Τρίτη 9 Απριλίου 2013

Η ρευστοποίηση* του νερού

PHOTO-13

Προσπαθώντας ένας λογικός άνθρωπος να κατανοήσει το πώς ένα φυσικό αγαθό µπορεί να καταλήξει ιδιοκτησία µιας ιδιωτικής εταιρείας, θα πρέπει προηγουµένως να σταθεί στην έννοια της εµπορευµατοποίησης. Εστιάζοντας στο νερό, η µετατροπή του από φυσικό σε αναπτυξιακό πόρο (άρδευση στη γεωργία, κίνηση βιοµηχανίας, παραγωγή ενέργειας κλπ) και η αντιµετώπισή του ως οικονοµικό αγαθό, του προσέδωσε αξία χρήσης και το µετέτρεψε σε εµπόρευµα, δηµιουργώντας έτσι µία νέα πηγή πρωταρχικής συσσώρευσης. Αυτό που ήταν δωρεάν οφείλει τώρα να πουληθεί και µάλιστα µε ικανό κέρδος. Από τη στιγµή αυτή, στη νεοφιλελεύθερη λογική τα πράγµατα είναι απλά και προφανή. Η διαχείριση του νέου εµπορεύµατος-προϊόντος δεν µπορεί να παραµένει στα χέρια του «αντιπαραγωγικού» και «διεφθαρµένου» δηµόσιου τοµέα. Μόνο ο δυναµισµός και η ευελιξία που παρέχει ο «υγιής» ιδιωτικός τοµέας µπορεί να δώσει λύσεις. Η ιδιωτικοποίηση του νερού είναι γεγονός εδώ και 25 χρόνια παγκοσµίως, από τα τέλη του ’90 στη χώρα µας.

Στην περίπτωση του νερού βέβαια, η διαδικασία αποκτά άκρως ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, σε σχέση µε άλλα εµπορεύµατα, για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος έχει να κάνει µε τον εµβληµατικό χαρακτήρα του νερού, ως οικολογική και βιολογική βάση της ζωής µας. Ο δεύτερος σχετίζεται µε το γεγονός της σπανιότητας του συγκεκριµένου πόρου-εµπορεύµατος, δηλαδή µε αυτό που περιγράφεται ως ένα από τα εντονότερα περιβαλλοντικά προβλήµατα του πλανήτη σήµερα, της κρίσης του νερού. Η εξάντληση των υδατικών συστηµάτων από την υπερεκµετάλλευση και η συνακόλουθη ρύπανσή τους, έχουν περιορίσει τα υδατικά διαθέσιµα σε επικίνδυνο βαθµό.

Το σκηνικό λοιπόν ήταν έτοιµο από καιρό. Το νερό ως εµπόρευµα, έχει µία ανυπολόγιστη (αυτ)αξία, οι ανθρώπινες υδατικές ανάγκες διαρκώς αυξάνουν και πληθαίνουν (η επινόηση νέων, τεχνητών αναγκών ήταν ανέκαθεν το δυνατό σηµείο του καπιταλισµού) και είναι και σπάνιο. Έτσι π.χ. καταλήγει κανείς να αισθάνεται υποχρεωµένος να αγοράσει εµφιαλωµένο νερό και να το πληρώσει 2 χιλιάδες φορές περισσότερο απ’ το νερό της βρύσης, και κάπως έτσι το νερό αναδείχθηκε σε πεδίο δυνάµει τεράστιας κερδοφορίας. Η Παγκόσµια Τράπεζα εκτιµούσε, ήδη 10 χρόνια πριν, ότι η δυνητική αγορά του νερού ξεπερνά το 1 τρισ. δολάρια.

Η ιδιωτικοποίηση του νερού, της ύδρευσης αρχικά, όπου εφαρµόστηκε στηρίχτηκε στην αντίληψη πως το πρόβληµα της υστέρησης στην επαρκή κάλυψη των βασικών αναγκών, θα µπορούσε να λυθεί µε την αξιοποίηση των ευέλικτων εργαλείων που περιλαµβάνουν οι στρατηγικές ιδιωτικοποίησης.

Αρωγοί στη διαδικασία αυτή στάθηκαν όλοι οι εµπλεκόµενοι διεθνείς οργανισµοί (µηδέ της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξαιρουµένης) που πήραν αποφάσεις και προώθησαν πρωτοβουλίες για τη διευκόλυνση της συµµετοχής του ιδιωτικού τοµέα. Τα σχήµατα ιδιωτικοποίησης που προωθήθηκαν ήταν πολύµορφα και αφορούσαν είτε στην εµπλοκή των πολυεθνικών επιχειρήσεων του νερού µε συµπληρωµατική συµµετοχή του δηµοσίου, είτε σε µοντέλα πλήρους µεταβίβασης των παγίων και της διαχείρισης από το δηµόσιο στον ιδιωτικό τοµέα1. Έτσι πέντε πολυεθνικές έφτασαν να διακινούν το νερό που πίνουν και χρησιµοποιούν δεκάδες εκατοµµύρια άνθρωποι (20% του πληθυσµού στις 30 χώρες µέλη του ΟΟΣΑ) σε όλα τα µήκη και τα πλάτη της γης. Τα αποτελέσµατα είναι λίγο πολύ γνωστά.

Με βασικό µέληµα των εταιρειών την αύξηση του κέρδους, η ιδιωτικοποίηση µεγέθυνε τα προβλήµατα που πήγε να λύσει και όξυνε τις ανισότητες. Προβληµατικές περιοχές των υφιστάµενων αστικών δικτύων άρχισαν να αποκλείονται, τα δίκτυα αντί να εκσυγχρονίζονται εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους, οι υπηρεσίες αντί να βελτιωθούν υποβαθµίστηκαν και η ποιότητα του προσφερόµενου νερού χειροτέρεψε. Το µόνο που ανέβηκε τελικά ήταν η τιµή του νερού.

Τα πράγµατα όµως δεν εξελίχθηκαν σύµφωνα µε το σχέδιο. Η µείωση των επενδύσεων στην ύδρευση, που άρχισε να εµφανίζεται το 2000, εντάθηκε τα επόµενα χρόνια, µε αποτέλεσµα το 2005 η Παγκόσµια Τράπεζα να παραδεχθεί ότι «οι προσδοκίες για συµµετοχή του ιδιωτικού τοµέα στη χρηµατοδότηση των έργων υποδοµής ήταν υπερβολικά αισιόδοξες». Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις κατάλαβαν ότι το νερό απαιτεί µεγαλύτερες από ό,τι υπολόγιζαν επενδύσεις, µε µικρότερο περιθώριο κέρδους. Η µεγάλη περίοδος απόσβεσης των επενδύσεων σε συνδυασµό µε το υψηλό ποσοστό πελατών που δεν µπορούσαν να πληρώσουν τους φουσκωµένους λογαριασµούς, δηµιούργησαν ένα οικονοµικό περιβάλλον υψηλού ρίσκου. Οι έντονες λαϊκές διαµαρτυρίες και τα κινήµατα κατά της ιδιωτικοποίησης έδωσαν, σε πολλές περιοχές της γης, τη χαριστική βολή. Ο τοµέας του νερού, από επιχειρηµατικό Eldorado κατέληξε να προσελκύει τις χαµηλότερες επενδύσεις από οποιονδήποτε άλλο τοµέα, όπως αποδεικνύει ο µεγάλος αριθµός ακυρώσεων συµβολαίων τα τελευταία χρόνια. Η επιστροφή στη δηµόσια διαχείριση του νερού (επαναδηµοτικοποίηση) άρχισε να προβάλλει ξανά ως η µόνη λύση.

Στην Ελλάδα η πορεία είναι αντίστροφη. Η σύγχρονη ιδιωτικοποίηση των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ που ξεκίνησε δειλά στα τέλη της δεκαετίας του ’90, ολοκληρώνεται στις µέρες µας µε την πώληση σε ευτελιστικές τιµές της πλειοψηφίας των µετοχών, παρότι και οι δύο εταιρείες εµφανίζουν υψηλή κερδοφορία. Η ιδιωτικοποίηση της ύδρευσης όµως είναι το πρώτο βήµα για την ιδιωτικοποίηση όλων των διαστάσεων της χρήσης του νερού. Με το 86% της συνολικής υδατικής χρήσης στην Ελλάδα να καταναλώνεται στην άρδευση, είναι προφανές το λαµπρό πεδίο που ανοίγει για την ιδιωτικοποίηση και του αρδευτικού νερού. Η παραχώρηση σε ιδιωτικές ή µεικτές εταιρείες της διαχείρισης όλου του πανάκριβου κύκλου έργων που το συνοδεύει (ταµιευτήρες, αντλιοστάσια, αγωγοί µεταφοράς, αρδευτικά δίκτυα κλπ) θα έχει ως τελικό στόχο την µετακύληση του (διογκωµένου) κόστους νερού στους αγρότες. Η διαδικασία αυτή διευκολύνεται και από τα πρόσφατα ευρωπαϊκά νοµοθετήµατα που αφορούν τόσο στη διαχείριση του νερού, όσο και στον αγροδιατροφικό τοµέα (νέα ΚΑΠ κλπ). Τα µνηµόνια της τελευταίας τριετίας, όπως και σε άλλους τοµείς, θα παίξουν και εδώ τον ρόλο καταλύτη µε στόχο τόσο την επίσπευση της διαδικασίας, όσο και την επιδείνωση των όρων εις βάρος του δηµοσίου.

Ενώ, λοιπόν στις περισσότερες χώρες όπου εφαρµόστηκε –και τελικά απέτυχε- η συνταγή της ιδιωτικοποίησης του νερού, η τάση πλέον είναι η επανακοινωνικοποίησή του, στη χώρα µας ανοίγει ένας νέος κύκλος ιδιωτικοποιήσεων, µε τους χειρότερους οιωνούς, και µε σηµάδια επέκτασης σε όλες τις χρήσεις. Έτσι µαζί µε τις συνταγές του ΔΝΤ που, αφού απέτυχαν παντού όπου εφαρµόστηκαν πρέπει να εφαρµοστούν από την αρχή και αναλλοίωτες στην Ελλάδα, µαζί µε την εφαρµογή των µοντέλων ιδιωτικοποίησης στην Παιδεία και την Υγεία, την αποτυχία των οποίων παραδέχονται πλέον και οι ίδιοι οι εµπνευστές τους, τώρα ζούµε κάτι αντίστοιχο στους φυσικούς πόρους και το νερό. Ας το πάρουµε απόφαση: στην Ελλάδα ο νεοφιλελευθερισµός περνάει τη δεύτερη νιότη του.

ΝΙΚΗΤΑΣ ΜΥΛΟΠΟΥΛΟΣ Αν. καθηγητής Πανεπιστηµίου Θεσσαλίας
* ρευστοποίηση ονοµάζεται η µετατροπή χρηµατοοικονοµικών προϊόντων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων σε µετρητά (Οικονοµικό Λεξικό)
1 Για µία πιο αναλυτική παρουσίαση των µορφών ιδιωτικοποίησης του νερού, βλ. «Για την ιδιωτικοποίηση του νερού: ροές και σχήµατα», των Ν. Μυλόπουλου και Σ. Γκιάλη, στα Ενθέµατα της Αυγής, τεύχος 09/09/2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

.feed-links {display: none;}