημμυρίσει οι κυπριακές τράπεζες κάθε άλλο παρά «καθαρά» ήταν, με βάση δημοσιεύματα κυρίως του γερμανικού περιοδικού Σπίγκελ. Αποτελούσε έτσι κοινή ομολογία πως επρόκειτο για βρόμικο χρήμα που ξεπλενόταν στην Μεγαλόνησο και ξανάμπαινε στη Ρωσία. Τα σενάρια αυτά φάνηκε να παίρνουν τέλος με αφορμή την σαφή δήλωση που έκανε ο Νίκος Αναστασιάδης από τα γραφεία του κόμματός του στις 12 Φεβρουαρίου 2013. Κι αφού γίνεται αυτή η καθησυχαστική δήλωση η ρώσικη οικονομική ελίτ έρχεται αντιμέτωπη με απώλειες ύψους τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ, για τις οποίες μαθαίνει από τις τηλεοράσεις! Και στην πράξη με πολύ μεγαλύτερες απώλειες λόγω του ότι σημαντικό ύψος ρωσικών καταθέσεων γινόταν μέσω Κυπρίων: φυσικών προσώπων ή εταιρειών.

Το συμπέρασμα που εξήχθη από το Κρεμλίνο ήταν πεντακάθαρο: Πώς κανείς πλέον δεν μπορεί να εμπιστεύεται την πολιτική ηγεσία της Κύπρου για δουλειές. Η αλλαγή στάσης της Ρωσίας φάνηκε αμέσως με τον ρώσο υπουργό Οικονομικών, Αντόν Σιλουάνοβ, να δηλώνει ότι η Μόσχα είναι αναγκασμένη να επανεξετάσει τους (πολύ ευνοϊκούς, με βάση τα διεθνή δεδομένα) όρους που παραχώρησε δάνειο ύψους 2,5 δισ. ευρώ στην Κύπρο, χάρη στο οποίο κατάφερε να σταθεί στα πόδια της την προηγούμενη εξ ίσου κρίσιμη διετία. Και δεν επρόκειτο μόνο για δηλώσεις. Άρθρο γνώμης που δημοσιεύτηκε σε καθημερινή ρωσική εφημερίδα του επικεφαλής ενός μεγάλου επενδυτικού κεφαλαίου (Αρμπάτ Κάπιταλ) όπου τόνιζε ότι ποσά ύψους 2 δισ. δολ. έφυγαν τον προηγούμενο χρόνο από την Κύπρο για την Λετονία, υπό τον φόβο της μορφής που θα λάβαινε η διάσωση των τραπεζών, πιο πολύ λειτουργούσε παροτρυντικά παρά κατέγραφε την πραγματικότητα. Το σχεδόν βέβαιο δηλαδή είναι πως ταχύτατα το επόμενο διάστημα τα ξένα κεφάλαια θα φύγουν από την Κύπρο, προκαλώντας μια πρωτοφανή καθίζηση στην οικονομία της, με δραματικές επιπτώσεις στην απασχόληση και το βιοτικό επίπεδο των Κυπρίων.
Το PSI η αιτία κατάρρευσης των κυπριακών τραπεζών

Πριν δούμε τις γεωπολιτικές εξελίξεις που θα σημάνει αυτή η ανατροπή πρέπει να επισημάνουμε πως δεν ήταν καθόλου αναπόφευκτη. Το κούρεμα των καταθέσεων που αποφασίστηκε από το Eurogroup ως ένα μέσο για να βρεθούν τα 5,8 δισ. ευρώ που θα προστεθούν στα άλλα 10 δισ. ευρώ που θα έδιναν ευρωζώνη και ΔΝΤ για την «διάσωση» της κυπριακής οικονομίας, δεν ήταν η δίκαιη ποινή που έπρεπε να πληρώσει η κυπριακή οικονομία. Κι αυτό για πολλούς λόγους. Πρώτα και κύρια επειδή η κυπριακή οικονομία δεν αντιμετώπιζε δημοσιονομικά προβλήματα ούτε χαρακτηριζόταν από μεγάλο δημόσιο χρέος όπως φαίνεται στον πρώτο πίνακα που παραθέτουμε. Ξεχωρίζει μάλιστα το γεγονός πως το δημόσιο χρέος της Κύπρου ήταν πιο χαμηλά από το μέσο όρο της ευρωζώνης. Έφτασε μάλιστα σε αυτό το ύψος αφού εγκατέλειψε την κυπριακή λίρα και υιοθέτησε το ευρώ, όπως φαίνεται στον δεύτερο πίνακα που παραθέτουμε, ο οποίος δικαιολογεί την δυσπιστία των Κυπρίων απέναντι στο ευρώ. Ο δεύτερος και πιο ουσιαστικός λόγος είναι ότι οι κυπριακές τράπεζες αν χρήζουν ανακεφαλαιοποίησης αυτό οφείλεται στο ελληνικό πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων (PSI) του Μαρτίου του 2012. Η αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους, που εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται πετυχημένη παρότι έκτοτε ακολούθησε μια μίνι αναδιάρθρωση το Νοέμβριο του 2012 κι έπεται μια ακόμη μετά τις γερμανικές εκλογές τον Οκτώβριο του 2013 με την συμμετοχή του επίσημου τομέα των πιστωτών, κυρίως δηλαδή των κρατών μελών της ευρωζώνης, οδήγησε στα …βράχια τις κυπριακές τράπεζες, καθιστώντας αναγκαία την ανακεφαλαιοποίησή τους. Η ευθύνη λοιπόν δεν βαραίνει τους κύπριους καταθέτες ούτε τους ρώσους ολιγάρχες, αλλά τους Γερμανούς που σχεδίασαν το PSI και φυσικά το Eurogroup, που τώρα πάει να διορθώσει το ένα λάθος διαπράττοντας ένα ακόμη μεγαλύτερο, για την ακρίβεια ολέθριο. Τέλος, η Κυπριακή δεν ήταν η μοναδική οικονομία εντός ευρωπαϊκού εδάφους και ευρωζώνης που αποτελούσε πλυντήριο βρώμικου χρήματος. Το ίδιο πράττει και η Ελβετία και το Λουξεμβούργο. Η διαφορά με την Κύπρο είναι πως δεν τελούσε υπό τον γερμανικό έλεγχο. Γι’ αυτό τιμωρήθηκε.

Πίνακας Ι. Δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2012
Ελλάδα              176,7%
Ιταλία               126,5%
Πορτογαλία       119,1%
Ιρλανδία            117,5%
Βέλγιο               99,9%
Ευρωζώνη       92,9%
Γαλλία               90%
Κύπρος            89,7%
Βρετανία           88,7%
Ισπανία             96,1%
Γερμανία           81,7%
Αυστρία             74,5%
Ολλανδία           68,5%
Φινλανδία          53,1%
Δανία                45,4%
Σουηδία             37,4%
Πηγή: Annual Macroeconomic Database, Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Πίνακας ΙΙ. Πορεία του δημόσιου χρέους της Κύπρου ως ποσοστό του ΑΕΠ
2008                 48,9%
2009                 58,5%
2010                 61,9%
2011                 71,1%
2012                 89,7%
Πηγή: Annual Macroeconomic Database, Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Η ποινή που επιβλήθηκε στην Κύπρο έχει ήδη πολύ ευρύτερες επιπτώσεις καθώς το μήνυμα που στάλθηκε από την μεριά της ευρωζώνης είναι πως μετά από τα ελληνικά κρατικά ομόλογα που μέχρι στιγμής έχουν υποστεί απώλειες της τάξης του 80%, τώρα έσπασε κι ένα ακόμη ταμπού: αυτό της εγγύησης των τραπεζικών καταθέσεων. Αρκεί να θυμηθούμε τα επιχειρήματα που αντέτειναν στην Ελλάδα οι κυβερνητικοί πέρυσι και πρόπερσι αντιμετωπίζοντας μια αυξανόμενη φημολογία για κούρεμα των καταθέσεων. Το ακράδαντο επιχείρημά τους ήταν πως υπάρχει η εγγύηση των 100.000 ευρώ, άρα είναι αδύνατο να κουρευτούν καταθέσεις. Στο εξής αυτό δεν ισχύει διαμηνύει το Βερολίνο, που έχει κάθε αρμοδιότητα να κουρεύει ομόλογα και καταθέσεις κατά το δοκούν. Κι είναι ένα μήνυμα που θα προκαλέσει κύμα φυγής τραπεζικών καταθέσεων από τις υπερχρεωμένες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας οι οποίες θα κατευθυνθούν είτε στα …σεντούκια, μιλώντας για τους φτωχούς, είτε στο εξωτερικό, αν πρόκειται για πιο εύπορα κοινωνικά στρώματα. Με αυτό τον τρόπο όμως τα κυριαρχικά δικαιώματα, μια από τις υλικές βάσεις στις οποίες στηρίζεται κάθε κράτος δέχτηκε από την Γερμανία ένα συντριπτικό πλήγμα, το οποίο υποβιβάζει τα κράτη – χρεώστες σε κράτη δεύτερης κατηγορίας που αδυνατούν να εγγυηθούν ακόμη και τις τραπεζικές καταθέσεις. Ανήμπορα όμως να το πράξουν με τι υλικά μέσα μπορούν να ασκήσουν οικονομική πολιτική κατ’ εντολήν του εκλογικού τους σώματος, ακόμη και αναδιανομή; Αντίθετα, αυξάνονται οι δεσμοί με τους οποίους προσδένεται κάθε κράτος με την Γερμανία, μιας και ανά πάσα στιγμή κινδυνεύει να δεχτεί ένα τέτοιο πλήγμα στρατηγικής σημασίας. Το τραγικό εδώ είναι πως ειδικά η πολιτική ηγεσία της Κύπρου, λόγω της στρατιωτικής κατοχής τμήματος της από την Τουρκία, έπρεπε να επιδείξει πολύ μεγαλύτερη ευαισθησία απέναντι σε τέτοιες επιβουλές και αμφισβητήσεις των κυριαρχικών της δικαιωμάτων από οποιοδήποτε άλλο κράτος της ευρωζώνης. Απέτυχε ωστόσο οικτρά δημιουργώντας ένα πολύ κακό προηγούμενο…

Ο κυπριακός ιός πέρασε στην Ιταλία

Οι αρνητικές επιπτώσεις ωστόσο από την απόφαση των ευρωπαίων υπουργών φάνηκαν μέσα σε λίγες ώρες, καθώς το μήνυμα ότι οι καταθέσεις παύουν πλέον να θεωρούνται «ιερές» έγινε αντιληπτό απ’ όσες χώρες βρίσκονται σε εξ’ ίσου επισφαλή θέση με την Κύπρο, όπως για παράδειγμα την Ιταλία, όπου οι τιμές των τραπεζικών μετοχών την Δευτέρα 18 Μαρτίου, πριν δηλαδή την κρίσιμη ψηφοφορία στην κυπριακή βουλή όταν όμως είχε αρχίσει να διακρίνεται η τύχη της πρότασης του Eurogroup, δέχθηκαν ένα σημαντικό πλήγμα. Κι ήταν το τελευταίο που έλειπε στην Ιταλία, όπου μια οικονομία σε στασιμότητα (με ορατό τον κίνδυνο, σύμφωνα με τον καθηγητή του Χάρβαρντ Κένεθ Ρογκόφ, να εισέλθει σε μια χαμένη δεκαετία, όπως ακριβώς συνέβη στην Ιαπωνία) και μια πολιτική σκηνή που θυμίζει το «μετέωρο βήμα του πελαργού» συνθέτουν ένα εκρηκτικό μίγμα.
Εν …αρχή είναι η δραματική κατάσταση στην οικονομία, γνήσιο δημιούργημα των μέτρων που έλαβε ο Μάριο Μόντι, ο οποίος τοποθετήθηκε στην πρωθυπουργική καρέκλα της Ιταλίας στις 11 Νοεμβρίου 2011, κι αυτός, μαζί με τον Λουκά Παπαδήμο, κατόπιν απόφασης της Μέρκελ και του Σαρκοζύ. Ως αποτέλεσμα των περικοπών που επέβαλε το ΑΕΠ της Ιταλίας το 2012 μειώθηκε κατά 2,4%, όταν ακόμη και το πάντα συντηρητικό ΔΝΤ στις αρχές εκείνου του χρόνου προέβλεπε οριακή αύξηση του προϊόντος κατά 0,1%. Το εξοργιστικό μάλιστα είναι πως οι πιστοί της οικονομικής ορθοδοξίας δικαιολογούσαν την ανάγκη εφαρμογής μιας θεραπείας σοκ στην ιταλική οικονομία (με απελευθέρωση απολύσεων, κλειστών επαγγελμάτων κι άλλων επιτυχημένων όπως ξέουμε μέτρων) επικαλούμενοι τους χαμηλούς ρυθμούς μεγέθυνσής της την προηγούμενη δεκαετία όταν μεγεθυνόταν κατά 0,5% ετησίως κατά μέσο όρο, ενώ οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης αυξάνονταν κατά 1%… Και μετά τις αυξήσεις στους φόρους και το ψαλίδι στις δημόσιες δαπάνες ο ρυθμός μεγέθυνσης έπεσε ακόμη πιο χαμηλά… Ως αποτέλεσμα αυτής της Μνημονιακής πολιτικής χωρίς Μνημόνιο που εφαρμόζεται στην Ιταλία η οποία είναι η Τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης και μέλος του κλαμπ των οκτώ πλουσιότερων κρατών του κόσμου (G8), με βάση την International Herald Tribune στις 12 Μαρτίου 2013 «τον προηγούμενο χρόνο χρεοκόπησαν 365.000 επιχειρήσεις. Μία στις δύο μικρές εταιρείες δεν μπορούν να πληρώσουν τους υπαλλήλους τους έγκαιρα, σύμφωνα με ένα ερευνητικό ινστιτούτο. Με τις απολύσεις να αυξάνονται, η ανεργία χτύπησε ρεκόρ τον Ιανουάριο της τάξης 11,7%. Η ανεργία στους νέους έχει εκτοξευθεί στο 38,7%. Και παρότι οι Ιταλοί έχουν έφεση στην αποταμίευση, πρόσφατη έρευνα από την Τράπεζα της Ιταλίας αποκάλυψε πως περισσότεροι από το 60% τώρα ανησυχεί ότι το εισόδημά τους δεν είναι αρκετό για να καλύψει τις ανάγκες τους». Να σημειωθεί μάλιστα πως αυτή η ραγδαία επιδείνωση του κοινωνικού ζητήματος στην γειτονική χώρα έχει συμβεί παρότι η πορεία των δημόσιων οικονομικών δεν έχει διαγράψει και κάποια αξιοζήλευτη πορεία. Ειδικότερα, πληθαίνουν οι ανησυχίες πως το χαμηλό δημοσιονομικό έλλειμμα είναι προϊόν «δημιουργικής λογιστικής» και συγκεκριμένα της στάσης πληρωμών που έχει επιβάλει η κυβέρνηση στους προμηθευτές της, κυρίως ιταλικές επιχειρήσεις που έχουν να λαβαίνουν από την κυβέρνηση ποσά που ξεπερνούν τα 70 δισ. ευρώ, μόνο και μόνο για να μην φανεί η αποτυχία του Μόντι ακόμη και σε αυτό το κριτήριο.

Χωρίς να είναι γνωστή αυτή η εκρηκτική κοινωνική κατάσταση (και το αίσθημα ταπείνωσης φυσικά που ένιωσαν οι Ιταλοί βλέποντας την Μέρκελ να παύει με ατιμωτικό τρόπο τον εκλεγμένο πρωθυπουργό και να τούς επιβάλει έναν πρωθυπουργό της αρεσκείας της) δεν μπορεί να εξηγηθεί το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα στην Ιταλία (24-25 Φεβρουαρίου) από το οποίο ξεχωρίζουμε τα εξής αποτελέσματα: Πρώτα το «μαύρο» που έφαγε ο εκλεκτός της Μέρκελ, Μάριο Μόντι, ο οποίος συγκέντρωσε 10%, αποδεικνύοντας ότι δεν είχε καμιά νομιμοποίηση στην κοινωνία να εφαρμόσει τα αντιλαϊκά μέτρα που επέβαλε. Εντελώς ανυπόληπτος, επομένως ο άνθρωπος των Γερμανών στην Ιταλία. Δεύτερο, την αδυναμία του έτερου εκλεκτού της Γερμανίας, Πιέρ Λουίτζι Μπερσάνι, να σχηματίσει κυβέρνηση συγκεντρώνοντας ποσοστό της τάξης του 30% και τέλος την μεγάλη εκλογική επιτυχία δύο κομμάτων που έκαναν αυστηρή κριτική στο ευρώ, ζητώντας ακόμη και την διεξαγωγή δημοψηφίσματος για να αποφασίσουν οι Ιταλοί αν θέλουν να συνεχίσουν να παραμένουν στο κοινό νόμισμα και συγκέντρωσαν από κοινού το 55% των ψήφων. Το πρώτο είναι του Μπερλουσκόνι με 30% και το δεύτερο είναι το κόμμα των «πέντε αστέρων» του πρώην κωμικού Μπέπε Γκρίλο που συγκέντρωσε το 25% των ψήφων. Η νεκρανάσταση του Μπερλουσκόνι κι η διθυραμβική πρώτη του Μπέπε Γκρίλο αποτέλεσαν την αυθόρμητη εκλογική αντίδραση των Ιταλών μπροστά σε ένα κομματικό τοπίο που χαρακτηριζόταν από την έλλειψη μιας ρεαλιστικής εναλλακτικής η οποία θα αμφισβητεί την δικτατορία των αγορών και του ευρώ. Ψηφίζοντας οι Ιταλοί, με άλλα λόγια, Γκρίλο και Μπερλουσκόνι κατά βάση αποδοκίμαζαν την επίσημη πολιτική σκηνή και τις συντεταγμένες στις οποίες απαρέγκλιτα οφείλει να κινείται, όπως αυτές έχουν επιβληθεί από την ΕΕ. Παρότι οι αυτόματοι οικονομικής κατά βάση φύσης μηχανισμοί που έχουν επιβληθεί δεν επιτρέπουν να μιλούμε για ακυβερνησία, το πλήγμα που έχει δεχτεί το πολιτικό προσωπικό οξύνει τις φυγόκεντρες τάσεις και τα φαινόμενα αποσύνθεσης, με αποκλειστική υπεύθυνη πάντα την ΕΕ.

Η ΕΕ προκαλεί πολιτική αστάθεια

Ανάλογα φαινόμενα, οικονομικής επιβολής μέτρων που δεν χαίρουν καμιάς νομιμοποίησης από την μια και ταχείας πολιτικής αποσύνθεσης κομμάτων και ηγετών από την άλλη, δεν είναι συμπτώματα μόνο της γειτονικής χώρας παρότι το πολιτικό της σύστημα ανέκαθεν διακρινόταν για την αστάθειά του. Το ίδιο θα συμβεί και σε όλες τις άλλες χώρες της ΕΕ, στον βαθμό που θα υλοποιούνται μια σειρά από μέτρα που ψηφίστηκαν πρόσφατα και ως κοινό τους γνώρισμα θεσμοθετούν την διαρκή επιτήρηση κάθε εθνικής οικονομίας από τους μηχανισμούς των Βρυξελλών. Πρόκειται συγκεκριμένα για την υποχρέωση, κατόπιν ψηφοφορίας στο Ευρωκοινοβούλιο, που αναλαμβάνουν οι κυβερνήσεις των κρατών μελών της ευρωζώνης να αποστέλλουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για έγκριση ακόμη και τα προσχέδια των εθνικών προϋπολογισμών. Οι δύο νόμοι που ψηφίστηκαν («two pack») δικαιολογήθηκαν ως απαραίτητοι για να ενισχυθεί η δημοσιονομική πειθαρχεία και να αποτραπεί μια νέα κρίση χρέους. Στο πλαίσιο αυτού του νόμου αν η Επιτροπή κρίνει ότι δε διασφαλίζεται ισοσκελισμένος προϋπολογισμός έχει την δυνατότητα να επιστρέφει το προσχέδιο ζητώντας συγκεκριμένες αλλαγές. Το αποτέλεσμα συνιστά πρόκληση για την ίδια την δημοκρατία καθώς οι ανεξέλεγκτοι γραφειοκράτες της ΕΕ που δίνουν λόγο μόνο στην Γερμανία θα ενημερώνονται νωρίτερα από τους εκλεγμένους αντιπροσώπους για την οικονομική πολιτική του επόμενου έτους και θα διατυπώνουν πρώτοι άποψη! Το συγκεκριμένο μέτρο, που υπάγει και την δημοσιονομική πολιτική επισήμως στη δικαιοδοσία των Βρυξελλών αφαιρώντας την από τα έθνη – κράτη, δεν θα ισχύσει κάποια στιγμή στο απώτερο μέλλον, αλλά για τον κρατικό προϋπολογισμό του επόμενου έτους, του 2014! Η καταληκτική ημερομηνία μάλιστα που έχουν οι κυβερνήσεις για να παραδώσουν τα προσχέδια στην Επιτροπή είναι η 15η Οκτωβρίου. Αποτελεί μάλιστα πρόκληση – αν κι όχι τόσο απρόβλεπτη – πως οι έλεγχοι των κρατικών προϋπολογισμών από την Επιτροπή (που χαρακτηρίστηκαν από τον σοσιαλδημοκράτη πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς, ως «βασικό στοιχείο στην οικοδόμηση ισχυρότερης οικονομικής διακυβέρνησης») θεωρήθηκαν ως το πρώτο βήμα στην πορεία «αμοιβαιοποίησης» του δημόσιου χρέους. Διαφορετικά ειπωμένο είναι η απάντηση του Βερολίνου στο αίτημα οικονομολόγων από τον ευρωπαϊκό Νότο για κοινή διαχείριση του δημόσιου χρέους, ακόμη και με την έκδοση κοινών ευρω-ομολόγων για όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Δράττοντας την ευκαιρία η Γερμανία αντιπροτείνει ότι πρώτα θα αποκτήσει τον έλεγχο των κρατικών προϋπολογισμών, θα εξασφαλίσει δηλαδή ότι δεν θα δημιουργηθεί ποτέ ξανά στο μέλλον δημόσιο χρέος, και μετά θα εξετάσει το αίτημα. Όταν πια όμως, δεν θα υφίσταται ανάγκη έκδοσης ευρω-ομολόγων ή αμοιβαιοποίησης του δημόσιου χρέους… Κοινώς, κοροϊδία!

Τα παθήματα της Κύπρου, της Ιταλίας και όσα πολύ σύντομα θα δούμε ακόμη να συμβαίνουν στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες της ευρωζώνης και της ΕΕ συνιστούν βάναυση παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων εκ μέρους της Γερμανίας, η οποία συστηματικά υπονομεύει την υπόσταση και ισοπεδώνει τα άλλα κράτη, επεκτείνοντας με επιθετικό τρόπο την δική της οικονομική και πολιτική κυριαρχία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

.feed-links {display: none;}